Τρίτη 8 Απριλίου 2014

Ένα … απλό εφόδιο Διήγημα μιας παράδοσης που χάνεται με ανθρώπους του Λιμανιού 8 Απριλίου 2014



Ένα … απλό εφόδιο Διήγημα μιας παράδοσης που χάνεται με ανθρώπους του Λιμανιού 8 Απριλίου  2014

Βιβλιαράκι καρφίτσας σελ 20




Ο Νικίας, όταν άρχισε να διηγείται χαμογελούσε από την αμηχανία του. Είχε τελωνίσει αμέτρητες φορές εφόδια, δεν θυμάται να έχει πάθει άλλη φορά τέτοιο κάζο. Σκεφτόταν αυτά που του σκάρωνε η ζωή, άλλες φορές χαμογελούσε, άλλες φορές έχανε την επαφή με την πραγματικότητα. Αλίμονο αν ακόμα και τα δύσκολα δεν τα αντιμετώπιζαν με χιούμορ.

Το παιχνιδάκι μεταβάλλεται σε απειλητικό κίνδυνο, χωρίς να το καταλάβεις “Είμαι σίγουρος ότι θα φύγουμε από αυτό το τραπέζι με ένα μεγάλο χαμόγελο στο πρόσωπο. Εγώ πέρασα μια τραγωδία, για εσάς θα είναι μια κωμωδία». Ο αναγνώστης ας του συγχωρέσει τη μικρή του περιπέτεια που δεν προσφέρεται ούτε για παράδειγμα ούτε για συλλογισμό, ακόμα ούτε για απόλαυση. Με αυτά τα λόγια άρχισε να αφηγείται.

Μια φορά και έναν καιρό <Βασίλη, βάλε το κιβώτιο στο ταξί …………..>



Ένα απλό εφόδιο


«Βασίλη, βάλε το κιβώτιο στο ταξί που περιμένει από έξω. Βάλτο στο πόρτ μπαγκάζ»
«Εντάξει κύριε Γρηγόρη»
«Γρήγορα θέλω να πάω στον Σκαραμαγκά, περιμένει το πλοίο το ανταλλακτικό»
«Αμέσως τώρα»
Ο Γρηγόρης, εκτελωνιστής το επάγγελμα, μόλις είχε κλείσει τη διασάφηση και είχε πληρώσει τα ΔΕΤΕ του εφοδίου. Έχει φτάσει στο τέλος μιας μακροχρόνιας διαδικασίας χωρίς κάποια απρόβλεπτη δυσκολία. Με την άδεια παράδοσης, το αντίγραφο της διασάφησης με την ονομασία <έψιλον> Ε και το δεύτερο αντίγραφο, το<τριάρι» Ε3, στο χέρι τρέχει στην αποθήκη του Τελωνείου του Αερολιμένα του Ελληνικού να ξεχρεώσει το κιβώτιο. Τρέχει να προλάβει. Θέλει να παραδώσει το εφόδιο στο πλοίο που έχει πλευρίσει στο Σκαραμαγκά. Είναι ένα ανταλλακτικό της μηχανής, μεγάλης αξίας αλλά και απαραίτητο να αντικαταστήσει το φθαρμένο.

Η λεωφόρος Ποσειδώνος φαρδιά, μεγαλόπρεπη, παραλιακή ξεκινά από το Φάληρο και ακολουθεί την ακτογραμμή του Αργοσαρωνικού για πολλά χιλιόμετρα. Όταν οδηγείς σε αυτή τη λεωφόρο, νιώθεις να ανανεώνεσαι. Περνάς το Έδεμ, τον Άλιμο και αφού στρίψεις αριστερά μπαίνεις στη μεγάλη είσοδο του Αεροδρομίου. Κάποτε οι διαστάσεις της λεωφόρου, οι διαστάσεις των εσωτερικών δρόμων του Αεροδρομίου φάνταζαν μεγάλες. Αυξήθηκε η κυκλοφορία των ανθρώπων, αυξήθηκε ο αριθμός των αυτοκινήτων. <Ως δια μαγείας> οι διαστάσεις μίκρυναν. Μια οφθαλμαπάτη; μια ακατανόητη κατάστασης μια τάση καταστροφής;

Οι Αποθήκες εμπορευμάτων στον Αερολιμένα του Ελληνικού, στο τμήμα της Ολυμπιακής Αεροπορίας χρησιμοποιούν σε παλαιά οικήματα.Τρεις, τέσσερις όλες και όλες οι αίθουσες, χαμηλοτάβανες και φανερά ακατάλληλες για αποθηκεύσεις. Οι αίθουσες δεν ξεπέρναγαν τα εκατό τετραγωνικά μέτρα σε τετράγωνο σχήμα. Πιθανώς η πρώτη τους χρήση να ήταν για εργασίες γραφείου. Όπως, όπως οι ελεγκτές και οι Επόπτης των Ελεγκτηρίων ήσαν εγκατεστημένοι εκεί. Απέναντι από την πόρτα εισόδου, σε ξύλινα έδρανα, φέρτε στη μνήμη σας τις παλαιές έδρες των σχολικών αιθουσών, ήταν καθισμένοι οι Επόπτες και δίπλα τους οι Ελεγκτές. Καμιά άνεση και πολύ περισσότερο καμία λειτουργικότητα του χώρου. Τα μεγάλα πέζα (κιβώτια) συνήθως ελεγχόντουσαν στον έξω υπαίθριο παράπλευρο χώρο. Ήταν εκτός πραγματικότητας η χρήση Κλαρκ εντός των Αποθηκών. Τα βαριά κιβώτια μεταφερόντουσαν για έλεγχο με χειροκίνητα καροτσάκια. Μικρά παράθυρα, σιδηρόφρακτα και μωσαϊκό στο πάτωμα, συμπλήρωναν την εικόνα.

Τα γραφεία του Γενικού Διευθυντού και του Γραμματέα ήταν σε παραπλήσιο κτίριο. Ένα κτίριο πιο σύγχρονο σε κατασκευή, από τις αποθήκες εμπορευμάτων. Εκεί ήταν όλα τα άλλα τμήματα, όπως τα τμήματα καταχώρησης διασαφήσεων, του συναλλάγματος, και της ψυχής των Τελωνείων, του Ταμείου.

Ο Βασίλης είναι ο εργάτης που βοηθά στους ελέγχους του τελωνισμού των εμπορευμάτων. Το σκεπάρνι και ο σουγιάς του είναι πολύτιμα εργαλεία για το άνοιγμα των κιβωτίων, των χαρτοκιβωτίων, άλλης μορφής συσκευασίας. Πεπειραμένος εργάτης γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα εκεί στο χώρο δουλειάς του στα ελεγκτήρια του Θ Τελωνείου Αερολιμένα Ελληνικού.

Ο Βασίλης ξέρει να τηρεί με προσήλωση τις οδηγίες που παίρνει, είτε προέρχονται από τον ελεγκτή του Τελωνείου είτε προέρχονται από εκτελωνιστή. Αυτή είναι η δουλειά του. Να κάνει πιο εύκολη τη ζωή των δύο αυτών ειδικευμένων επαγγελματιών. Τηρεί τις ισορροπίες με θαυμαστή ακρίβεια. Είναι η ενωτική ψυχή μεταξύ των πραγμάτων και των ανθρώπων του ελέγχου. Μέσα σε ένα κλειστό χώρο πέντε επί πέντε ή και λιγότερο, ανοίγει χάρτινα κιβώτια με τη χρήση σουγιά, σπάει τσέρκια με το σκεπάρνι και τον κοντόχοντρο λοστό σταυρωτά, ξεκαρφώνει περίεργα περίπλοκα ξυλοκιβώτια, ξεκουμπώνει καπάκια σε χάρτινα ή σιδερένια βαρέλια. Όλα γίνονται σε σύντομο χρόνο, με ακρίβεια χειρουργού να μην πάθει τίποτα το περιεχόμενο. Εξειδικευμένη ειδικότητα των εργατών των ελεγκτηρίων, αυτών που στις αρχές του εικοστού αιώνα ήταν γνωστά και σαν εκτελωνιστήρια.

Ο Γρηγόρης είχε συνέχεια στο μυαλό του τη χθεσινή συγκέντρωση που είχε γίνει στην αίθουσα του Ξενοδοχείου Divani της Αθήνας, εκεί στις παρυφές της Ακρόπολης. Μαζεύτηκαν όλοι οι εκτελωνιστές να παρακολουθήσουν τις εξηγήσεις του έδιναν οι αρμόδιοι τελωνειακοί υπάλληλοι για τη μηχανοργάνωση που για πρώτη φορά ξεκίνησε στα Τελωνεία. Από πολλές μέρες τεράστια χαρτοκιβώτια είχαν στοιβαχτεί σε μια άκρη των Τελωνείων Β και Ζ στην παρατήρηση όλων των εργαζομένων. Μια νέα εποχή άρχιζε για τα Τελωνεία, η εποχή της μηχανοργάνωσης. Υποστήριζαν οι απαισιόδοξοι ότι το επάγγελμα του εκτελωνιστή θα χαθεί γρήγορα. Λίγα χρόνια του απομένουν. Υποστήριζαν οι αισιόδοξοι ότι η μηχανοργάνωση θέλει περισσότερο τους εκτελωνιστές θα είναι, περισσότερο απαραίτητος από άλλοτε.

Οι εισηγητές που ανέβηκαν στην έδρα να μιλήσου, συμβουλευόντουσαν τις σημειώσεις τους και αράδιαζαν αριθμούς. Ο Γρηγόρης ζαλίστηκε με τους αριθμούς και την νέα ορολογία που συνέχεια ερχόταν στο προσκήνιο <κωδικός δασμολογικής κλάσης>. Θα εισάγεις, έλεγαν, σε ένα καθορισμένο σημείο της διασάφησης τον κατάλληλο <κωδικό> και με το πάτημα του πλήκτρο της μηχανοργάνωσης, θα τυπώνεται το λογιστικό σημείωμα των δασμών και άλλων φόρων.

<άλλο και τούτο> απορούσαν όλοι οι παρευρισκόμενοι εκτελωνιστές. <τόσο εύκολα θα λυνόντουσαν τα προβλήματα;> απορούσαν άλλο <και οι εβδομήντα τόσοι τρόποι υπολογισμού ενός λογιστικού σημειώματος πως θα ήταν ακριβείς;>. Περίεργα πράγματα, άγνωστα, αρχίζουν να βγαίνουν στον ορίζοντα.
«Πέτρο» λεει ο Γρηγόρης «θα τα ξεπεράσουμε τα προβλήματα; Θα τα μάθουμε;»
«Θα μάθουμε, όπως μάθαμε να γράφουμε στο νέο έντυπο της διασάφησης. Αφήσαμε την παλαιά φυλλάδα. Για σκέψου, γράφαμε δύο φορές την περιγραφή της δασμολογικής κλάσης, με όλες τις παρελκυόμενες λεπτομέρειες και ήταν βασανιστικό, σαν να περπάταγες ένα δρόμο δύο φορές. Δεν ήταν τόσο η κούραση όσο η ανυπόφορη επανάληψη. Θυμίζει τιμωρία μαθητή σε σχολείο, όταν ο δάσκαλος του έβαζε να γράψει εκατό φορές <άλλη φορά δεν θα μιλάω στην τάξη>
«Πέτρο εμένα μου μένουν ερωτηματικά. Δύσκολα θα προσαρμοστούμε»
«Να σου θυμίσω, πως προσαρμοστήκαμε το 1961 με την εισαγωγή του νέου Δασμολογίου που συμφωνούσε με αυτό του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας,με την είσοδο των Επεξηγηματικών Σημειώσεων των Βρυξελλών. Να σου θυμίσω τα ξενύχτια για την υποστήριξη δασμολογικών κλάσεων που χρησιμοποιούσαμε»

«Γρηγόρη, ένα δασμολόγιο με λίγες σελίδες και μικρό σχήμα που διαμορφώθηκε μέσα σε εκατόν τριάντα περίπου χρόνια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, ξεκινώντας από δύο προτάσεις. Δηλαδή Ο δασμός των προϊόντων κατά την εξαγωγή είναι ….. για φαντάσου εξέλιξη …..»
«Και το νέο δασμολόγιο είναι υπερμεγέθη. Ποιος ξέρει τι άλλο θα δούμε;»

Ο Γρηγόρης κοίταζε τον Πέτρο Πέτρινο, τον συνεργάτη του στο Γραφείο και χαμογελούσε. Ήταν ένδειξη ότι ο άνθρωπος γρήγορα προσαρμοζόταν και γρήγορα ξεχνούσε τις δυσκολίες.

Το ακροατήριο κάθε λίγο και λιγάκι ανακατευόταν. Οι ερωτήσεις σιγά, σιγά εξασθενούσαν σε σπουδαιότητα και αριθμό. Όλο και λιγότερα χέρια εμφανιζόντουσαν στη αίθουσα. Ήταν και αυτή μια ενημέρωση για το μηχανογραφικό σύστημα που εφαρμοζόταν για πρώτη φορά στα Τελωνεία. Τα ατομικά κομπιουτεράκια έγιναν μονοπωλιακό είδος μόνο για τους εκτελωνιστές, οι ελεγκτές δεν τα χρειαζόντουσαν. Δέκα διαφορετικοί φόροι για έναν κωδικό,δηλαδή για μια δασμολογική κλάση, με την ανάλογη κατάταξή τους. δεν θα υπάρχουν πλέον διαφωνίες για την αρχή ή για το τέλος ενός φόρου στην κατάταξή ενός λογιστικού σημειώματος.

Ο Γρηγόρης είχε στο μυαλό τις πρόσφατες σκηνές όταν βρισκόταν στο Θ Τελωνείο του Αερολιμένα. Οι διασαφήσεις που κατάθεσε σήμερα το πρωί ήταν με αυτή την τεχνολογία  γραμμένες. Ήταν επιφυλακτικός σε κάθε του βήμα, ιδιαίτερα όταν συμπλήρωνε ο ελεγκτής του κωδικού της δασμολογικής κλάσης, τον κωδικό  της χώρας, τον κωδικό του ξένου νομίσματος. Όσο αυτή ήταν η λογική αυτής της τεχνολογίας, τόσο πιο εύκολα μπορούσε να γίνει κάποιο λάθος.

«Πέτρο, εδώ στον πιο κάτω δρόμο είναι εάν καλό μαγαζί, πάμε να πιούμε κανένα ούζο;»
«Πάμε, φώναξε και τον Στέλιο, αν θέλει να έλθει και ο Τάκης, καλώς να ορίσει

Ο Γρηγόρης με όση γρηγοράδα του επιτρέπει η ηλικία του, βγαίνει από την Αποθήκη και ανοίγει την πόρτα του ταξί μπροστά του. Το ταξί είναι σταθμευμένο στο πεζοδρόμιο, έξω από τα χαμηλοτάβανα κτίρια των αποθηκών. Σχεδόν δεν βλέπει γύρω του. Επιθυμεί μια ώρα γρηγορότερα να φύγει από το Αεροδρόμιο. Να προφτάσει την αναχώρηση του φορτηγού πλοίου. Αποφεύγει να κοιτάξει δεξιά και αριστερά. Δεν θέλει να χαιρετήσει κανένα συνάδελφο σήμερα. Πιστεύει ότι έτσι θα κυλήσει ο χρόνος άσκοπα και βιάζεται.
«Παιδί στον Σκαραμαγκά, γρήγορα»
«Να πάω από παραλιακή;»
«Όπου υπάρχει η μικρότερη κυκλοφορία αυτή την ώρα»

Εκτελωνιστής πρώτα από όλα σημαίνει προγραμματισμός και συντονισμός ανθρώπων διαφόρων επαγγελματικών ειδικοτήτων. Μετράει στη δουλειά του, ακόμα και το δευτερόλεπτο. Πολύ περισσότερο σε ένα εφοδιασμό, όταν περιμένει το πλοίο <να ανοίξει πανιά>.



Ο Γρηγόρης ακουμπά το κεφάλι του στο προσκεφάλι της θέσης και προσπαθεί να ηρεμήσει από την υπερένταση της ημέρας. Σήμερα είχε στα χέρια του ένα εφόδιο και μια εισαγωγή. Το γραφείο που συνεργαζόταν του είχε κάνει ξεκάθαρο ότι έπρεπε μόνος του να παραδώσει το εφόδιο στο πλοίο, να μην το στείλει με μεταφορέα. Πρέπει να σιγουρευτεί για την παράδοσή του. <Καθυστέρησε και αυτή η Αποθήκη σήμερα>, σκεφτόταν. Δεν το εύρισκαν το δέμα με το εφόδιο. Κάπου είχε παραπέσει. Τα χρονικά όρια στένευαν. Φαίνεται ότι θα πήγαινε στραβά η ημέρα. Τι άλλο να περίμενε; Όμως ευτυχώς ο χρόνος του έφτασε. Νάτος μέσα στο ταξί για τον Σκαραμαγκά. Σε λίγο θα πάει στο γραφείο να παραδώσει τους λογαριασμούς και γρήγορα στο σπίτι …………… η φωνή του ταξιτζή το φέρνει στην πραγματικότητα:
«Κύριε φθάσαμε στο Σκαραμαγκά»
«Πήγαινε σιγά, σιγά να αναγνωρίσω το πλοίο. Κοίταξε και εσύ, το όνομα που ζητάμε είναι το <ΑΤΗΙΝΑΙ> με λατινικά γράμματα. Νάτο εκεί στο διακόσια μέτρα. Στάματα σε παρακαλώ»
«Εδώ είναι καλά; εδώ θέλετε;»
«Ναι. Βγάλε το κιβώτιο από το πόρτ μπαγκάζ. Θα το πάω μόνος μου στο βαπόρι»
«Ποιο κιβώτιο;» απορεί ο ταξιτζής.
«Το κιβώτιο που πήρες από το Τελωνείο του Αερολιμένα» συμπληρώνει εκνευρισμένα ο Νίκος.
«Δεν πήρα κανένα κιβώτιο κύριε …………»
«Θα με τρελάνεις;»
«Όχι κύριε, λάθος κάνετε. Δεν έχω κανένα κιβώτιο πίσω. Ελάτε να το διαπιστώσετε»
«Κατέβα κάτω ……….» Αγρίευαν τα πράγματα. Προμήνυε φασαρία και ένταση.
«Κατεβαίνω, καταβαίνω» Ο οδηγός του ταξί έβλεπε την αλλαγή που είχε παρουσιάσει ο πελάτης και άρχισε να ανησυχεί. Βρήκε και τον μπελά του. Σήκωσε τα χέρια του ψηλά και ίσωσε τα μαλλιά του. Ήταν μια ένδειξη αμηχανίας. Μετά προχώρησε προς το πορτ μπαγκάζ. Το ανοίγει με επιφυλακτικότητα <λες να μην ξέρω τι έχω στο αμάξι μου;> αναρωτιέται. Αυτό όμως λίγο κράτησε. Το πορτ μπαγκάζ έχασκε ανοικτό και άδειο.
«Πρόσεξε, μην παίζεις μαζί μου. Θα είσαι υπεύθυνος. Έχουμε τεράστια ζημιά. Σταλίες ολόκληρου πλοίου, εκατομμύρια δραχμές»

Πράγματι δεν υπήρχε κανένα κιβώτιο. Ο Γρηγόρης μένει με ανοικτό το στόμα. Κοκκίνισε, πρασίνισε και αισθάνθηκε να χάνεται το έδαφος από τα πόδια του. Ένοιωσε και μια περίεργη δυσφορία.
«Να κάτσω παρακάλεσε»
«Ελάτε εδώ, σε αυτό το πεζούλι» ο ταξιτζής τον λυπήθηκε. Δεν ήξερε τι να υποθέσει.
«Πέστε μου τι έγινε» τον παρακάλεσε.
«Να είπα στον Βασίλη, τον εργάτη, να βάλει το κιβώτιο στο ταξί, μέχρι να δώσω την άλλη άδεια παράδοσης των εισαγόμενων εμπορευμάτων, στο μεταφορέα. Βλέπεις είχα άλλα τριάντα κιβώτια να φορτώσω για τον Πειραιά. Φαίνεται ότι ο Βασίλης δεν εκτέλεσε την εντολή. Και βρίσκομαι σε αυτή τη δύσκολη θέση τώρα. Είμαι στο Σκαραμαγκά χωρίς το ανταλλακτικό. Σίγουρα θα τρελαθώ !!!».

Από τη δεξιά μεριά του αυτοκινητοδρόμου ξεκινούσε ακαλλιέργητη γη, λοφίσκοι χωρίς ίχνος βλάστησης. Πιο χαμηλά στα πεντακόσια με επτακόσια μέτρα φαινόταν η λίμνη του Κουμουνδούρου. Φαινόταν από εκεί και η πράσινη φλόγα που έβγαζε ο Πύργος Απόσταξης του πετρελαίου του Διυλιστηρίου Σκαραμαγκά. Η περιοχή είχε υπερβολική μόλυνση στην ατμόσφαιρα, ήταν φανερό, μύριζε τις περισσότερες ώρες πετρέλαιο και δεν ήταν μόνο αυτό. Το περιβάλλον έπρεπε να τύχει κρατικής προστασίας, να ξυπνήσουν οι αρμόδιοι κάποια στιγμή.

Από τη μεριά της θάλασσας τα φορτηγά πλοία ήταν αγκυροβολημένα κατά σειρά στα Ντοκ. Διέκρινες σε αυτή τη θάλασσα, από μακρυά τις ψεύτικες, ίσως πρόχειρες να είναι η σωστή λέξη, κτιριακές κατασκευές της δεκαετίας του πενήντα, που χρησιμοποιόντουσαν ακόμα σαν ταβέρνες. Τη δεκαετία του πενήντα έκαναν μπάνιο πολλοί κάτοικοι της αραιοκατοικημένης περιοχής, ερχόντουσαν και από άλλες περιοχές της Δυτικής Αττικής και ιδιαίτερα από τον Πειραιά. Μετά τη λειτουργία του Διυλιστηρίου η θάλασσα γέμισε από υπολείμματα πετρελαίου. Η αλήθεια είναι ότι φανατικοί οπαδοί της περιοχής επέμεναν να κολυμπούν σε βάρος της υγείας τους.

Λίγο πιο μπροστά από το σημείο που σταμάτησε το ταξί, μετά το τέλος της <Ελευσίνιας οδού>, της σημερινής εθνικής οδού Αθηνών Κορίνθου, συναντούσες τα ξενοδοχεία της μιας ώρας. Ήταν αρκετά τον αριθμό, το ένα κοντά στο άλλο. Είχαν δημιουργήσει μια περίεργη τοπική συγκυρία περάσματος, που ακόμα την επισκεπτόντουσαν τα ερωτοτροπούντα ζευγάρια.

«Έλα σήκω» του λεει ο ταξιτζής «Παμε πίσω να το πάρουμε» τον λυπήθηκε στην κατάσταση που βρισκόταν.
«Αμφιβάλλω αν θα προλάβουμε»
Εκείνη τη στιγμή σταματάει δίπλα τους απότομα ένα OPEL λευκό. Η πόρτα ανοίγει και ο συνεργάτης του, από το γραφείο, βγαίνει με το κιβώτιο στο χέρι χαμογελώντας.

«Τι συμβαίνει Τρύφωνα; πως …………. πως το κατάλαβες;«
«Είναι απλό. Πήρα τηλέφωνο τον Βασίλη, τον εργάτη. Μου είπε την ιστορία του. Το κιβώτιο το έβγαλε βέβαια έξω, αλλά υπήρχαν δύο ταξί και δεν ήξερε που να το βάλει. Οι ταξιτζήδες για μια στιγμή αρνήθηκαν, είχαν κλείσει κούρσα συμφερότερη. Έψαξε να σε βρει. Δεν σε βρήκε και το έβαλε ξανά μέσα. Την ώρα που μιλούσαμε το κιβώτιο ήταν δίπλα του. Κατάλαβα από διαίσθηση τι είχε συμβεί. Πήρα το OPEL …………….. και τα υπόλοιπα τα ξέρεις».




Λέξεις 3.434


Σημ: Οποιαδήποτε ομοιότητα με την πραγματικότητα είναι εντελώς συμπτωματική




Το Blog Λογοτεχνία – Πολιτιστικά  Εκτελωνιστών δέχεται να φιλοξενήσει κείμενα συναδέλφων, αξιώματα και πολιτιστικά δρώμενα  που αναδεικνύουν τον εκτελωνιστικό πολιτισμό

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου