Δευτέρα 7 Απριλίου 2014

Όταν λιώνει το βούτυρο διήγημα της Κατοχής στο λιμάνι του Πειραιά 7 Απριλίου 2014



 
Όταν λιώνει το βούτυρο διήγημα της Κατοχής στο λιμάνι του Πειραιά 7 Απριλίου 2014




                                                                       Βιβλιαράκι καρφίτσας  σελ  24


Η αντίσταση έδειξε την παρουσία της και στα Τελωνεία
Πέτυχε να συνδυάσει στα Λιμενικά Υπόστεγα, τη λογική της ταξινόμησης των φορτίων με το σαμποτάζ.

  

Όταν Λιώνει το Βούτυρο

Οι τρείς φίλοι, ο Γιώργος, ο Πάνος, ο Γιάννης,  απολάμβαναν τη νύχτα στην παραλία, τα γνωστά βοτσαλάκια του Πειραιά. Μόλις την είχαν επισκεφθεί. Η απόφαση της επίσκεψης  πάρθηκε όταν έπιναν καφέ στο «Θέατρο» στο Σνακ της πλατείας Κοραή του Πειραιά.  Πήγαν εκεί, περνώντας την Βασ. Γεωργίου, άφησαν αριστερά το άγαλμα της Μητέρας, ανέβηκαν τη μεγάλη ανηφόρα και πέρασαν στην παραλιακή προς το Νέο Φάληρο. Είδαν στα αριστερά τους το Ξενοδοχείο Cavo d’  Oro και χωρίς να το προσπεράσουν μπήκαν στον κατηφορικό φιδίσιο δρόμο, δεξιά προς την παραλία. Δεξιά και αριστερά σταθμευμένα αυτοκίνητα προμήνυαν την μεγάλη συγκέντρωση κόσμου. Ευτυχώς βρήκαν εύκολα στάθμευση για το αυτοκίνητο.
-Μας έφερες στα βράχια Γιάννη;
-Έλα μωρέ Πάνο, θα σου αρέσει…….
-Θα σε βρίζω μόνιμα.
-Προχωράμε στο χωματόδρομο και στα περίεργα (Μονολόγησε ο Πάνος και συνέχισε). Γιάννη μας παιδεύεις.
-Είναι όλα ανάκατα λέει ο Γιώργος βαριεστημένος. Οι διφωνίες τον κούραζαν.
-Ελάτε, θα δείτε, είναι ωραία ……  θα απολαύσετε  θάλασσα, περιβάλλον.
-Ήταν εδώ κάποτε βράχια. Ήταν βράχια αδιάβατα. Δεν υπήρχε δρόμος για αυτοκίνητα….. (Μονολόγησε ο Γιώργος).
-Έτσι είναι Γιώργο. (Λέει ο Γιάννης και απευθυνόμενος προς τον Πάνο). Θα σου αρέσει, έχε μου εμπιστοσύνη.
Η τριανδρία βρέθηκε, περιπλανήθηκε σε διασταυρώσεις με φυτά ή βράχια ή πεζούλια και κατέληξε στην είσοδο του Καφέ-Μπαρ. Μπροστά τους ανοίχτηκε η παραλία, η τεράστια παραλία του Αργοσαρωνικού. Στα πόδια τους  το μικρό τσιμεντένιο δάπεδο στα δεξιά, το περιορισμένο γκαζόν στα αριστερά. Τα τραπεζάκια δεν είχαν μια συγκεκριμένη στρατηγική τοποθέτησης. Η άμμος και η θάλασσα στα πέντε μέτρα από τα πόδια τους.
Το φεγγάρι εκείνη τη στιγμή ήταν από αριστερά με προσανατολισμό προς τη θάλασσα. Ήταν ντάλα καλοκαίρι, τις μεγάλες ώρες της νύχτας. Διέκρινες καθαρά τα χρώματα του μπλε της θάλασσας, τα σπίτια  στην ακτή και στα διακόσια μέτρα το νησάκι του Παρασκευά. Ήταν η …………  απόλαυση όχι μόνο για ρομαντικούς αλλά και για τους λάτρεις του Πειραιά.
-Λοιπόν άντε να θυμηθώ τέτοιες μέρες. {Λέει ο Γιάννης). Γυρνώ συνέχεια στο παρελθόν, σε αυτά που μου έχει ιστορήσει ο πατέρας μου, εκτελωνιστής αυτός, εκτελωνιστής και εγώ. Τι με έχει πιάσει άραγε; αυτή η λάμψη του φεγγαριού, αυτό το φως, διακρίνω πρόσωπα και πράγματα για να με ταράζουν.
-(Ο Πάνος επεμβαίνει). Ιστορίες από το λιμάνι του Πειραιά;
-Και όχι μόνο. Υπάρχει η διαφορά στην εποχή, τότε ήταν χειμώνας. Το φεγγάρι φώτιζε τον έναστρο ουρανό στο κεντρικό λιμάνι του Πειραιά. Υπήρχε απαγορευτικό κυκλοφορίας από τους Γερμανούς κατακτητές. Η Γερμανική κατοχή του ’41 ήταν αβάσταχτη. Πείνα, κρύο και πεθαμένους στο δρόμο ήταν το καθημερινό φαινόμενο.
-(Διακόπτεται από τον Γιώργο). Μας γυρνάς σε θλιβερές εποχές.
-Αυτό το φεγγάρι ήταν μια αιτία ιστορικής αντίστασης. Όταν υπάρχει σκοτάδι μπορούν να γίνουν τα πάντα, τουλάχιστον προσπαθείς να κάνεις τα πάντα. Οι ανθρώπινες σκιές ενώνονται με τις σκιές των κιβωτίων, των βαρελιών, των δεμάτων, που είναι αραδιασμένα στις προβλήτες της Ζώνης του Πειραιά. Οι σκιές ενώνονται με τις σκιές των τεράστιων αποθηκών. Οι αρπαχτές γίνονται στο σκοτάδι. Οι σκιές το βράδυ κινούνται και είναι ασύλληπτες, ιδιαίτερα στις μεγάλες αλάνες του Λιμανιού. Την ημέρα ξεφορτώνουν τα εμπορικά πλια στα Ντοκ. Κάποια μεγάλα κόλα μένουν στο ύπαιθρο, κάποια μεταφέρονται στις πέτρινες αποθήκες, στο 5ο Λιμενικό, στο 4ο Λιμενικό, στο 3ο Λιμενικό. Απέναντι ακριβώς είναι η διοίκηση του Τελωνείου και του ΟΛΠ. Στην είσοδο των γραφείων του Τελωνείου έχει εγκατασταθεί ένα κλιμάκιο από Γερμανούς. Ο υπεύθυνος αξιωματικός ρυθμίζει την κίνηση των αυτοκινήτων , των ανθρώπων, των πλοίων. Φρουροί , Γερμανοί οπλισμένοι σαν αστακοί, έχουν τοποθετηθεί στα Λιμενικά Υπόστεγα. Φοβούνται σαμποτάζ οι Γερμανοί, το σύνολο της δύναμης είναι εκεί στα γραφεία. Κάθε υπόστεγο και από ένα φρουρό που γυρνά από τη μια άκρη του μέχρι την άλλη. Επαναλαμβάνει την ίδια κίνηση σαν το εκκρεμές.
Στην κεντρική είσοδο του λιμανιού, στα αριστερά, είναι οι αποθήκες και οι υπαίθριοι χώρου του 5/6. Συνήθως. ……….
-Έλα Γιάννη άφησε τις λεπτομέρειες, μας κουράζουν……… οι τοπογραφίες.
-Πάνο, προσπαθώ να χρωματίσω σωστά τη σκηνή, να σας δείξω την αντίσταση των εργατών, την πείνα που τούς είχαν επιβάλλει οι Γερμανοί κατακτητές. Ακούστε, στο 5/6 ξεφορτώνονται ομοειδή εμπυρεύματα που αντέχουν στις καιρικές συνθήκες για κάποιο διάστημα. Βαρέλια, κιβώτια, σακιά, πέζα μεγάλα, στρατιωτικά εφόδια που ερχόντουσαν από την κατακτημένη Ευρώπη στο λιμάνι του Πειραιά. Έρχονται για να κρατήσει περισσότερο χρόνο η υποδούλωση ολόκληρης της Ελλάδας. Ήλθε και μια παρτίδα βούτυρο σε ξυλοκιβώτια.
-Πες μας Γιάννη τα γεγονότα ……..
-Σε αυτή την αρπαχτή, το κλεψιμαίικο ήταν το βούτυρο, συμμετείχαν εργάτες του ΟΛΠ, βοήθησαν και οι Εκτελωνιστές. Όλα….. Όλα με τη σειρά τους. Η κατοχική πείνα του 41 είναι ακόμα βαθειά χαραγμένη στη ψυχή των Ελλήνων, ακόμα και το 2013, εβδομήντα τόσα χρόνια μετά.
***

Ο Αρχιεργάτης με τους τρεις εργάτες στο 5ο Λιμενικό φόρτωναν  τα Τζέιμς με σακιά από αλεύρι κάτω από την επίβλεψη του Γερμανού αρμόδιου και ενός οπλισμένου Γερμανού Φρουρού. Ψιθύριζαν μεταξύ τους με συνθηματικές λέξεις:
-Το βράδυ
-Στις εννιά
-Στην μάνδρα
-Στου Βασιλειάδη
-Έχει ακόμα αλεύρι
-Το κάρο
-Το άλογο
-Πείνα στην Δραπετσώνα
-Στα Ταμπούρια
-Στο Πέραμα
-Στου παπά τις ελιές
-Στην Αμφιάλη
-Γρήγορα
-Μεγαλώνει το φεγγάρι, δεν προλαβαίνουμε.
-Πεινάνε
Τα χείλια των εργατών μόλις που σάλευαν. Είναι η στιγμή που δεν έβλεπε ούτε ο Γερμαναράς με το αυτόματο όπλο ούτε ο υπεύθυνο Γερμανός αξιωματικός. Ακούγονταν μουγκρητά που και που από τους Γερμαναράδες: Ράους, ράους, γουρούνια, γουρούνια, ράους. Τα σκελετωμένα κορμιά των εργατών δούλευαν ………. υπέκυπταν στην εντολή του θανάτου. Έτρεχες για να ……… ζήσεις.
Έξω από την πλάγια πόρτα του Τελωνείου της Ελεύθερης Ζώνης, έχει βάλει την πραμάτεια της όλη η μαφία της μαύρης αγοράς. Χωρίς αγορά δεν υπάρχει η καθημερινότητα, δεν υπάρχει το κοινόβιο, το χωριό, η πόλη, αλλιώτικα πρέπει για να επιβιώσεις να γυρίσεις στη νομαδική ζωή. Σε αναζήτηση δηλαδή τροφής. Και αν έχει ξεκινήσει πολεμική σύρραξη; Και αν υπάρχουν κατακτημένοι λαοί; Τι εμποδίζει την αγορά να λειτουργήσει; Παίρνει το όνομα «μαύρη» και ξανά προς την  …………  δόξα τραβά.
Σε καιρούς ειρήνης έχουμε τους νόμους, τους κανονισμούς, την αγορανομία, την αστυνομία, την εφορία, τον εισαγγελέα, και τους φυλάσσουν. Στην «μαύρη αγορά» υπάρχει μόνο η ικανοποίηση της ανάγκης ………… τελευταία        ……………….. η τιμή.
Στην αριστερή μεριά της πόρτας (της πλάγιας όχι της κεντρικής του Αγίου Διονυσίου), ο μαυραγορίτης έχει βγάλει την πραμάτεια του, σταφίδες μαύρες και ξανθιές, πάνω σε ένα πράγμα που θα έλεγες ότι  ………… μοιάζει με καροτσάκι. Είχε μια σακούλα που χώραγε πέντε οκάδες και στο σχηματιζόμενο βουναλάκι ένα φλιτζανάκι γεμάτο, ξέχειλο, περίτεχνα από σταφίδες. Η κομπίνα ήταν ο ………. πάτος του φλιτζανιού. Έβαζε χαρτί που έφτανε στη μέση του φλιτζανιού και έτσι ικανοποιούσε τα μάτια του υποψήφιου αγοραστή. Είχε παρέα και δύο αβανταδόρους να φυλάσσουν το «εμπόρευμα» από τις απρόβλεπτες επιθέσεις. Η πείνα έχει  τα ξεσπάσματά της.
Ο λιμοκοντόρος με γραβάτα και φανερά τριμμένο παντελόνι στα γόνατα, ψιθύριζε σ΄ενα πηγαδάκι:
-Παιδιά αλεύρι; Παιδιά αλεύρι;
-Πενήντα …………
-Πενήντα τι;
-Εκατομμύρια.
-Πολλά είναι …….
-Άμα θέλεις ….
-Που είναι;
-Εδώ στη μάνδρα, δίπλα στο σταθμό Λαρίσης.
-Καθαρό ή με αραποσίτι ;
-Πολλά ζητάς φίλε. Ο κόσμος πεθαίνει και εσύ συζητάς λεπτομέρειες. Σε λιγάκι δεν θα υπάρχει και αυτό. Έρχεται η γέμιση του φεγγαριού, οι σκιές μας δεν θα ενώνονται με τις σκιές των σάκων και των κιβωτίων όταν το αρπάζουμε το βράδυ.
-Δείξτε λίγη κατανόηση ………
-Έχει μείνει η τελευταία οκά, για μια εβδομάδα το φως του φεγγαριού, μάς α ……… απαγορεύει το πλιάτσικο στις αποθήκες, κατάλαβες;
-Και τι θα τρώμε;
- ……… το φεγγάρι ολόγιομο..
Η άλλη παρέα που στηριζόντουσαν οι μισοί στη μάνδρα του σταθμού Λαρίσης κουβέντιαζαν έντονα, νευρικά, ατέλειωτα.
-Πέτρο, τώρα με το ολόγιομο φεγγάρι δεν μπορούμε να αφήσουμε τον κόσμο μας να πεθάνει από την πείνα. Να σκεφτούμε κάτι άλλο να κάνουμε. Το βράδυ έχει ερημιά από κόσμο που κυκλοφορεί, έχει το φως του «εχθρικού» φεγγαριού, οι συμμορίες κάθονται  … στα σπίτια τους.
-Το «εχθρικό» φεγγάρι;
-Σε καιρό ειρήνης είναι το «ρομαντικό» φεγγάρι.
-Σαν τι αρχηγέ; Συνέχισε για το «εχθρικό» φεγγάρι.
-Να αρπάξουμε τρόφιμα την ημέρα, με το φως του ήλιου, όχι τη νύχτα.
-Είσαι καλά, είσαι τρελός;
-Είμαι γνωστικός αλλά πεινασμένος.
-Υπάρχει κάποιο σχέδιο;
-Τώρα διαμορφώνεται στο τσερβέλο μου.
-Σ’ ακούω ……………..
-Περίμενε   …… σκέπτομαι. Η διαφορά είναι ότι θα χρειαστούμε πολλά άτομα στην ομάδα.
-Αντίσταση; πόσα;
-Είκοσι, τριάντα.
-Και…………
-Να είναι όλοι πατριώτες ή πεινασμένοι και αποφασισμένοι.
-Λοιπόν;
-Έχει έλθει μια μεγάλη παρτίδα από βούτυρο σε στερεά κατάσταση στο 5/6, εδώ μπροστά. Χτες κουβέντιαζα με τον Αρχιεργάτη. Είναι και αυτός στο κόλπο. Την επιχείρηση βούτυρο θα την κάνουμε την μέρα με τον ήλιο στον ουρανό..
-Δεν κινδυνεύουμε; Δεν ρισκάρουμε πολύ;
-Τι να είναι μέρα, τι να είναι νύχτα; Οι Γερμανοί είναι αδίστακτοι. Σε βρίσκουν ……… μια και έξω ……… σε σκοτώνουν.
Ο υπαρχηγός της αντιστασιακής ομάδας, ο Πέτρος, σταμάτησε να φέρνει αντιρρήσεις, ήταν ανώφελο. Κατέβασε το κεφάλι και γύρισε την πλάτη. Πάντα υπάκουε στον αρχηγό της ομάδας. Έπρεπε να βρει τους εθελοντές, μεγάλος αριθμός όμως. Περπατώντας μονολογούσε:
«Επιχείρηση βούτυρο μέρα και μεσημέρι; Αν είναι δυνατόν!!!»
Οι τρεις φίλοι είχαν καθίσει στα καθίσματα του Καφέ –Μπαρ και κοίταζαν μια το φεγγάρι, μια την βαθειά μπλε θάλασσα. Οι δύο (ο Πάνος και ο Γιώργος) παρακολουθούσαν το πρόσωπο του Γιάννη ενώ μιλούσε. Η περιπέτεια αντίστασης «όταν Λιώνει το Βούτυρο», είχε αποκτήσει ενδιαφέρον. Ο Γιάννης σταμάτησε να πάρει μια ανάσα και κοντανάσαινε λέγοντας: «Έλα βρε Πάνο, σου είπα ότι θα απολαύσεις το φεγγάρι, θα το ευχαριστηθείς …….»

***



Το φεγγάρι  γέμιζε με φως, άπλετο φως τη θάλασσα και ο Γιάννης συνέχιζε την αφήγησή του. Ήθελε να πάρει «μπράβο» από τους φίλους του. Ειδικά αυτός ο Πάνος του δημιουργούσε συνέχεια «προβλήματα» με τις αρνητικές του προτάσεις. Κάθε φορά αποκτούσε και έναν πονοκέφαλο από τις αιχμηρές  παρατηρήσεις του.
Κάπου διάβασα για τη λειτουργία του Β Τελωνείου του Πειραιά στην Κατοχή, κάποιες αφηγήσεις από τον πατέρα μου  έμεινα ζωηρές στη μνήμη μου. Οι τελωνειακές διαδικασίες είχαν παραμείνει οι ίδιες , ακόμα και με τους κατακτητές Γερμανούς. Το εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο βρισκόταν στα χέρια λίγων. Συνήθως γερμανοελληνικών ή ιταλοελληνικών επιχειρήσεων. Δούλευαν για τις ανάγκες κυρίως των στρατευμάτων κατοχής.
Ο μακαρίτης  ο κύρ- Σταύρος, ο πατέρας μου, πέτυχε να συνεργάζεται με μια γερμανοελληνική εταιρία. Έπρεπε να ταΐσει την οικογένεια, έπρεπε ….
Τα εμπορικά πλοία γερμανικά και ιταλικά έβγαιναν και έμπαιναν στο λιμάνι συνοδεία πολεμικών. Οι επιχειρήσεις  που είχαν συναλλαγές με τα τελωνεία ήταν γνωστές και μετριόντουσαν στα δάκτυλα. Ακουγόντουσαν τα ονόματα Ντεγκρίγκες, Υπουργείο Εμπορίου, Συνεταιρισμός Αττικής, Τράπεζα Ελλάδος , Εθνική Τράπεζα, ΠΑΕΓΑΕ κλπ.
Είναι γνωστό ότι δεν κυκλοφορούσε συνάλλαγμα και χρησιμοποιείτο η τεχνική του κλήρινγκ. Αυτό σήμαινε εξαγωγή ελληνικών προϊόντων (καπνά, κρασί, σουλτανίνες, κορινθιακή σταφίδα, βαμβάκι, ελαιόλαδο,, δέρματα, μαλλί σύκα, πορτοκάλια), με εισαγωγή γερμανικών και ιταλικών προϊόντων όπως ξυλάνθρακας, σιτάρι, βούτυρα, καλαμπόκι, μηχανήματα και ανταλλακτικά αυτών κλπ.
-Σταύρο τι έχεις σήμερα;
-Ανταλλακτικά τρακτέρ.
-Της δασμολογικής κλάσης 84.35, ρωτά ο ελεγκτής.
-Ναι, σωστά. (Ο Σταύρος είχε τελωνίσει πολλές φορές με αυτόν τον ελεγκτή , αυτό το είδος του εμπορεύματος).
-Σταύρο, πήρες για σήμερα την αξία της μεταλλικής δραχμής;
-Την πήρα κύριε ελεγκτή. Πάντως το εφεύρημα μεταλλική δραχμή για δασμούς, απαλλάσσει από αλλαγές, συχνές αλλαγές του δασμολογίου. Μεταλλική δραχμή  άλλη για τα Τελωνεία, άλλη για τα Δικαστήρια. (κάνει την ρητορεία του ο Σταύρος).
-Δίκιο έχεις. Εξουσία είναι ότι θέλει κάνει.
 -Κύριε ελεγκτή κάτι συμβαίνει έξω. Έχει μαζευτεί πολύς κόσμος. Βλέπω και άγημα Γερμανών φρουρών.
-Πάμε να δούμε ……
-Από μακριά όμως ….. επικίνδυνοι οι καιροί ……
-Αποθηκάριε .. τι συμβαίνει;
-Κλέψανε βούτυρο και μαζεύουν τους εργάτες για ανάκριση …….. θα έχουμε πάλι ξυλοδαρμούς στα υπόγεια και αντίποινα. Κάποιες μάνες θα κλάψουν πάλι.

***

Ο χώρος του 5/6 στον ΟΛΠ, το πρωινό εκείνο, είχε μια ασυνήθιστη κίνηση. Από μακριά οι τελωνειακοί υπάλληλοι έβλεπαν και δεν πίστευαν στα μάτια τους. Οι εργάτες του ΟΛΠ από τους άλλους χώρους δουλειάς του Λιμανιού κοκάλωσαν για μερικές στιγμές. Πολλοί εκτελωνιστές μαζεύτηκαν στην αίθουσα συναλλαγών του Τελωνείου, μέχρι να καθαρίσουν τα Ντοκ από το γερμανικό άγημα. Η φήμη ότι η Γκεστάπο μάζεψε καμιά πενηνταριά εργάτες (αχ αυτή η υπερβολή του κακού)  και τους ανακρίνει πάγωσε το αίμα στις φλέβες.
Μερικοί εκτελωνιστές, με τα καρτελάκια στο στήθος, άφοβοι πηγαινοερχόντουσαν στους χώρους της Αποθήκης.  Εκτελούσαν τα καθήκον τους …………  και την πείνα τους.
Στην έξοδο της Μεγάλης Πόρτας του Αγίου Διονυσίου, ένας Γερμανός σταματάτε όλους τους εργάτες που ερχόντουσαν από το 5/6. Συγκέντρωναν κόσμο. Το ίδιο γινόταν στο εσωτερικό της αποθήκης και στον υπαίθριο χώρο της. Κάτι άσχημο θα ερχόταν.
Ένα απόσπασμα από την Γκεστάπο του Πειραιά είχε παραταχθεί στο χώρο του 5/6 και σημάδευε με τα οπλοπολυβόλα δέκα με δεκαπέντε εργάτες . Είχαν οι τελευταίοι σηκώσει τα χέρια ψηλά. Φορούσαν τις τραγιάσκες τους και περίμεναν την εξέλιξη της μοίρας τους.
-Ράους
-Στη γραμμή, στη γραμμή.
Οι εργάτες με τις τραγιάσκες έκαναν ότι έμπαιναν στη γραμμή. Άλλοι έγερναν τον ώμο τους στα αριστερά, άλλοι δεξιά, κάποιοι έσκυβαν το κεφάλι, κοίταζαν το έδαφος μπας και ανακαλύψουν …… το μέλλον τους.
Οι οπλισμένοι Γερμανοί με τα όπλα προτεταμένα προσπαθούσαν με φωνές, να σχηματίσουν μια υποφερτή γραμμή. Όλο και έδειχναν την κάνη του οπλοπολυβόλου τους, όλο και τρόμαζαν τη ομάδα των εργατών με τις τραγιάσκες. Οι τελευταίοι δεν τρόμαζαν για τη ζωή τους, τρόμαζαν για τις αδέσποτες σφαίρες των Γερμανών. Αν είναι να πεθάνουν, ας πάνε από σκόπιμα κατευθυνόμενη σφαίρα, παλικαρίσια …………
-Ένα, δύο, ένα δύο (ούρλιαζε ένας Γερμανός που έκανε τον λοχία, άιν τσβάι, άιν τσβάι, ράους).
Η ομάδα των εργατών με τις τραγιάσκες ξεκίνησε με κατεύθυνση τα Γραφεία του Β Τελωνείου Πειραιά. Ήταν μια απόσταση τετρακοσίων πεντακοσίων μέτρων. Πέρασαν πρώτα από την κεντρική είσοδο του Λιμανιού, φάτσα με την εκκλησία του Αγίου Διονυσίου, έστριψαν αριστερά και είδαν δεξιά τον Σταθμό Λαρίσης. Μπήκαν στην ευθεία  κατευθυνόμενοι προς το 5ο Λιμενικό Υπόστεγο και τα Γραφεία του Τελωνείου και του ΟΛΠ. Πολύς κόσμος είχε μαζευτεί στα κάγκελα, στις δύο πόρτες και παρατηρούσε την πομπή.
Ένα αόρατο κύμα θλίψης φάνηκε πάνω από τα κεφάλια των ανθρώπων. Ο θεός παρατηρούσε αόρατος τις δικές του εντολές.
Η ομάδα των εργατών με τις τραγιάσκες και τα βαριά χειμωνιάτικα ρούχα, μπήκε στο κτήριο και στάθμευσε στη μεγάλη αίθουσα των συναλλαγών. Τους τριγύρισαν αμέσως οι Γερμανοί με τα όπλα προτεταμένα.
-Βγάλτε τα παντελόνια σας (είχε έλθει και ο μεταφραστής των Γερμανών, ένα ανθρωπάκι που ήξερε μόνο ……να υπακούει).
Οι εργάτες με τις τραγιάσκες, ξέλυσαν τις ζώνες τους και κατέβασαν τις τιράντες τους. Τα παντελόνια πήραν την κατηφόρα στους μηρούς και στις κνήμες. Φάνηκαν πιτζάμες και σώβρακα, φάνηκαν χρώματα και κουρέλια, φάνηκαν μπαλώματα.
-Βγάλτε τα σακάκια σας όλοι, όλοι …………….  τα παλτά σας, ράους.
Οι εργάτες με τις τραγιάσκες υπάκουσαν και σε αυτή τη διαταγή. Ο υπεύθυνος Γερμανός αξιωματικός τροφοδοσίας γινόταν όλο και περισσότερο έξαλλος. Είχαν αφαιρέσει σχεδόν τα μισά κιβώτια με το στέρεο βούτυρο από την προχτεσινή παρτίδα και δεν μπορούσε να ανακαλύψει τον τρόπο της κλεψιάς. Σε πολλούς μπελάδες τον είχε βάλει αυτή η περίεργη φυλή των Ελλήνων.
Θυμόταν ο Γερμανός αξιωματικός τη μεγάλη κίνηση των εργατών με τις τραγιάσκες στο χώρο των βαρελιών με το βούτυρο και τόσο διαολιζόταν. Που το έκρυβαν όταν το έκλεβαν; Πως το μετέφεραν;
-Βγάλτε και τα πουκάμισα………….  ράους. (Φώναξε ο αξιωματικός).
-Γυμνοί; (Τόλμησε ένας να ψιθυρίσει).
-Γυμνοί και ξεβράκωτοι. Όλοι,  όλοι γρήγορα (και πρότεινε το περίστροφο).
Κοίταζε ο φέρελπις Γερμανός Αξιωματικός μπροστά του, τους ξεβράκωτους εργάτες και προσπαθούσε να μαντέψει.  Είχε κάτσει στην άκρη της μεγάλης αίθουσα και περιεργαζόταν το πλήθος των εργατών με τις τραγιάσκες.
Παρέμενε ένα μεγάλο ερωτηματικό γι΄αυτόν. Στο τηλέφωνο, ο Διοικητής του είχε εκφράσει άγριες διαθέσεις. «Αν δεν βρεις τη ζημιά, θα σε μεταθέσω στο Ανατολικό Μέτωπο!!» Φοβήθηκε, είχε μια γυναίκα και δύο παιδιά που τον περίμεναν. Στην Ελλάδα περνούσε καλά με τα μικρά σαμποτάζ και την ηρωική αντίσταση.
Δεν μπορούσε και να τους ψάξει. Να ψάχνει τις μασχάλες, να ψάχνει την κοιλιά, να ψάχνει τα οπίσθια, τα αχαμνά, τα μπούτια, τα ……..
Ω σιχασιά σκεφτόταν.
Οι τρεις φίλοι, στην παραλία στα Βοτσαλάκια του Πειραιά, κοίταζαν το γιομάτο φεγγάρι και πήγαινε η θύμησή τους στις διηγήσεις των πατεράδων τους. Ζωντάνευε με την διήγηση του Γιάννη ακόμα περισσότερο το παρελθόν. Και οι τρεις ήταν εκτελωνιστές, οι δύο δεύτερης γενιάς. Ο ένας εν ενεργεία και οι δύο συνταξιούχοι. Η διήγηση έβγαινε αβίαστα από το Γιάννη. Λες και την ζούσε ο ίδιος. Περίεργα υπόγεια ρεύματα κυκλοφορούσαν εκείνη τη νύχτα………..
Του Γερμανού του σφηνώθηκε μια ιδέα, (συνέχισε ο Γιάννης.)  Έπρεπε να το είχε σκεφτεί νωρίτερα: «Το βούτυρο λιώνει, τώρα υπάρχει κρύο στην ατμόσφαιρα, χειμώνας, αν ανάψω τις σόμπες, τις βάλω στο φουλ;;;»
-(Γύρισε στους οπλισμένους Γερμανούς.) Γρήγορα, ράους, κλείστε τις πόρτες, κλείστε τα τζάμια από τα παράθυρα, να μη μπαίνει κανείς, να μη βγαίνει κανείς……  γρήγορα.
Πάλι τα πολυβόλα απέκτησαν κίνηση στα χέρια των Γερμανών. Έβγαλαν έξω όλο το προσωπικό των Τελωνείων και τους συναλλασσόμενος εκτελωνιστές.
«Θα σας ζεματήσω σαν τα ποντίκια» σκεπτόταν ο αξιωματικός και το έκανε πράξη.
-Ρίξτε ξύλα στις σόμπες. Ρίξτε ξύλα, πολλά ξύλα …….
Η αίθουσα άρχισε σιγά σιγά να ζεσταίνεται. Ο Γερμανός αξιωματικός παρατηρούσε τους εργάτες με τις τραγιάσκες που έμεναν απαθείς.
Αναρωτιόταν αν θα πετύχαινε  το εγχείρημα; Το βούτυρο αν το έχουν κρύψει θα εμφανιζόταν, θα κατρακυλούσε.
Η ζέστη στη Αίθουσα γινόταν όλο και πιο μεγάλη, ανέβαινε ανέβαινε …… οι εργάτες με τις τραγιάσκες άρχισαν να κοντανασαίνουν.
Το πρόβλημα βρήκε τη λύση του.
Στις φαβορίτες ξεμύτισε κάτι σαν ιδρώτας, ύστερα έγινε πιο εμφανής ο «ιδρώτας» στην αρχή του μετώπου, εκεί που ξεκινούν τα μαλλιά. Το βούτυρο ήταν στις τραγιάσκες  και έτρεχε κατεβαίνοντας προς τον ανθρώπινο λαιμό. Το βούτυρο ήταν κρυμμένο στις τραγιάσκες των εργατών και κατρακυλούσε ασταμάτητα.
Άρχισε να ενοχλεί τους εργάτες.
Ο Γερμανός αξιωματικός άρχισε να τρίβει τα χέρια του. Ξαφνικά σταμάτησε και το χέρι του άγγιξε το περίστροφο στη μέση της ζώνης. Το έβγαλε και έκανε δύο βήματα μπροστά. Έβαλε το περίστροφο στον κρόταφο του πρώτου εργάτη στη γραμμή. Συσπάστηκαν οι μυς του προσώπου του. Κούνησε αρνητικά το κεφάλι, δεν ήθελε να δώσει μεγαλύτερη δημοσιότητα στην κλοπή του βούτυρου. Ήταν ένα ευαίσθητο κομμάτι της πολιτικής προπαγάνδας των στρατευμάτων κατοχής. Έμεινε ικανοποιημένος που βρήκε λύση στο πρόβλημα. Βρήκε τους παραβάτες και έκανε μια πιο μελετημένη κίνηση. Κατέβασε το περίστροφο και απευθύνθηκε στο μεταφραστή:
-Ζήτησέ τους ταυτότητες. Όλα τα προσωπικά έγγραφα που έχουν, γρήγορα ……..
Σε μια γωνιά επάνω στο γραφείο έφτιαξε έναν κατάλογο όλων όσων συμμετείχαν. Είχε σκοπό να τα στείλει στα κεντρικά γραφεία της Γκεστάπο. Αν είχαν προξενήσει και άλλες ζημιές στον στρατό της χιτλερικής Γερμανίας, θα έπαιρναν το δρόμο για τις φυλακές.
 Οι πρωτόπειροι, αυτοί που δεν είχαν φάκελο,  ήταν τυχεροί θα δούλευαν πάλι το επόμενο πρωί στο λιμάνι.
Το νέφος  της θλίψης έφυγε από τα κεφάλια των παρατηρητών όμως έμεινε στην ψυχή των Ελλήνων.

***

-Αρχηγέ δίδαξέ μας την κλοπή.
-Το σχέδιο που κατέστρωσα έχει κάπως έτσι: Το βούτυρο είναι σε λεπτό χαρτί τυλιγμένο, διαστάσεων 0,15Χ0,25Χ0,05 του μέτρου. Το πάχος μπορούμε να το ελέγξουμε, ακόμα και τις διαστάσεις του. Τα ξυλοκιβώτια έχουν 6 κομμάτια σε κάθε στρώση. Δέκα στρώσεις όλο το ξυλοκιβώτιο. Θα το ανοίγει ο Δημήτρης ή ένας άλλος, θα περνά κάθε ένας με τη σειρά και θα παίρνει από ένα σε βαθύ κάθισμα του σώματος .  θα βγάζει την τραγιάσκα του, θα το τοποθετεί στο κεφάλι, θα σηκώνεται όρθιος και θα φεύγει προς το Υπόστεγο. Θα το διασχίζει και από την πίσω πόρτα του θα κατευθύνεται προς την κεντρική πόρτα του Λιμανιού. Την επόμενη κίνηση την ξέρετε. Η αποθήκη περισυλλογής είναι στα εκατόν πενήντα μέτρα.
-Όλη η επιχείρηση θα χωριστεί σε τέσσερις ομάδες των πέντε ατόμων. Κάθε μισή ώρα θα ξεκινά για την περισυλλογή μια ομάδα. Μια ομάδα στο υπόστεγο 5/6, δύο ομάδες στο 7 Ντοκ, μια ομάδα στην αποθήκη περισυλλογής και μια ομάδα στην εξέλιξη της επιχείρησης βούτυρο. Η δημιουργία μεγάλης κίνησης είναι επικίνδυνη. Μην ξεχάσετε τις τραγιάσκες σας. Μην ξεχάσετε τα σκεπάρνια σας. Είναι εργαλεία δουλειάς και συγκάλυψης..
-Άλλη διευκρίνιση αρχηγέ;
-Το ντύσιμό σας να είναι πολλαπλό. Παλτά, μπουφάν, φόρμες, να ντυθείτε σαν κρεμμύδι ………….. ξέχασα, ο αρχηγός της ομάδας να κρατήσει τις αποστάσεις του χρόνου. Κάθε μισή ώρα …..
-Κάτι άλλο;
-Καλή επιτυχία. Να θυμάστε, το βούτυρο θα σώσει ζωές.
Ο Πάνος, στην παραλία στα Βοτσαλάκια του Πειραιά, κοίταξε το φεγγάρι και γύρισε στο Γιώργο.
-Μας φαίνονται όλα αυτά σαν ψέματα;
-Είναι αλήθεια Πάνο, μόνο που πρέπει να μην τα ξεχνάμε, να τα ξεπερνάμε, για να ηρεμεί η ψυχή μας.
-Πόσο όμως είναι αλήθεια ότι το ολόγιομο φεγγάρι είναι «εχθρικό»;

Λέξεις  3.293
Ιούλιος 2013


Σημ: Οποιαδήποτε ομοιότητα με την πραγματικότητα είναι εντελώς συμπτωματική

Το Blog Λογοτεχνία – Πολιτιστικά  Εκτελωνιστών δέχεται να φιλοξενήσει κείμενα συναδέλφων, αξιώματα και πολιτιστικά δρώμενα  που αναδεικνύουν τον εκτελωνιστικό πολιτισμό


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου