Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Έλα μέσα να το συζητήσουμε Διήγημα με ανθρώπους των Τελωνείων 23 Απριλίου 2014



Έλα μέσα να το συζητήσουμε Διήγημα με ανθρώπους των Τελωνείων 23 Απριλίου 2014

Βιβλιαράκι καρφίτσας σελ 42

Αχ αυτές οι μεταφορτώσεις. Απλές αλλά έχουν τόσα προβλήματα ……. Τις έχεις <από κοντά> και σου ξεφεύγουν. Πάντα θα υπάρχει το <απολωλός πρόβατο>. Προσπάθησε να ξεχάσει την εκκρεμότητα και να συνεχίσει τη δουλειά της ημέρας. Ξανά σκύβει στις διασαφήσεις που είχε στα χέρια του, για να πιάσει τον ειρμό της συνέχειας από εκεί που τον άφησε.




Έλα μέσα να το συζητήσουμε

Διήγημα με ανθρώπους των Τελωνείων


Στο λιμάνι της Πάτρας τα φορτηγά αυτοκίνητα συνωστίζονταν στην αλάνα του Ντοκ. Μερικές δεκάδες φορτηγά περίμεναν τη σειρά τους για να επιβιβαστούν στο Φέρι για την Ιταλία. Πότε αποβιβαζόντουσαν στο Μπάρι, πότε στην Αγκώνα, πότε στο Μπρίντιζι και στην Τεργέστη. Ο προορισμός ήταν επιλογή των οδηγών για συντομότερες διαδρομές. Μετέφεραν ελληνικά φορτία με τα αυτοκίνητα, κυρίως για την Κεντρική Ευρώπη. Μια άλλη μικρή αυτή τη φορά ομάδα με φορτηγά περίμεναν το Φέρι για να αποβιβαστούν στην Ηγουμενίτσα. Από εκεί ήταν εύκολη και γρήγορη η διαδρομή για την Αλβανία, από την είσοδο του Τελωνείου της Κακαβιάς. Οι οδηγοί ακολουθούσαν αυτή τη διαδρομή όταν είχαν προβλήματα στους δρόμους της Δυτικής Ελλάδας. Ο κεντρικός δρόμος από το Ρίο μέχρι την Ηγουμενίτσα είχε αποκτήσει πυκνή κυκλοφορία με τα συχνά δρομολόγια που έκαναν τα  φορτηγά με προορισμό την Αλβανία.
Η κάθοδος των Αλβανών με το θάνατο του Εμβέρ Χότζα, δικτάτορα της χώρας, με κατεύθυνση κυρίως προς την Ελλάδα και την Ιταλία ήταν ένα ποτάμι που δεν είχε επιστροφή. Άνθρωποι, πολλοί άνθρωποι, γυναίκες και παιδιά, έφηβοι έγιναν ένα ρεύμα με κατεύθυνση να επιβιώσουν μέσα από τον πολιτισμό της Ελλάδας, τη <γη της επαγγελίας>. Μόλις οι Έλληνες είχαν ανακάμψει από τις πληγές του μεγάλου πολέμου και του εμφύλιου σπαραγμού, σε σύγκριση με όλες στις άλλες βαλκανικές χώρες. Τα αυτοκίνητα πλήθαιναν συνέχεια στους δρόμους της Αθήνας. Τα Σαββατοκύριακα οι διεθνείς αρτηρίες γέμιζαν με Αθηναίους και Πειραιώτες που πήγαιναν στα εξοχικά τους. Το ανθρώπινο κύμα των Αλβανών έδειχνε τη δύναμη του στην ελληνική κοινωνία, την καλή του πλευρά, φτηνά εργατικά χέρια, την κακή του πλευρά ληστείες και κλοπές χωρίς τελειωμό. Τα μεροκάματα των Αλβανών γινόντουσαν τρόφιμα και ρούχα. Άλλοτε γινόντουσαν ηλεκτρικές συσκευές και άλλοτε εμβάσματα στην πατρίδα να κτίσουν σπίτια. Η μετανάστευση σε όλο το μεγαλείο της.

Σε αυτή την οδική αρτηρία, με το όνομα Ιόνιος οδός, συνέβαιναν πολλά και περίεργα πράγματα. Πέρα από την αύξηση της κυκλοφορίας, είχαν δημιουργηθεί και έκτακτα μπλόκα από την Ελληνική Αστυνομία για τον καλύτερο έλεγχο της περιοχής. Οι φορτηγατζήδες που ήθελαν να έχουν ήσυχο το κεφάλι τους, ταξίδευαν συνήθως ημέρα σε αυτή την αρτηρία. Όταν ήθελαν να την αποφύγουν την παραμέριζαν και επιβιβαζόντουσαν στα Φέρι μέχρι την Ηγουμενίτσα ή ακόμα και στην Αλβανία.
Ο Ναπολέων που οδηγούσε το φορτηγό ΒΒ 2546 με φορτίο για την Αλβανία, ένιωσε τα μάτια του να βαραίνουν όταν πλησίαζε έξω από το Κιάτο. Έκανε κουράγιο, είχε μια μεγάλη διαδρομή ακόμα να εκτελέσει, το  Ρίο ήταν ακόμα μακρυά. Θα περίμενε με υπομονή να οδηγήσει το αυτοκίνητο στο Αντίρριο και μετά σιγά και σταθερά, θα έφτανε στα σύνορα της Αλβανίας, στην είσοδο της Κακαβιάς.
Είχε αυξηθεί η ανησυχία του για την έλλειψη ύπνου, έμενε ξάγρυπνος για 24ώρες. Είχε πέσει πολύ δουλειά στην εταιρεία που δούλευε και δεν μπορούσε ν’ αρνηθεί τη μεταφορά.  Περίμενε με λαχτάρα να φτάσει στο Αίγιο. Για μια στιγμή πέρασε από το μυαλό του να βρει ένα ξενοδοχείο για να ξαπλώσει δύο τρεις ώρες, να ξεκουραστεί λίγο. Σκεπτόταν όμως το φορτίο. Ήταν πολύτιμο το φορτίο που μετέφερε. Ηλεκτρικές συσκευές για την ανώτερη τάξη της Αλβανίας που μόλις τώρα ξυπνούσε για να απολαύσει τον ηλεκτρικό πολιτισμό της Δύσης. Αν του έκλεβαν το φορτίο; Να πάρει η οργή ας είχε καρπούζια να μεταφέρει. Το πολύ, πολύ να του έκλεβαν μερικά για να φάνε. Το φορτίο ήταν πολλά εκατομμύρια δραχμές, ούτε η πώληση του αυτοκινήτου δεν θα έφτανε να ξεχρεώσει την αβαρία, αν συνέβαινε.
Σήκωσε το κεφάλι του ψηλά και άναψε το φωτάκι πάνω από το μεγάλο παρμπρίζ. Έβαλε στα δεξιά το χέρι του, εκεί που έβαζε τα έγγραφα μεταφοράς  και ψηλάφισε μέσα στο ντουλαπάκι. Βρήκε το μάτσο με τα δικαιολογητικά  έγγραφα, τα έφερε στο φως εμπρός του και άρχισε να τα ξεφυλλίζει ένα, ένα. Το φορτηγό έτρεχε δεξιά στο δρόμο, δεν χρειαζόταν να βρίσκεται σε εγρήγορση, η κυκλοφορία ήταν αραιή ακόμα. Μια φορτωτική CMR για τη μεταφορά από Ελλάδα για Αλβανία. Δύο αντίτυπα διασάφησης μεταφόρτωσης, έτσι τα έλεγαν οι εκτελωνιστές όταν μιλούσαν μαζί του. Ένα δελτίο Αποστολής του Εκτελωνιστή με τα σχετικά στοιχεία του φορτίου. Είχε κάνει τον κόπο να γράψει όλα τα έγγραφα στο βιβλίο κινήσεως του αυτοκινήτου. Δεν ήξερε τι μπορούσε να συμβεί στο δρόμο. Ένας έλεγχος από το Υπουργείο Οικονομικών σήμαινε σε λεφτά ένα σοβαρό πρόστιμο. Όλα τα έγγραφα τα είχε ξαναδεί επανειλημμένα στα δύο χρόνια που αναγκάστηκε να δουλέψει οδηγός σε φορτηγό TIR, για το εξωτερικό. Αυτό που δεν μπορούσε να καταλάβει ήταν η <διασάφηση>, έτσι την είχε πει το <αφεντικό> στο γραφεία της εταιρείας όταν τακτοποιούσε τα χαρτιά. Αυτή η τελωνειακή υπηρεσία όλο νέα έντυπα εφεύρισκε. Έντυπα με πολλά κουτάκια  ακαταλαβίστικα  
Όταν έφευγε το απόγευμα από τον Πειραιά το <αφεντικό> του είπε να προσέξει όταν θα φτάσει στην Κακαβιά να βάλει τον Έλληνα Τελώνη να υπογράψει το ένα αντίτυπο αυτού του χαρτιού, αυτού που ονομάζεται <διασάφηση>. Σε τι άραγε να χρησιμεύει αυτό το υπογεγραμμένο χαρτί, σκεφτόταν ο οδηγός. Εγώ το φορτίο κοιτάζω να παραδώσω άθικτο, χωρίς ελλείμματα χωρίς αβαρίες , τα "χαρτιά” φτιάχνονται, και ησύχασε από τον έλεγχο του υποσυνείδητού του .



***


Το ΣΤ΄ Τελωνείο Πειραιά είναι αρμόδιο σε μια έκταση, <έχει χωρική αρμοδιότητα>, που καλύπτει την παράκτια γραμμή από τα Λιπάσματα μέχρι την περιοχή <Καζάνι>, εκεί που ξεκινά σήμερα η αρμοδιότητα του σημερινού Ε Τελωνείου, του πρώην ΙΑ Τελωνείου Πειραιά. Ο χώρος αυτός ήταν ελεύθερος τις δεκαετίες του 50 και 60, ελεύθερος για να ελλιμενίζονται τα πλοία που έκαναν ταξίδια στη νησιωτική και παραλιακή Ελλάδα. Ήταν ελεύθερος για να κάνουν τα μπάνια τους οι κάτοικοι των Ταμπουρίων, της Δραπετσώνας, του Αγίου Γεωργίου. Μετά ήλθε ο επιθετικός <πολιτισμός>, οι ελεύθερες ακτές έγιναν Ντοκ, προκυμαίες για ελλιμενισμό των πλοίων, για φορτία εισαγόμενα και εξαγόμενα. Έπρεπε να προστατευθούν οι χώροι από τον περαστικό, τον αδιάκριτο. Τα σύνορα κτίστηκαν με τοιχεία εβδομήντα και εκατό πόντους πάχους.
Μεγάλο κύριο τοιχίο χωρίζει την τελωνειακή περιοχή από το φαρδύ αυτοκινητόδρομο για μερικά χιλιόμετρα. Είναι η Λεωφόρος Δημοκρατίας. Αυτός ο φαρδύς μεγάλος δρόμος αφού διασχίσει το Κερατσίνι, έτσι λέγεται σήμερα η περιοχή ακολουθεί τους πρόποδες του βουνού δεξιά,  φθάνοντας  μέχρι το Πέραμα. Η περιοχή παλαιότερα ονομαζόταν Άγιος Γεώργιος. Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που βρίσκεται σε ένα παρακείμενο λόφο, με αρκετό υψόμετρο, δεσπόζει όλης της περιοχής. Προφανώς από την εκκλησία πήρε η περιοχή την ονομασία της. Η εκκλησία εκεί ψηλά ελέγχει το λιμάνι από την νοτιοδυτική πλευρά, ελέγχει τα σύνορα των Ταμπουρίων και του Πειραιά από το νοτιοανατολική πλευρά και τέλος βλέπει τη μεγάλη κοιλάδα της <Αμφιάλης>, την τοποθεσία <Παπά τις Ελιές> μέχρι το όρος Αιγάλεω. Ήταν ή εποχή που τα σπίτια ήταν λίγα στην περιοχή. Άλλωστε αν πάμε πίσω την εποχή των Περσικών Πολέμων, σε μαρτυρίες στα γραπτά κείμενα, ο Ξέρξης έβλεπε από το Αιγάλεω την <Ναυμαχία της Σαλαμίνας>. Το ΣΤ Τελωνείο Πειραιά χωροθετείται περίπου σε αυτή την εδαφική μορφολογία, δίπλα στη θάλασσα.
Τα κτίσματα που εξυπηρετούν τις υπηρεσίες του Τελωνείου και του ΟΛΠ βρίσκονται δίπλα -δίπλα, προφανώς για λόγους οργανωτικούς. Ο συναλλασσόμενος εκτελωνιστής και κάθε συναλλασσόμενος, μεταφορέας, ναυτικός πράκτορας, οδηγός, διεκπεραιώνοντας την τελωνειακή διαδικασία περνά πολλές φορές τις πόρτες  και των δύο υπηρεσιών και μένει για πολύ χρόνο στα κισσέ των υπαλλήλων.
Ο Γρηγόρης ανέβαινε τα σκαλιά του κτιρίου που στεγαζόταν το ΣΤ Τελωνείο του Πειραιά για εκατοστή φορά. Τον είχε προβληματίσει εδώ και δύο μήνες η αλύγιστη συμπεριφορά του Διευθυντή σχετικά με το κλείσιμο μια τελωνειακής μεταφόρτωσης. Μέτραγε τα μαρμάρινα σκαλοπάτια και ένα και δύο και τρία μέχρι να φθάσει στον πρώτο όροφο του Τελωνείου και να βρεθεί για πολλοστή φορά μπροστά στον Διευθυντή. Ζητούσε μια λύση στο πρόβλημα του. Μια λύση που θα μπορούσε να δοθεί μόνο αν ο διευθυντής  <έβλεπε>, κατανοούσε, το πνεύμα του νόμου, όχι <το γράμμα> του.
«Κύριε Διευθυντά ήλθα πάλι. Το πρόβλημα που έχει ανακύψει …….»
«Σας είπα κύριε εκτελωνιστά. Δεν θα ασχοληθώ άλλο μαζί σας!!! τέλος η ακρόαση» και απευθυνόμενος στον τελωνειακό υπάλληλο που βρισκόταν εκεί «Δεν θέλω να με ενοχλήσετε άλλο για αυτή την υπόθεση. Ο νόμος δίνει – γύρισε απευθυνόμενος στον Γρηγόρη - λύση και εγώ την ακολουθώ». Ο Διευθυντής έγνεψε με το χέρι του στον υπάλληλό και συνέχισε με τη φόρα που είχε πάρει, «πηγαίνετε στη θέση σας».
«Τι θα γίνει με εμένα κύριε Διευθυντά;» Πρότεινε πάλι σε χαμηλούς τόνους ο Γρηγόρης.
«Σας είπα κύριε. Θα πληρώσετε δέκα εκατομμύρια δραχμές, την αξία των εμπορευμάτων της μεταφόρτωσης. Λείπει η βεβαίωση εξόδου του εμπορεύματος στο Ε3, για την Αλβανία. Όχι άλλο!!! φτάνει»  και γυρίζει στο τηλέφωνο, προφανώς να σχηματίσει αριθμό.
“Κύριε Διευθυντά, το φορτίο πήγε στον προορισμό του” τόλμησε να ψελλίσει ο Γρηγόρης. Δεν ήθελε να βρεθεί αντιμέτωπος με τον διευθυντή σε φραστικούς διαξιφισμούς. Πάντα στις αρχές κάθε προβλήματος έβρισκε όλες τις παραμέτρους. Ήθελε να βρει και άλλα στοιχεία που υποψιαζόταν.
“Το λάθος πληρώνετε κύριε εκτελωνιστά. Δεν ξέρετε να κάνετε τη δουλειά σας, τέλος”.


***


Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε αυξήσει τους ελέγχους σε τελωνειακές διαδικασίες για εμπορεύματα που είχαν διακίνηση και προορισμό τα γειτονικά κράτη. Εκεί ζητούσε με τη νομοθεσία της να εφαρμοστούν αυστηρές προϋποθέσεις. Δηλαδή παρακολούθηση του φορτίου κατά βήμα. Μεταξύ αυτών των τελωνειακών διαδικασιών τη σπουδαιότερη θέση έχει η διαμετακόμιση ή αλλιώς με την τελωνειακή ορολογία <μεταφόρτωση>. Ο Τελωνειακός Κοινοτικός Κώδικας από το 1957 που το πρώτο νομοθετήθηκε γινόταν όλο και πιο αυστηρός. Ξεκίνησε με λίγες σελίδες και άρθρα και έγινε ένα κωδικοποιημένο νομοθέτημα που αγγίζει τις χίλιες πεντακόσιες σελίδες. Η μελέτη του, η ανεύρεση διαδικασιών, είναι όλο σκοπέλους και ακατανόητους όρους, όχι μόνο για τους αμύητους αλλά σχεδόν και για τους μυημένους.
Πως θα μπορούσε να γίνει κατανοητό για τον Έλληνα Τελωνειακό ή τον Εκτελωνιστή που τον εφαρμόζει, όταν δεν γνωρίζει τις διατάξεις της μεταφόρτωσης της Γερμανίας που επικράτησαν στην σύνταξη του; ποιο είναι το μέγεθος και η μορφή των εγγυήσεων στις συναλλαγές του Τελωνείου με τους εισαγωγείς και εξαγωγείς; Είναι σε όλους γνωστό ότι η Ολλανδία και άλλες χώρες δίνουν τριάντα μέρες πίστωση σε δασμούς και φόρους εισαγωγής. Κάθε μορφή συναλλαγής έχει βάθος χρόνου στο παρελθόν. Το βάθος χρόνου γίνεται μεγαλύτερο όταν στη συναλλαγή παίρνει μέρος και το Δημόσιο. Τέτοια προβλήματα ήταν πάρα πολλά, η εναρμόνιση, η απόλυτη προσαρμογή, είναι ζήτημα χρόνου και συγχώνευσης εμπειριών όλων των τελωνειακών και των εκτελωνιστών, με λίγα λόγια του Ευρωπαίου πολίτη και επαγγελματία.
Ενώ λοιπόν οι διατάξεις στον Κοινοτικό Τελωνειακό Κώδικα της εισαγωγής ή εξαγωγής έχουν μια χαλαρή διάρθρωση και εφαρμογή, η μεταφόρτωση γίνεται αυστηρότερη και περισσότερο ελεγχόμενη.
Ο Γρηγόρης βρισκόταν στο ΣΤ Τελωνείο Πειραιά, να τελειώσει τις διατυπώσεις δύο εφοδίων για τη ναυτιλιακή γραμμή που εξυπηρετεί. Ο έμπορος που τον επισκέφτηκε στο γραφείο την προηγούμενη ημέρα ήταν καινούργιος και φαινόταν αδαής στο τελωνειακά θέματα. Ήλθε συστημένος από πελάτη. Ζητούσε μια μεταφόρτωση ενός αυτοκινήτου, γεμάτου με ηλεκτρικές συσκευές σπιτιού. Η δουλειά της μεταφόρτωσης από άποψη διατυπώσεων στο ΣΤ Τελωνείο του Πειραιά, είχε πάρει το δρόμο της. Όλα έδειχναν ότι πήγαιναν κατ’ ευχήν.
Είχε συμπληρώσει τα στοιχεία της διασάφησης αφού συμβουλεύτηκε, όχι μόνο το τιμολόγιο του γερμανικού οίκου αλλά και τα φορτωτικά έγγραφα που το συνόδευαν. Πρόσεξε με πολύ προσοχή το TIR, τη φορτωτική CMR, πρόσεξε να διορθώσει τυχόν στοιχεία που δεν βρίσκονται σε τάξη.

“Τον κύριο Γρηγορόπουλο;”
“Παρακαλώ, ο ίδιος.”
“Από το ΣΤ Τελωνείο Πειραιά τηλεφωνώ. Δεν έχει επιστρέψει από το Τελωνείο Κακαβιάς ένα Ε3 μιας μεταφόρτωσης”
“Δεν άκουσα καλά!!”
“Έχεις καταθέσει μια διασάφηση εδώ και έξη μήνες και το έντυπο Ε3 δεν έχει επιστρέψει από τα σύνορα. Έγινα αντιληπτός;” Ο υπάλληλος του Τελωνείου, νόμιζε από την άλλη άκρη του σύρματος ότι τον ειρωνευόντουσαν. Δεν  κατάλαβε ότι ήταν σύγχυση αμφιταλάντευση και όχι ειρωνεία.
“Ευχαριστώ, ευχαριστώ”,  θα φροντίσω να τακτοποιηθεί η εκκρεμότητα, απαντά ο Γρηγόρης Γρηγορόπουλος. “ Περιμένω”.  Έπρεπε να μαζέψει τις πληροφορίες που του χρειαζόντουσαν. Τον αριθμό  της διασάφησης, την ημερομηνία της, το όνομα του πελάτη, να θυμηθεί την περίπτωση, να συμπεριφερθεί ανάλογα για το πρόσκομμα που παρουσιάστηκε. Χρόνια τώρα ήταν σε παρακολούθηση, στη διακίνηση του Ε3, πότε με τα εφόδια που διακινούσε, πότε με τις μεταφορτώσεις. Προσκόμματα ήταν ρε αδελφέ!!!
Την εξουσία προσπαθείς να την διορθώσεις, να γίνει περισσότερο ανθρώπινη, υποφερτή. Μια δύσκολη προσπάθεια που καταλήγει τις περισσότερες φορές χωρίς αποτέλεσμα. Αυτή η διόρθωση μπορεί να γίνει με νόμιμο τρόπο, σε μακροχρόνια διάρκεια, ακόμα και σε γκρίζες περιοχές, χωρίς να περνάς τα όρια της νομιμότητας. Οι τελωνειακές διαδικασίες επιδέχονται τέτοιες παρεμβάσεις.
Αχ αυτές οι μεταφορτώσεις. Απλές αλλά έχουν τόσα προβλήματα ……. Τις έχεις <από κοντά> και σου ξεφεύγουν. Πάντα θα υπάρχει το <απολωλός πρόβατο>. Προσπάθησε να ξεχάσει την εκκρεμότητα και να συνεχίσει τη δουλειά της ημέρας. Ξανά σκύβει στις διασαφήσεις που είχε στα χέρια του, για να πιάσει τον ειρμό της συνέχειας από εκεί που τον άφησε.
Το μεσημέρι στο γραφείο βρήκε το φάκελλο με τα αντίγραφα που διατηρούσε στο αρχείο κι άρχιζε να ξεφυλλίζει. Έγινε ανυπόμονος, είχε κάνει πολλές φορές μεταφορτώσεις, πρώτη φορά όμως για την Αλβανία, Πέταξε την τσάντα του σε μια καρέκλα για να πάρει δύο ανάσες.
“Αλκιβιάδη, ο Γρηγόρης είμαι…….”
“Γεια σου Γρηγόρη, έχουμε καμμιά μεταφορά κοντέινερ;”
“Όχι, όχι για την ώρα τουλάχιστον. Σε πήρα να μου στείλεις το Ε3 της μεταφοράς για την Αλβανία. Έχουν περάσει έξη μήνες και δεν ενδιαφέρθηκα καθόλου ………”
“Δεν θυμάμαι τίποτα Γρηγόρη πότε κάναμε τη μεταφορά; Δώσε μου περισσότερα στοιχεία. Άφησε με να ψάξω. Περίμενε θα σου απαντήσω ……. στο λεπτό”
Ο Γρηγόρης βρέθηκε στο κενό, με το ακουστικό στο χέρι. Άκουγε πολλούς θορύβους από την άλλη μεριά του σύρματος. Μεγάφωνα τσίριζαν, φωνές που δονούσαν τα τύμπανα του αυτιού του. Άκουσε  στο βάθος τον Αλκιβιάδη να φωνάζει με τη βραχνή φωνή του.
“Να προλάβεις να ξεφορτώσεις ! ! το εργοστάσιο κλείνει στις τέσσερις. Φτιάξε κατάσταση λοιπόν;” Σε λιγάκι ξανά, δυνατή η φωνή του στο ακουστικό,
“Έχω το φάκελλο της μεταφοράς μπροστά μου. Έχω την υπογραφή του CMR, επίσης του Δελτίου Αποστολής, έχω και δύο διασαφήσεις»
«Για πρόσεξε τις δύο διασαφήσεις Αλκιβιάδη. Έχουν την σφραγίδα του Ελληνικού Τελωνείου συνόρων;»
«Σφραγίδες βλέπω δεν διαβάζω και καλά. Να στις στείλω αύριο το πρωί από το γραφείο, εσύ ξέρεις περισσότερα!!»
“Καλά στείλε τις”. Το πρόβλημα παρέμενε στο μυαλό του.
Δεν περίμενε πολλές διευκρινίσεις ο Γρηγόρης. Του αρκούσε για την ώρα που υπήρχε στα χέρια του μεταφορέα το Ε3. Γιατί όμως είχε δύο αντίτυπα; Περίεργο. Έπρεπε να υπήρχε μόνο ένα αντίτυπο. Κάτι του τσίμπησε στην αριστερή πλευρά, στο βάθος του στήθους. Προσπάθησε να το ξεχάσει, αύριο μπορεί να ήταν μια ημέρα όπως τις άλλες, όχι ιδιαίτερα δύσκολη.


***

Η Αλβανία περνούσε μια μεταβατική περίοδο. Όλος σχεδόν ο αρσενικός πληθυσμός της είχε μεταναστεύσει στις γειτονικές χώρες. Έψαχναν για ψωμί και ύδωρ. Η ιστορία θα καταγράψει σύντομα την διασπορά των Αλβανών, των Βουλγάρων, των Ουκρανών, των Ρουμάνων, μια διασπορά που έχει τα χαρακτηριστικά παλαιότερων επιδρομών, των Σλάβων, των Βουλγάρων, των Τούρκων στη Βαλκανική.
Το κράτος της Αλβανίας είχε παραδοθεί άνευ όρων στα συστήματα διαχείρισης του μεγάλου κεφαλαίου. Ακόμα  και οι Τελωνειακές Υπηρεσίες για την είσπραξη των δασμών είχαν ανατεθεί σε Βελγικά συμφέροντα, μια κατάσταση χαώδης. Ο αγώνας του επίσημου κράτους δεν μπορούσε να συγκρατήσει τις δυνάμεις της μαύρης αγοράς που κυριαρχούσαν.
Κάτω από τέτοιες συνθήκες, οι συναλλαγές με τις γειτονικές χώρες είχαν μια αίγλη κέδρους, αλλά και ένα ρίσκο. Έτρεξαν οι επιχειρηματικοί όμιλοι να επενδύσουν στην αυξανόμενη κατανάλωση, στην επενδυτική προσπάθεια του Αλβανικού Κράτους. Η παρανομία όμως οργίαζε. Ήταν μια φυσιολογική συνέπεια. Δεν μπορείς σε έναν έφιππο καβαλάρη να μάθεις τους κανόνες κυκλοφορίας και οδήγησης του αυτοκινήτου, από τη μια μέρα στην άλλη.
Τα γειτονικά κράτη, οικονομικά αναπτυγμένα (Ελλάδα, Ιταλία, Γερμανία, Αυστρία) άρχισαν να παίρνουν τα μέτρα τους. Η τελωνειακή υπηρεσία και η αμοιβαιότητα δεν είχαν το αναμενόμενο αντίκρισμα αποτελεσματικότητας. Όλοι όσοι είχαν συναλλαγές με την Αλβανία άρχισαν να βάζουν περισσότερους περιορισμούς. Ακόμα και η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε επικεντρώσει τη νομοθεσία της στα προβλήματα δυσλειτουργίας.
Ο Γρηγόρης εκείνο το Σαββατοκύριακο ήταν όλο θυμό. Είχε να πάει στο εξοχικό του δύο εβδομάδες. Ο καιρός δεν βοηθούσε για μετακίνηση. Είχε χιονίσει και τα <στενά> της Μαλακάσας στο 33ο χιλιόμετρο της Εθνικής Οδού Αθηνών -Λαμίας είχαν κλείσει για ένα 24ωρο. Πάντα είχε την έννοια του εξοχικού του στον Αυλώνα. Νοιαζόταν για το σπιτικό του, για τα δένδρα του,  ήταν δεύτερη  μονάδα κατοικίας γι αυτόν. Ο καιρός είχε χάσει μεγάλο μέρος της ασχήμιας του και απεφάσισε να πάει. Ήξερε το πρόβλημα των διαρρήξεων που συνεχιζόταν από τους μετανάστες Αλβανούς, τα δύο τελευταία χρόνια. Οι εφημερίδες, οι φήμες, οι τηλεοράσεις έδειχναν καθημερινά επεισόδια διαρρήξεων, βιαιοπραγιών, βιασμού, η Ελλάδα είχε γίνει μια αναρχούμενη χώρα. Είχε όλα τα χαρακτηριστικά της επέλασης των φυλών του μεσαίωνα στην Ευρώπη, Ούννοι, Γότθοι, Βησιγότθοι, Βάνδαλοι, Σελτζούκοι και μια σειρά άλλες φυλές σκότωναν, βίαζαν άρπαζαν λεηλατούσαν μια οργανωμένη κοινωνία που είχε αφήσει η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, και μετά κάτω από την  κυριαρχία της η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Δεν υπήρχαν συστήματα ικανά να προφυλάξουν αυτές τις επιδρομές των φυλών που ερχόντουσαν από τα βάθη της Ανατολής.
Το εξοχικό στον Αυλώνα το είχαν ανοίξει αρκετές φορές και είχαν πάρει το νοικοκυριό του τον τελευταίο καιρό. Όλη του η σκέψη ήταν προσαρμοσμένη στην αναζήτηση κάποιας λύσης, να σταματήσει αυτό το κακό. Κάθε του επίσκεψη ήταν και μια ανησυχία. Έβρισκε πάντα ανοιχτές τις πόρτες και τα παράθυρα, όλα στο έλεος του Θεού. Πουθενά όμως δεν διαφαινόταν μια λύση. Τα μηνύματα που ερχόντουσαν από το περιβάλλον, ήταν δυσοίωνα, κλοπές στον Ωρωπό, κλοπές στο Ξυλόκαστρο, κλοπές στη Βάρκιζα, κλοπές, κλοπές, κλοπές.
Ο Γρηγόρης αποφάσισε σε εκείνη την επίσκεψή του, να απευθυνθεί στην Αστυνομία του Αυλώνα. Ήθελε να είχε μια βοήθεια αν αντιμετώπιζε βία στο εξοχικό του. Η Αστυνομία της κωμόπολης του Αυλώνα δεν αρνήθηκε τη βοήθεια της. Ένας αστυφύλακας με το περιπολικό προηγήθηκε στο δρόμο για το Γυμνάσιο. Πίσω πήγαινε ο Γρηγόρης με τη γυναίκα του. Η σκηνή που ξετυλίχτηκε θύμιζε αμερικάνικη ταινία γουέστερν. Ο αστυφύλακας έβγαλε το όπλο από τη θήκη, το όπλισε και βηματίζοντας αργά αλλά σταθερά, οδηγήθηκε στην εξώπορτα το σπιτιού. Τα βήματα του αντήχησαν στον τσιμεντένιο διάδρομο που ενώνει την πόρτα του κτήματος, μέχρι το οίκημα. Άναρθρες κραυγές, φτερουγίσματα, θόρυβοι περίεργοι ακούστηκαν από το εσωτερικό του σπιτιού, η ησυχία της εξοχής διακόπηκε. Πατημασιές ακούστηκαν από την πίσω πλευρά του σπιτιού. Έσπαγαν κλαδιά.
Ο Γρηγόρης τόλμησε να μιλήσει.
“Αλβανοί είναι μέσα ……”
“Μην μιλάτε” παρακάλεσε ο αστυφύλακας και έσπρωξε σιγά- σιγά την εξώπορτα του σπιτιού να ανοίξει. Έριξε μια ματιά δεξιά στο χώρο που φαινόταν και προχώρησε ίσια για τα άλλα δωμάτια. Η ησυχία έγινε ακόμα πιο έντονη. Ήταν το μυστήριο της ανακάλυψης που της έδινε περισσότερη ένταση;  Ήταν το καρδιοχτύπι του αστυφύλακα και του Γρηγόρη που επέτρεπε της ησυχίας να πρωταγωνιστήσει. Τα παράθυρα ήταν ανοικτά στα πίσω δωμάτια και το τζαμόφυλλο κουνιόταν ακόμα. Κάποιος  ή κάποιοι είχαν πηδήσει για να φύγουν.
Η έκπληξη του Γρηγόρη και του αστυφύλακα ήταν ακόμα πιο μεγάλη. Το καθιστικό είχε γίνει αποθήκη λευκών ειδών και ειδών οικιακής χρήσης. Ήταν κουβέρτες μέσα στις πλαστικές θήκες τους, τηλεοράσεις όλων των ειδών και μεγεθών, κουρτίνες, σεντόνια κατά δωδεκάδες, κομοδίνα και τραπεζάκια μινιατούρες. Ήταν θήκες γεμάτες από μαχαίρια και κουταλοπήρουνα. Ήταν , και τι δεν ήταν; Γέμιζες ένα μεγάλο κατάστημα πανέτοιμο να περιμένει αγοραστές.
Η περιπέτεια του Αυλώνα έληξε μετά από δύο, τρεις ώρες. Ο αστυφύλακας υποσχέθηκε να μεταφέρει τα αντικείμενα στον Αστυνομικό Σταθμό, να πάρουν τη νόμιμη οδό της παράδοσης στους δικαιούχους. Ταυτόχρονα προσπάθησε να καθησυχάσει τον Γρήγορη για το συμβάν. «Είναι ένα συνηθισμένο συμβάν τον τελευταίο καιρό, μην προβληματίζεστε. Έχουμε καθημερινά τέτοια συμβάντα σε όλη τη γύρω περιοχή. Δυστυχώς <οι κλέφτες είναι περισσότεροι από τους αστυνόμους> κατά το ρηθέν» και χαμογέλασε  χωρίς νόημα.
Ο Γρηγόρης μπορούσε να δει πίσω από τα γεγονότα και σιωπούσε. Εκείνη την ημέρα ήταν φορτωμένος με αρνητικά συναισθήματα. Δεν μπορούσε να φύγει από μπροστά του η εικόνα του αστυφύλακα με το πιστόλι στο χέρι μπροστά στην είσοδο του σπιτιού στον Αυλώνα.

***

Αργά το βράδυ στο σπίτι του, παρακολουθούσε τις ειδήσεις στη τηλεόραση. Πρώτες ειδήσεις οι πολιτικές, ύστερα κανένα έγκλημα περίεργο ή κανένας βιασμός με άφθονο ροζ χρώμα, ύστερα οι τρίτες και οι τέταρτες ειδήσεις. Το ρεπορτάζ από την Κακαβιά, στα σύνορα Ελλάδα και Αλβανίας τον κράτησε ακίνητο για τρία λεπτά, όσο κράτησε και στη μικρή οθόνη. Σταμάτησε μάλιστα να ανασαίνει. Είχαν το θράσος οι δημοσιογράφοι, οι τελωνειακοί υπάλληλοι, οι αστυνομικές αρχές να σχολιάζουν ευμενώς τη μεγάλη ουρά των φορτηγών αυτοκινήτων που περίμεναν να περάσουν στην Αλβανία. Κατά την εκτίμησή τους ήταν η αμοιβή εργασίας τους που είχε μετατραπεί σε είδη οικιακής χρήσης, κουζίνες ηλεκτρικές, ψυγεία ηλεκτρικά, κουβέρτες, τηλεοράσεις, πιάτα. Τι θράσος αλήθεια;  Όλα τα κλοπιμαία μεταφερόντουσαν στο αλβανικό έδαφος κάτω από το χαμόγελο των τελωνειακών υπαλλήλων. Ο κινηματογραφικός φακός, κάποια στιγμή, γύρισε σε έναν Αλβανό που μετέφερε ένα ψυγείο με ένα χειραμάξιο από το ελληνικό φυλάκιο στο αλβανικό. Μια φανερή πράξη κλοπής κάτω από το βλέμμα των τελωνειακών υπαλλήλων, κάτω από το βλέμμα της ελληνικής εξουσίας. Ποιο είναι το μέγεθος της διαφθοράς της Ελληνικής Κυβέρνησης; Πόσα <αργύρια> πήρε για να «προστατεύει λαθρομετανάστες»;
Ο Γρηγόρης σκέφτηκε μελαγχολικά <σε τρεις ημέρες θα μεταφέρουν με ένα παρόμοιο χειραμάξιο και το δικό μου ψυγείο, τα δικά μου σεντόνια, τα δικά μου πιάτα, αυτό που έκλεψαν από τον Αυλώνα>


***

Δυστυχώς, όταν οι διασαφήσεις μεταφορτώσεις έφτασαν στα χέρια του Γρηγόρη από τον μεταφορέα, διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε σφραγίδα εξόδου από το Τελωνείο της Κακαβιάς. Μια παράλειψη που ευθυνόταν ο οδηγός του φορτηγού. Να ζητήσει ευθύνες από τον οδηγό; Αυτό πάει πολύ για την καθημερινότητα μέσα στο λιμάνι. Ο οδηγός ήταν άνθρωπος του μεροκάματου. Γνώριζε το φορτηγό, τη μηχανή του, να τη λύνει και να τη δένει, να διατηρεί ακόμα και με έξυπνες πατέντες την ετοιμότητα του φορτηγού. Γνώριζε τους δρόμους, τα στενά, και τις παρόδους όλης της Αττικής. Το εξωτερικό τον εντυπωσίαζε χωρίς να το καταλαβαίνει. Τι είδους ευθύνες να ζητήσει από τον οδηγό; Να γνωρίζει τις διαδικασίες φορολογίας του Τελωνείου και της Εφορίας;
Πίστευε όμως ότι μπορούσε να αναπληρώσει την έλλειψη της υπογραφής. Το είχε κάνει κατ’ επανάληψη στο παρελθόν. Θυμόταν πρόσφατα, ένα πλοίο που είχε πιάσει στην Πάτρα. Παρέλαβε το εφόδιο που του έστειλε, χωρίς να ενδιαφερθεί για τη σφραγίδα στο Ε3. Κατάθεσε μια αίτηση αναγνώριση ταυτότητας του αντικειμένου στο Τελωνείο Πατρών για το πλοίο και την ελλειμματική διασάφηση και εκδόθηκε ένα άλλο Ε3. Η υπόθεση έκλεισε ομαλά, χωρίς περισσότερες δυσκολίες.
Οι πρώτες επαφές που είχε με το ΣΤ Τελωνείο του Πειραιά ήταν αρνητικές. Οι υπάλληλοι δήλωναν αναρμοδιότητα και ο Γενικός Διευθυντής μια πρωτοφανή άρνηση, ακόμα και να το συζητήσει.
Όταν έκανε την πρώτη επαφή με τον Διευθυντή του Τελωνείου, στεναχωρήθηκε για την αντιμετώπιση που είχε όχι για τη πιθανή λύση που θα του έδινε, αλλά για την αδιαφορία να αναδείξει το πρόβλημα. Είχε προτείνει τότε να του προσκομίσει αντίγραφο φορτωτική CMR, με σφραγίδα και υπογραφή του παραλήπτη στην άναρχη Αλβανία, να του προσκομίσει τιμολόγιο του πελάτη και εξόφλησή του από την Τράπεζα από τον εισαγωγέα Αλβανό, να του προσκομίσει την πράσινη κάρτα του φορτηγού αυτοκινήτου που πέρασε την Αλβανία, τη διασάφηση εισαγωγής του Αλβανικού Τελωνείου. Ήταν όλα αποδεικτικά στοιχεία που οδηγούσαν σε καθαρά τελωνειακή πράξη, όχι πράξη μαϊμού.
Δεν θέλησε να κουβεντιάσει τίποτε ο Γενικός Διευθυντής του Τελωνείο. Ζητούσε μόνο το Ε3 υπογεγραμμένο από το Ελληνικό Τελωνείο της Κακαβιάς.
Ο Γρηγόρης προσπαθώντας να συγκεντρώσει τα έγγραφα, είχε σπαταλήσει πολύ χρόνο από την καθημερινή του εργασία. Ήταν μια επώδυνη δουλειά. Ο πελάτης ήταν καλόβολος και προσπαθούσε να τον βοηθήσει όσο μπορούσε. Αυτή η συναλλαγή σκάλωσε. Η θεραπεία της θα είναι μακροχρόνια και ψυχοφθόρα. Δεν είχε καμμία βοήθεια από τον Γενικό Διευθυντή του ΣΤ Τελωνείου και αυτό τον στεναχωρούσε και τον θύμωνε ταυτόχρονα. Οι τελωνειακοί δεν παύει να είναι υπάλληλοι στη εξυπηρέτηση του πολίτη. Μπορεί να διαχειρίζονται την εισροή χρημάτων στον προϋπολογισμό του Κράτους, αυτό δεν τους εμποδίζει να βρίσκουν λύσεις σε τυχαίες στρεβλώσεις της διαδικασίας. Ο άνθρωπος ή φοβάται να δώσει λύσεις ή δεν ήξερε. Μπορεί να αναρριχήθηκε στη θέση του χωρίς ιδιαίτερες ικανότητες. Άπλωσε τυχαία το χέρι του περισσότερο από όσο έφθανε.
Από την άλλη μεριά ήταν μια τελωνειακή πράξη που η αξία των δασμών και φόρων  πέρναγε τα δέκα εκατομμύρια δραχμές. Όλους τους φόβιζε από την αρχή το μεγάλο ποσό των φόρων. Το θέμα ήταν ότι ναι μεν φόβιζε τον τελωνειακό, δεν φόβιζε τον εκτελωνιστή. Ήταν μπροστά στο γραφείο του Γενικού Διευθυντή και περίμενε να σηκώσει τα μάτια, να του γνέψει. Ήξερε ότι θα είχε πάλι μια αρνητική αντιμετώπιση, αλλά επέμενε. Αυτή ήταν η δουλειά του, να επιμένει. Κάποια στιγμή ο Διευθυντής σήκωσε τα μάτια του  και  ……περίμενε κεραυνούς. Όμως  ……
“Δεν θα κάνω άλλη συζήτηση κύριε εκτελωνιστά μαζί σου για το γνωστό θέμα” Χαμογέλασε φτηνά και πρόσθεσε “Αν με χρειάζεστε τίποτε άλλο;”
“Όχι, όχι μόνο γι’ αυτό έρχομαι”, αντιπρότεινε ο Γρηγόρης.
“Λυπάμαι ………”
Ο Γρηγόρης με μια πρόσθετη απογοήτευση γύρισε να φύγει. Έφευγε πάλι άπρακτος χωρίς αποτέλεσμα. Οι ώμοι του κύρτωσαν ακόμα περισσότερο από το βάρος της ενοχής που του πρόσθεσαν τα λόγια του Διευθυντή. Πλησίασε την πόρτα αργά, χωρίς καμία σκέψη στο μυαλό του, έτσι μόνο με την έμμονη ιδέα της ενοχής. Έπιασε το πόμολο της κλειδαριάς και αργά άρχισε να ανοίγει το πορτόφυλλο. Είχε φτάσει το πορτόφυλλο να διανύσει, σε μια γωνιά τριάντα μοιρών όταν του ήλθε μια ιδέα. Ήταν μια ιδέα ιδιόρρυθμη εκτός των συναλλακτικών ηθών, δεν την συνήθιζε καθόλου στα τόσα χρόνια της επαγγελματικής του ζωής. Χωρίς να σκεφθεί καθόλου γύρισε πίσω, κλείνοντας πάλι το άνοιγμα της πόρτα που εν τω μεταξύ είχε σχηματισθεί.
Άνοιξε το στόμα του και είπε: «Να σου κάνω δώρο τέσσερα λάστιχα για το αυτοκινητάκι σου;» Ο ήχος των λέξεων λες και δημιούργησε μια μουσική ελκυστική στο Διευθυντή. Λες και τον μύησε σε χώρους αρμονίας, εξυπηρέτησης και καλοσύνης. Άφησε το χαοτικό αγροίκο μηδέν ύφος του <ως εκ θαύματος>
«Έλα μέσα ρε παιδάκι μου να το συζητήσουμε» ήταν η απάντησή του. Ο Τάκης κοίταξε γύρω του, μήπως είχε μιλήσει κάποιος άλλος. Στο δωμάτιο ήταν ακόμα μόνο αυτός και ο διευθυντής. Αυτό διαπίστωσε. Κούνησε το κεφάλι του να του φύγει η θολούρα που αισθανόταν. Δεν πίστευε στα φαντάσματα μέρα μεσημέρι, ούτε στις υποβολές. Γύρισε ολόκληρο το κορμί του 360 μοίρες και πλησίασε το γραφείο του Διευθυντή. Μια άλλη προσέγγιση στο θέμα ξεκίναγε. Ήλπιζε ότι θα ήταν ευνοϊκή για την περίπτωση του.
Η ιδέα να προσεγγίσει τον Γενικό Διευθυντή με δέλεαρ τα λάστιχα του αυτοκινήτου του, ήταν έξω από τις συνήθειές του. Δεν επικροτούσε τέτοιες τεχνικές. Ήξερε καλά τη δουλειά του. Γνώριζε και ήταν ενήμερος της νομοθεσίας. Δεν είχε ανάγκη <κανέναν>. Μπορούσε να λύσει τα προβλήματά μέσα από μόνιμες διαδικασίες.


***


Το τηλέφωνο στο μικρό γραφειάκι του Ζαφείρη Ζαφειρίου κτύπαγε ακατάπαυστα για μισή ώρα. Ακόμα ήταν οκτώ η ώρα και δεν είχε καταφθάσει η Αννούλα η βοηθός του. Μόλις το συνειδητοποίησε όταν έβαζε το κλειδί στην πόρτα να ανοίξει. Η Αννούλα ερχόταν λίγο αργότερα. Αυτός που τον καλούσε φαίνεται ότι είχε προβλήματα. Πιθανώς να ήταν και του Νίκου από τη Γερμανία. Μπήκε στο γραφειάκι του, έβγαλε το σακκάκι του, το γύρισε με προσοχή το μέσα έξω και το τοποθέτησε στην ράχη της καρέκλας. Ακόμα δεν είχε αναπτύξει μεγάλη εμπορική δραστηριότητα. Δεν μπορούσε να παρουσιάσει πολυτέλειες και προσωπικό, να εντυπωσιάσει στους πελάτες του.
Μόλις προ δύο μηνών είχε επιστρέψει από τη Γερμανία. Πήγε σαν εργάτης στη μεγάλη βιομηχανία Boss και ύστερα μεταπήδησε στο τμήμα πωλήσεων. Εκεί στον κύκλο των πελατών γνώρισε και τον Έλληνα έμπορο ηλεκτρικών συσκευών Νίκο Νικολάου.  Ο τελευταίος είχε δημιουργήσει ένα καλό κατάστημα ηλεκτρικών συσκευών σε συνοικία της Βόννης.
Ο Νίκος Νικολάου έπεισε τον Ζαφείρη να επιστρέψει στην Ελλάδα για να πουλήσει ελληνικές ηλεκτρικές συσκευές στην Αλβανία. Είχε κάποιες διασυνδέσεις με την υψηλή τάξη των Αλβανικού Κράτους και μπορούσαν να την εκμεταλλευτούν. Ο Ζαφειρίου στην Ελλάδα θα εισάγει τα ηλεκτρικά είδη από τη Γερμανία και χωρίς πληρωμή των φόρων θα τα εξάγει. Ο Νικολάου του πρόσφερε ένα μεγάλο κατάλογο από πλούσιους Αλβανούς. Αυτή η εμπορική συναλλαγή, μέσω Ελλάδας, ξεκίνησε λόγω μεγάλων δυσκολιών από Γερμανία προς Αλβανία.   Μόλις ένας χρόνος είχε περάσει που άνοιξαν τα σύνορα της Αλβανίας με τους γείτονες της. Ισχυρά ρεύματα μεταναστών έφυγαν προς κάθε κατεύθυνση. Όμως η ελίτ είχε πολύ χρήμα και δεν φοβόταν την πολιτική προπαγάνδα. Ο Χότζας πέθανε, μαζί του πέθαναν και οι στερήσεις.
Ο Ζαφειρίου, προγραμμάτιζαν σε επανειλημμένες συναντήσεις τους, θα αγοράζει από την Boss ψυγεία, τηλεοράσεις, κουζίνες, πλυντήρια, είχε τη δυνατότητα να κλείσει συμφωνίες με τον γερμανό διευθυντή πώλησης και ο Νικολάου θα του δίνει παραγγελίες από τους γνωστούς Αλβανούς. Το πρόβλημα της διακίνησης ήταν μεγάλο από τη Γερμανία προς την Αλβανία. Αν όμως περνούσε πρώτα από την Ελλάδα; Πιθανώς να ήταν περισσότερο ρεαλιστικό. Η Αλβανία ήταν δίπλα.
Πράγματι είχαν πραγματοποιήσει δύο, τρεις αποστολές αυτοκινήτων, χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα. Ο Ζαφείρης ήταν πανταχού παρών, πότε στον Πειραιά, πότε στην Κακαβιά, πότε στα Τίρανα. Παρουσιαζόταν εκεί που τον χρειαζόταν το φορτίο. Σε ολόκληρη την διαδρομή. Γνώρισε μεταφορείς, αυτοκινητιστές, οδηγούς, εκτελωνιστές. Γνώρισε τμηματικές μεταφορτώσεις, τελώνες, γνώρισε την διακίνηση αγαθών από την καλή και την ανάποδη.
Το τελευταίο φορτίο ήταν μεγάλης αξίας σε ένα μεγάλο φορτηγό αυτοκίνητο, που κατέφθασε στον Πειραιά, στο ΣΤ Τελωνείο του Αγίου Γεωργίου. Τότε αναζήτησε να δημιουργήσει δική του διαδικασία προώθησης του φορτίου με τα πλυντήρια. Μέχρι εκείνη τη στιγμή τα φορτία ήταν μικρά,  σε ομαδικά φορτηγά και η διακίνηση γινόταν από μία αλβανικών συμφερόντων μεταφορική εταιρεία. Γνώρισε τον Γρηγόρη Γρηγορόπουλο, τον εκτελωνιστή και ξεκίνησε συνεργασία μαζί του. Του τον είχαν συστήσει. Ήταν μια καλή αρχή.
Οι σκέψεις του Ζαφείρη σταμάτησαν να περνάνε από το μυαλό του, όταν άκουσε την πόρτα, να ανοίγει και εμφανίστηκε η Αννούλα, η βοηθός του.
«Καλημέρα κύριε Ζαφείρη».
«Καλημέρα Αννούλα. Είπαμε το "κύριε» κομμένο, κράτησε τον πληθυντικό για κάποιους λιμοκοντόρους. Εγώ ξεκίνησα τη σταδιοδρομία μου σαν εργάτης στη Γερμανία».
«Μα κύριε Ζαφείρη …….»
«»Δεν έχει μα !!! και μου!!! σκέτο Ζαφείρης και ακόμα να συμπληρώσω μας φώναζαν <Γκεστ-Αρμπάιτερ>. Εργάτες του κερατά. Καλά, καλά λύσαμε όσο μπορούσαμε τα εσωτερικά μας, τώρα στη δουλειά».
«Μάλιστα» και χαμογέλασε η Αννούλα.
«Κάνε ένα κόπο, φέρε μου το ταχυδρομείο από το κουτί της Πολυκατοικίας».
Η Αννούλα, πρόθυμη και όλο ζωντάνια σε λιγότερο από τρία λεπτά, γύρισε με μια πεντάδα από γράμματα και έντυπα με το όνομα Ζαφειρίου. Τα απώθησε στο γραφείο του προϊσταμένου της και κάθισε στο δικό της.
Ο Ζαφείρης κοίταξε τους λογαριασμούς της ΔΕΗ, του ΟΤΕ και παρατήρησε: «Οι υποχρεώσεις έρχονται όλες μαζί, ποτέ χωριστά» και λέγοντας αυτά χαμογέλασε περισσότερο για τον εαυτό του. Η Αννούλα δεν μίλησε καθόλου. Δεν είχε λόγο να συμμετάσχει σε τέτοια συναισθήματα. Άλλωστε μόλις είχε ξεκινήσει δουλειά, μόλις πριν δύο βδομάδες .
Το γραφειάκι με τη γραφομηχανή και τα απαραίτητα σύνεργά του είχαν μια πολύ καλή ταξινόμηση. Άρεσε στην Αννούλα να ταξινομεί τα έγγραφα με τη λογική της <επανάληψης>. Έτσι μάθαινε καλύτερα τις υποχρεώσεις της και ήταν πάντα ακριβής στο χρόνο εκτέλεσης. Της φάνηκε περίεργο που δεν άκουγε για μερικά λεπτά το συνηθισμένο θόρυβο του προϊστάμενου της. Κάποιο κούνημα νευρικό της καρέκλας του, κάποιο θρόισμα φύλλου που μετακινείτε, την ανάσα του καμμιά φορά γρήγορη και απειλητική. Γύρισε και κοίταξε προς το μέρος του και είδε ένα πρόσωπο σκοτεινό. Παραξενεύτηκε και ρώτησε: «Συμβαίνει κάτι Ζαφείρη;» Πρώτη φορά του απεύθυνε ερώτηση στον ενικό και σε φιλικό τόνο.
«Συμβαίνουν δύσκολα πράγματα».
«Σαν τι; Σας είδα λίγο χλωμό …….». Έπαψε η Αννούλα να του απευθύνεται στον ενικό. Κάτι κακό θα έβγαινε στον αέρα φανταζόταν.
«Σου διαβάζω το έγγραφο:
Ελληνική Δημοκρατία, Υπουργείο Οικονομικών, Διεύθυνσης Τελωνείων, Β Τελωνείο Πειραιά.
Παρακαλούμε όπως διέλθετε από το αρμόδιο Τμήμα του Τελωνείου  για να καταβάλλετε το ποσό των 6.525.000 δραχμών, συν τους οφειλόμενους τόκους, υποχρέωση σας για την υπ’ αριθμό 25256 διασάφηση μεταφόρτωσης στην Αλβανία.
Η καταβολή του ανωτέρω ποσού δεν αποκλείει την άσκηση ποινικής δίωξης για λαθρεμπορία, εφόσον βρεθούν στοιχεία που να σας επιβαρύνουν». Σταμάτησε για λίγο να καταλάβει ακόμα μια φορά το μέγεθος του προβλήματος που είχε μπροστά του για να λύσει.
«Για ποια δουλειά πρόκειται κύριε Ζαφείρη;» Ρωτά η Αννούλα.
«Πρόκειται μάλλον για λάθος του Ελληνικού Δημοσίου. Από αυτά τα λάθη που σε στέλνουν με εγκεφαλικό στο Ζάννειο Νοσοκομείο. Για πιάσε μου, Αννούλα, το τιμολόγιο του εκτελωνιστή. Μήπως ταιριάζει το νούμερο της Διασάφησης;»
Η Αννούλα γύρισε προς τον τοίχο, εκεί που έβαζε τα τιμολόγια των προμηθευτών και κατέβασε το κλασέρ. Ξεφύλλισε με τα δάκτυλα της μερικά τιμολόγια και εντόπισε το μικρό πακέτο του εκτελωνιστή.
«Μιλάμε για τον εκτελωνιστή Γρηγόρη Γρηγορόπουλο κύριε Ζαφείρη;»
«Φυσικά, φυσικά. Δώσε μου τη δέσμη. Έτσι όπως είναι ……..» Το ξεφύλλισε και έβγαλε το αντίγραφο της διασάφησης. Προσπάθησε από μόνος του να διαβάσει αυτές τις κωδικοποιημένες φράσεις. Κουτάκια και κουτάκια, νούμερα και πάλι νούμερα, προτάσεις και προτάσεις αρχαϊζούσης δομής με ακαταλαβίστικες έννοιες.
«Μωρέ που ζούμε, στην εποχή της <Καλλιόπης> και του μακαρίτη Μιστριώτη. Μια καθαρεύουσα άχρωμη και νεκρή. Βλέπω πάντως να ταιριάζει ο αριθμός της διασάφησης με το γράμμα που έστειλε το Τελωνείο. Ακόμα σαν να εντοπίζω και το ποσό των έξη εκατομμυρίων . Είμαι σίγουρος ότι έχω μπλέξει άσχημα. Ας πάρω τον εκτελωνιστή να ρωτήσω. Είχα και καλές συστάσεις για αυτόν. Φαίνεται ότι οι καλές συστάσεις δεν φτάνουν. Ελπίζω μετά το τηλεφώνημα να μπορέσω να κοιμηθώ ήσυχα το βράδυ».


***


Η πρόταση του Γρηγόρη προς τον Διευθυντή, για <δωρεάν παραχώρηση αντικειμένου> του άφηνε κάποιες υποσχέσεις.
“Λοιπόν κύριε Διευθυντά;” άνοιξε τη συζήτηση ο Γρηγόρης.
“Το θέμα σου είναι πολύ μεγάλο, και δύσκολο. Έχει δημιουργήσει ανησυχίες στο Υπουργείο”, ξεκίνησε ο βαρύθυμος Διευθυντής.
“Μια μεταφόρτωση στην Αλβανία είναι, όπως είναι ένα εφόδιο που στέλνετε στη Τεργέστη και συναντά το πλοίο”, προσπάθησε να παραλληλίσει τις πράξεις ο Γρηγόρης.
“Η Αλβανία είναι σε αναβρασμό, ο κρατικός της μηχανισμός είναι ανύπαρκτος. Οι κλοπές στα γειτονικά κράτη είναι πολυάριθμες και μεγάλου οικονομικού ύψους. Έχουν πάρει τη μορφή επιδημίας”, συνεχίζει ο Γενικός.
“Καλά που το κατάλαβε η κυβέρνηση και οι Υπουργοί της. Ας ελπίσουμε ότι θα έχουμε μια προστασία ουσιαστική ……..” λέει ο Γρηγόρης.
“Το λαθρεμπόριο στην Αλβανία έχει την πρώτη θέση στις συναλλαγές. Είναι πληγή μεγάλη. Λαθρεμπόριο σημαίνει Τελωνείο. Ελπίζω να το καταλαβαίνεις αυτό.”
“Το καταλαβαίνω και έχω λουσθεί τέτοια περιστατικά”.
“Το λαθρεμπόριο συνήθως είναι στα χέρια της Αλβανικής Μαφίας, των εκτελωνιστών, των μεταφορέων, των τελωνειακών εντεύθεν και εκείθεν. Δεν προσπαθώ να δώσω μομφή πουθενά. Επισημαίνω τα γεγονότα  και τις διαδικασίες”
“Σωστή η παρατήρηση”.
“Έγιναν συσκέψεις πολλές στο Υπουργείο Οικονομικών. Πήρα μέρος σε όλες . Είμαι ένας ενεργός δημόσιος υπάλληλος. Έχω υποχρεώσεις και σχεδόν βρισκόμαστε μπροστά σε τέτοιες πράξεις με τεντωμένο το σχοινί. Όταν ακούμε μεταφόρτωση στην Αλβανία, έχουμε πρόβλημα, μας πιάνει αλλεργία, πρέπει η διαδικασία να εξελιχθεί σωστά.”
“Λοιπόν, η πρόταση σου;” γυρνά την κουβέντα ο Γρηγόρης.
“Θα πας στο Υπουργείο Οικονομικών. Μια τελωνειακός υπάλληλος έχει αρμοδιότητα για τις συναλλαγές με την Αλβανία. Εκεί πιθανώς, αφού θα της εκθέσεις την περίπτωση σου, να σου δώσει κάποια λύση. Θα πρέπει να σου επισημάνω ότι η υπάλληλος παρακολουθεί και ελέγχει και τις μεταφορτώσεις που δεν έχουν καμμία παράβαση. Δεν κλίνει τελωνειακά μια μεταφόρτωση στην Αλβανία χωρίς την δική της συγκατάθεση. Θα πρέπει να είσαι καλά προετοιμασμένος για τη μεταφόρτωση. Να προσκομίσεις όλα τα γραπτά στοιχεία που έχεις. Έτσι δίνεις τη δυνατότητα στην Υπηρεσία να επικοινωνήσει με τη Αλβανική αντίστοιχη Υπηρεσία για τακτοποίηση. Θα περάσει χρόνος για αυτή την επικοινωνία ……….”
“Κύριε Διευθυντά, πιστεύετε ότι θα τακτοποιηθεί η διασάφηση; Θα αποφύγουμε την καταβολή των δασμών και φόρων;”
“Νομίζω ναι., αν υπάρχει νομιμότητα σε όλη τη διαδικασία γενικά……….”
«Πρέπει επίσης να καθυστερήσετε την εντολή για πληρωμή στον πελάτη. Αυτό το ρουσφέτι θα πρέπει να γίνει.»
«Θα δώσω εντολή στον υπάλληλο να κρατήσει την εντολή. Όχι βέβαια για πολύ καιρό …….. καταλαβαίνεις. Έχω ευθύνες. Ο υπουργός ζητά καθημερινά τις εισπράξεις του Τελωνείου. Μπορεί να παρουσιαστούν κάποιες τρύπες στον προϋπολογισμό. Αυτό σημαίνει αύξηση εισπράξεων.»
«Πάντως το τηλεφώνημα που πήρα χθες από τον πελάτη ήταν καταπέλτης. Ξεκίνησε από απειλές και υβριστικούς χαρακτηρισμούς και κατέληξε σε παρακλήσεις. Οι πελάτες συνήθως δεν γνωρίζουν την σκληρή γραφειοκρατία που υφιστάμεθα».
«Η υπόθεσή σου θα τακτοποιηθεί μόνο από το Υπουργείο …………..»
«Δείξτε και εσείς κατανόηση κύριε Διευθυντά. Πρώτα να καθυστερήσετε την εντολή πληρωμής και δεύτερο μεταφέρετε τα παράπονα μας στη Διεύθυνση του Υπουργείου. Να βρεθεί ένα περισσότερο αντικειμενικός τρόπος για τις μεταφορτώσεις».
Ο Γρηγόρης κοίταξε στα μάτια τον Γενικό, είδε τον φόβο που έκρυβαν στις άκρες τους. Κατάλαβε τη συμπεριφορά του τις τελευταίες τρεις εβδομάδες, απέναντί. Μερικοί άνθρωποι αντέχουν τις ευθύνες, άλλοι καθόλου. Η πληροφόρησή του ήταν μια διέξοδο για τη λύση του προβλήματος του. Αμέσως αναρωτήθηκε: “Άξιζε τον κόπο η δωρεά των λάστιχων:». Πως δεν σκέφτηκε από μόνος του να αποταθεί στο Υπουργείο για μια σειρά έρευνας της διαδικασίας και ανίχνευση της λύσης;


Φεβρουάριος 2007


Δείτε πίνακα διηγημάτων στην Ανάρτηση της 12/4/2014


Σημ: Οποιαδήποτε ομοιότητα με την πραγματικότητα είναι εντελώς συμπτωματική





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου