Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

Ζητούμενο ο έρωτας Διήγημα με ανθρώπους των Τελωνείων 24 Απριλίου 2014


Ζητούμενο ο έρωτας Διήγημα με ανθρώπους των Τελωνείων 24 Απριλίου 2014






Τα Ελεγκτήρια, παλαιά εκτελωνιστήρια των Τελωνείων είναι ένας τόπος συνάντησης δύο διαφορετικών ιδεολογιών. Γίνεται ένας πόλεμος φόρων. Μερικοί προσπαθούν να βάλουν τους φόρους στις σωστές τους διαστάσεις, άλλοι θέλουν να ελίσσονται στις παρυφές της παρατυπίας.
Όμως η ζωή συνεχίζεται μέσα από τα συναισθήματα που διακινούνται. Τα βλέπεις να ξεγλιστρούν στους στενούς διαδρόμους των αποθηκών, να σκαρφαλώνουν στα ξύλινα κιβώτια με κίνδυνο να τσακιστούν, να εισχωρούν από το παραθυράκι των ελεγκτηρίων με σκοπό να επηρεάσουν την επικρατούσα λογική. Καμιά φορά πετούν σε άλλες γειτονιές, στα ξενοδοχεία, στα μπουζουξίδικα, στα καζίνα, στις καλοκαιρινές διακοπές, δεν χωρούν στα στενά καμαράκια των ελεγκτηρίων και επαναστατούν.
Ο Μάικ Μυρτ μεταφέρει την παγκόσμια εμπειρία του εκτελωνιστή σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Έτσι πρέπει να τον αποδεχτούμε. Ο Γρηγόρης και ο Πέτρος που πρωταγωνιστούν σε αυτά τα κείμενα δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους να ζήσουν μια περισσότερη ανθρώπινη καθημερινότητα.


 

Ζητούμενο ο έρωτας

Διήγημα με ανθρώπους των Τελωνείων



«Πέτρο να σου συστήσω τον Μάικ Μυρτ, στα ελληνικά Μύρτας. Ξέρεις είναι εκτελωνιστής στη Βομβάτη.
“Βομβάτη, Βομβάτη, δεν μου λέει τίποτα η λέξη. Θυμάμαι είχα δώσει εδώ και κάτι χρόνια το μάθημα της Γεωγραφίας για εισαγωγικές εξετάσεις, έτσι τις έλεγαν τότε τις πανελλήνιες, στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Βέβαια με βαθμολόγησαν με τρία  γιατί δεν είχα διαβάσει Ελλάδα. Αυτό όμως είναι ένα άλλο θέμα. Βομβάτη; πρωτεύουσα ποιανού κράτους;”
«Πρωτεύουσα του Ινδουμιστάν»
“Μήπως είναι η γνωστή Βομβάη της Ινδίας;”
“Βεβαίως και όχι!!!”
«Συνάδελφος λοιπόν, μιλάτε ελληνικά» απευθύνεται στον ξένο ο Πέτρος Πέτρινος.
«Ξέρεις, ο πατέρας του, Νίκος Μύρτος βρέθηκε ναυτικός εκεί και παντρεύτηκε την κόρη ενός βουλευτή. Είναι μια άλλη ιστορία. Μπορεί κάποια στιγμή να μας την διηγηθεί ο Μάικ. Ο γάμος έχει και παρενέργειες. Αντί να γυρίσει στην Ελλάδα έμεινε στο Ινδουμιστάν. Βέβαια, όχι γιατί θα ήταν καλύτερα στην Πατρίδα. Έτσι αναγκάστηκε να παραμείνει έλληνας της διασποράς για πάντα». “Ο γιος του ο Μάικ, ξέρει καλά τα ελληνικά. Δεν έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα» παρεμβαίνει ο συνάδελφος Νίκος.
«Μα καλά εσύ τι παρεμβαίνεις ; κάνεις τον δικηγόρο του; δεν ξέρει να μιλήσει; γιατί αν δεν ξέρει δεν θα πιστέψω ότι είναι εκτελωνιστής. Οι εκτελωνιστές αλωνίζουν όλους τους χαρακτήρες των ανθρώπων. Παίζουν μαζί τους ιππόδρομο, συμπληρώνουν Προ-Πο, γοητεύονται από μια ταινία κινηματογράφου που διακρίθηκε, μιλάνε με πάθος οπαδού πότε για τη Νέα Δημοκρατία, πότε για το ΠΑΣΟΚ, πότε για την Αριστερά, ρίχνουν την μπάλα στα δίχτυα του Ολυμπιακού ή του Παναθηναϊκού ή του Άρη Θεσσαλονίκης ανάλογα την περίσταση, τέλος, κάνουν θελήματα ενάντια στο χαρακτήρα τους.  Έχουν ατσαλένια νεύρα από πείρα στο ανθρώπινο τοίχος του Τελωνείου. Περνάνε δια πυρός και σιδήρου τις κακοτοπιές των διαδικασιών στα Τελωνεία».
« Σταμάτα, σταμάτα σε καταλάβαμε» λέει ο Νίκος.
«Λοιπόν Μάικ μας, εκτελωνιστής στη Βομβάτη; μου επιτρέπεις να χρησιμοποιώ τον ενικό, φίλε μου !!!» λέει ο Πέτρος Πέτρινος.
«Βέβαια, βέβαια,  νομίζω ότι τη χώρα σας, στη συνείδηση μου είναι και δική μου παρτίδα, την ξέρω από τότε που γεννήθηκα. Ο πατέρας, νοσταλγός της πατρίδας του, συνέχεια μου μίλαγε για τις ομορφιές της, τη σοφία των κατοίκων της, μου μίλαγε όμως και για τις μαύρες πλευρές της»
Ο Πέτρος Πέτρινος, ο Μάικ Μυρτ, ο Νίκος Νικολαΐδης, ο Δημήτρης Δημητρίου ήταν ο πυρήνας που συγκεντρώθηκε στη μεγάλη σάλα φαγητού του Μπαρ, στο Κτίριο Διοίκησης του Αεροδρομίου Ελευθέριος Βενιζέλος. Η αίθουσα ήταν γωνιακή γύρω στα εβδομήντα τετραγωνικά, με άπλετο φως από τις μεγάλες της τζαμαρίες. Αρκετά τραπέζια με τις καρέκλες τους συμπλήρωναν το σκηνικό του εστιατορίου. Από μια καλή γωνιά της αίθουσας έβλεπες ένα τμήμα του Αεροδιαδρόμου. Κλεφτές ματιές μπορούσες να ρίξεις στα αεροπλάνα που προσγειωνόντουσαν ή απογειωνόντουσαν στον απέραντο αεροδιάδρομο. Είχες την αίσθηση ότι όλα ήταν μεγάλα γύρω σου. Μεγάλος απέραντος αεροδιάδρομος, φαρδιοί δρόμοι να περνούν δίπλα σου, πίσω σου, εμπρός σου στο πλάι σου. Το Κτίριο Διοίκησης είναι μεγάλο και σύγχρονο σε κατασκευή και σχεδιασμό. Σε εντυπωσιάζουν οι μεγάλες αποθήκες εμπορευμάτων κτισμένες  όσο βλέπει το μάτι σου. Σε παραξενεύουν τα μεγάλα συγκροτήματα κτιρίων που πρόσφατα έγιναν υπερκαταστήματα όπως το ΙΚΕΑ και άλλα κοντά του. Δεν τολμούσες να αποφασίσεις να πας κάποια απόσταση, σ’ έναν προορισμό, χωρίς να χρησιμοποιήσεις αυτοκίνητο. Τα πόδια γινόντουσαν ατροφικά εργαλεία. Χανόσουν στην απέραντη άκτιστη γη και στον γαλάζιο ουρανό της Αττικής. Γινόσουν μια μικρή κουκίδα ασήμαντη στα περάσματα των αυτοκινήτων, των αεροπλάνων. Στο επέβαλε το περιβάλλον.
Η παρέα καθόταν στη άδεια αίθουσα σε ένα τραπέζι του εστιατορίου και κουβέντιαζε. Ήταν όλοι εκτελωνιστές, ιδιώτες, ελεύθεροι επαγγελματίες. Άνθρωποι που απελευθέρωναν τα φορτία εμπορευμάτων από το εξωτερικό, για λογαριασμό των εμπόρων εισαγωγέων και βιομηχάνων. Ξεμπέρδευαν τις διαδικασίες των Τελωνείων με ένα “μαγικό” θα λέγαμε τρόπο, ενάντια στη γραφειοκρατία. Ήταν νωρίς ακόμη για να γεμίσει η αίθουσα εστιατορίου από ανθρώπους που τους έκοβε η πείνα. Να παραγγείλουν μεσημεριάτικο πρόχειρο φαγητό. Έτσι καθένας είχε  την ελευθερία να μιλήσει άνετα, χωρίς περιορισμούς και προσεγμένα λόγια. Μπορούσες να κουτσομπολέψεις, να βγάλεις τα απωθημένα σου, να κάνεις ψυχανάλυση του εαυτού σου. Μπορούσαν αυτοί που αποτελούσαν την παρέα, να γκρινιάξουν, να πουν ανέκδοτα, να αισχρολογήσουν, να ξεδώσουν μετά το πρωινό στρες της δουλειάς με τις τελωνειακές διαδικασίες. Ήταν το μεσοδιάστημα που όλα πήγαιναν χαλαρά και ομαλά αφού είχαν φανεί αμυδρά οι στόχοι, τα αποτελέσματα για το μεσημέρι. Τότε η φλυαρία έδειχνε τον καλύτερό της εαυτό. Ο πυρήνας της παρέας όσο περνούσε η ώρα μεγάλωνε. Άλλη μια γυναίκα εκτελωνίστρια κοντοστάθηκε να ακούσει. Κάθε λεπτό και ένας νέος ακροατής εκτελωνιστής, μπορούσε να γινόταν και αφηγητής, αν το έφερνε η περίσταση.


***

Απελπισμένοι άνθρωποι κάνουν απελπισμένα βήματα. Μετατρέπουν τα <θέλω> τους σε εξουσία.
Γαντζώνονται από τη δομή μιας οργανωμένης κοινωνίας για να επιβάλουν τις απόψεις τους..
Συνήθως αποτυγχάνουν.
Μέχρι να έλθει η κατάρρευσή τους, οι γύρω συνάνθρωποί τους αγωνιούν.


Ο Νίκος διέκοψε τη σιωπή της παρέας. Ήταν καιρός. Η φωνή του ήταν δυνατή.  Επιβλήθηκε στους άλλους. Οι υπόλοιποι ησύχασαν. Το θύμα κουτσομπολιού ήταν ο «αιώνιος» τελωνειακός. Ο ελεγκτής είχε ζητήσει να εφαρμοσθεί η νομοθεσία για δειγματοληψία σε ιμάντα ….. που ήταν ατέρμονας. Το αντικείμενο που θα τελωνιζόταν ήταν ένα μεγάλος ιμάντας για ένα μηχάνημα συσκευασίας πελώριων διαστάσεων. Κινούσε μια σειρά από τροχαλίες. Απαίτησε από τον εκτελωνιστή να κοπεί δείγμα για το χημείο:
Ο ελεγκτής του Τελωνείου, με βαθμό 5ο και γρήγορα θα γινόταν 4ου βαθμού στην ιεραρχία, έχει αρμοδιότητα να προσδιορίζει όλους του παράγοντες που διαμορφώνουν το τελικό ποσό των φόρων του εισαγόμενου εμπορεύματος:
-      Μα!! Κύριε Ελεγκτά  είναι ατέρμονας.
-      πως θα μάθουμε τις ίνες που αποτελείτε;
-      χρειάζεται κατά το δασμολόγιο;
-      χρειάζεται, χρειάζεται, όλα τα εμπορεύματα πηγαίνουν χημείο, εκτός από τα μηχανήματα
-      μα θα αχρηστευθεί ο ιμάντας, μήπως πρέπει να πάρουμε και τη γνώμη του προϊστάμενου Επόπτη;
-      να την πάρουμε
Φυσικά ο Επόπτης έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Δεν χρειάζεται δελτίο χημικής ανάλυσης ο ιμάντας. Η συντροφιά έβαλε τα γέλια με την αφοσίωση του ελεγκτή στη εφαρμογή της διαδικασίας.
Ο Μιχάλης της συντροφιάς άρχισε νέα διήγηση, νέο κατηγορώ κατά των τελωνειακών, ένα περίεργο κουτσομπολιό που δείχνει την αδυναμία του ανθρώπινου χαρακτήρα, το ισχυρό αίσθημα ιδιοκτησίας, χωρίς να περιμένει την συγκατάθεση κανενός.
Ένας γνωστός και μη εξαιρετέος τελωνειακός έπαιρνε ακόμα και δείγματα από παρτίδες με φάρμακα. Τα ήθελε για να συμπληρώνει τη ……..συλλογή του. Οι συμβουλές των εκτελωνιστών ότι γίνεται χρήση αυτών μετά από συνταγή γιατρού, ότι έχουν ημερομηνία λήξης, τον άφηναν αδιάφορο.
Οι γκάφες των τελωνειακών είναι αμέτρητες στην εφαρμογή της μικρής εξουσίας που τους δίνει ο νόμος. Λάθη που παρασύρουν, που απομακρύνουν από το σωστό, είναι μια καθημερινή πρακτική. Οι παραπλανήσεις των εκτελωνιστών είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο. Οι τελωνειακοί ακόμα και αν θέλουν να τηρήσουν “την τάξη” βρίσκονται πάντα παραπλανημένοι. Ο σκόπελος: <Δες Τελωνειακοί> λειαίνει γρήγορα στις επιθέσεις των <Εκτελωνιστών>. Τέτοιες παραπλανήσεις προς τους τελωνειακούς, ήταν σε έξαρση, ιδιαίτερα αν υπήρχαν περιορισμοί και απαγορεύσεις σε εμπορεύματα.
Απληστίας το ανάγνωσμα και άλλη συνέχεια …. Από μέρους του Γιώργου του Ψηλού. Ακούστε διάλογο για νέα καυστικά σχόλια:
Ένας άπληστος τελωνειακός πατώντας σταθερά επάνω στην εξουσία του, είχε δημιουργήσει αποθήκη από δύο δωμάτια στο σπίτι του, γεμάτη από αντικείμενα που τελώνιζε καθημερινά στα ελεγκτήρια. Τα πιο περίεργα σύνολα φάνταζαν στα ράφια Ντέξιον που είχε συναρμολογήσει. Ήταν τοποθετημένα νήματα για πλέξιμο, ινία για τρακτέρ, μπούκλες από μαλλί ακατέργαστο, δοχεία με χημικά απροσδιόριστου περιεχομένου, σκούπες χειροποίητες, υφάσματα από κασμήρια μέχρι κάμποτο για ξαντό, χειρουργικά εργαλεία, ζεμπίλια, χαρτοκιβώτια συσκευασίας. Να μην αναφέρουμε τις χιλιάδες μολύβια, τις εκατοντάδες τα κατσαβίδια και τις  δωδεκάδες από τανάλιες. Όχι μόνο για δική του χρήση που θα ήταν ….. συγχωρητέος, αλλά και για τα δισέγγονά του. Πάντα προκύπτει το ερώτημα στον επισκέπτη θεατή σε ένα τέτοιο φαινόμενο <μα καλά τι τα κάνει;>. Η ερώτηση δεν έχει απαντηθεί ποτέ μέχρι σήμερα.
«Και ένα τελευταίο» μίλησε ο Άρης που καθόταν στη άκρη της συντροφιάς, χωρίς να διαμαρτύρεται. Νόμιζες ότι δεν θα έπαιρνε μέρος σε αυτή την οχλαγωγία, νόμιζες ότι ήταν αμέτοχος και όμως ……..
“Το δικό μου παραμύθι κύριοι αρχίζει ως εξής: τελωνίζαμε βούτυρο σε χάρτινα πακέτα με τον ελεγκτή στο 3ο Λιμενικό Υπόστεγο. Επειδή το βάρος δεν μπορούσε να εξακριβωθεί με βάση το κιβωτολόγιο και επειδή η φορολόγηση είχε δασμό στο βάρος, συμφωνήσαμε εκτελωνιστής και ελεγκτής να ακολουθήσουμε τη διαδικασία παρακαταθήκης "επί ζυγίω". Μια χαρά διαδικασία αν και χρονοβόρα ……… Βέβαια όλα τα θέλει υπό έλεγχο αυτό το Δημόσιο, και ας στραγγαλίζει τους άσημους και τους μικρούς.
«Κατά τη στιγμή της υπογραφής της χρηματικής παρακαταθήκης, ο ελεγκτής επέμενε στον συνάδελφο εκτελωνιστή να του δώσει ένα χαρτοκιβώτιο με βούτυρο. Ο εκτελωνιστής αρνιόταν με πείσμα. Το κάθε χαρτοκιβώτιο ζύγιζε δέκα κιλά και ήταν δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, να το δικαιολογήσει στον πελάτη. Μετά από τα πολλά, ο εκτελωνιστής ενέδωσε στην απαίτηση του ελεγκτή. Το χαρτοκιβώτιο με το βούτυρο τοποθετήθηκε κάτω από το μεταλλικό γραφείο του ελεγκτή στο ελεγκτήριο. Ακολούθησε κατά τα γνωστά η έξοδος και η ζύγιση του φορτίου στην πλάστιγγα εδάφους. Όλα φαινόντουσαν ότι πήγαιναν καλά και η μέρα κύλησε με ακόμα μερικές δεκάδες τελωνισμούς από τον ελεγκτή, ως συνήθως.
Ήλθε το μεσημέρι, ο ήλιος ψηλά στον ουρανό και κάποια μυρωδιά, άρχισε να βγαίνει από το κιβώτιο με το βούτυρο. Προφανώς είχε αρχίσει η διαδικασία υγροποίησης. Τσιγαριζόταν το βούτυρο στη «φωτιά» του ήλιου. Ο εκτελωνιστής με τη διασάφηση και το σημείωμα ζύγισης επισκέφθηκε για άλλη μια φορά τον ελεγκτή, να κλείσει την παρακαταθήκη. Ο πελάτης έπρεπε να έχει σύντομα κοστολόγιο για το βούτυρο.
-      θα λιώσει το βούτυρο από την υψηλή θερμοκρασία κύριε Ελεγκτά (παρατηρεί ο εκτελωνιστής) κάντε κάτι
-      το λιωμένο; <πετάγεται ένα συνάδελφος εκτελωνιστής, κόκορας που βρισκόταν εκεί.>
-      δεν βρίσκω τρόπο για να το τακτοποιήσω < λέει ο ελεγκτής>
-      είναι κρίμα να χαλάσει <συνεχίζει ο εκτελωνιστής>
Ο ελεγκτής έκατσε για λίγο σκεπτικός κοιτάζοντας μια τον εκτελωνιστή και μια το βούτυρο στο πάτωμα του γραφείου. Προβληματιζόταν!!! (και στο τέλος αποφάσισε)
-      να σε ρωτήσω; πόσο κοστίζει αυτό το κιβώτιο;
-      να δω το τιμολόγιο (κοιτάζει ο εκτελωνιστής τα χαρτιά του, εντοπίζει το κιβώτιο με το βούτυρο)
-      10.000 δραχμές κύριε Ελεγκτά.
-      δεν μου δίνεις 3.000 να το πάρεις ;
Ο εκτελωνιστής έμεινε άφωνος. Έστρεψε το κεφάλι του στην τζαμαρία, κοίταξε τον ήλιο που έλαμπε έξω και σώπασε.
Η παρέα αναταράχτηκε. Η Μαρία κοίταζε την είσοδο της αίθουσας μήπως εμφανιστεί η Εύα. Περίμενε μια διασάφηση κλεισμένη, να την ρίξει στο κομπιούτερ. Ο πελάτης  “ούρλιαζε” από το πρωί. Όμως λαχταρούσε, το αυτί της, να το έχει στημένο στη συζήτηση, να απολαύσει όλες τις ταραγμένες πτυχές της ανθρώπινης σχέσης. Οι εκτελωνιστές έχουν μια καυστικότητα στην άρθρωση του λόγου τους . Οι επαγγελματικές ανθρώπινες σχέσεις, όταν μεσολαβεί το χρήμα, γίνονται είτε νοήματα με υπονοούμενα, είτε καυστικές.
“Ντίνο καλημέρα”
“Καλημέρα Γρηγόρη”
“Γιατί περιμένεις στη γωνία;”
“Έρχεται ο Κίμωνας από τον Επόπτη”
“Και λοιπόν”
“Θέλω να μάθω τη διάθεση του Επόπτη”
Οι δύο εκτελωνιστές κουβέντιαζαν στη γωνία της Πέτρινης Αποθήκης, στο 3Ντοκ. Πρωί, η ώρα, μόλις είχε περάσει τις οκτώ, ο επόπτης καθισμένος στο μικρό του κιόσκι. Περίμενε την πρώτη διασάφηση για να θεωρήσει. Έτσι ξεκίναγε η δουλειά του. Ήταν Δευτέρα και ο απόηχος του Σαββατοκύριακου κυριαρχούσε ακόμα στις σκέψεις των ανθρώπων του λιμανιού. Ποδόσφαιρο, κινηματογράφος, πολιτική, θάνατοι, γάμοι, ο κάθε ένας  με την δική του πρόσφατη εμπειρία στη σκέψη του. Ήταν η ώρα που στη σκέψη θα έμπαιναν νέες σκηνές, να απομακρύνουν τις παλιές, να τις περιορίσουν στα μικρά κουτάκια της μνήμης.
“Πέτρο, πες μου, υπάρχει πρόβλημα με τον Επόπτη;”
“Έλα Γρηγόρη, ψάξε στη μνήμη σου. Να σου φρεσκάρω τα συμβάντα του Σαββατοκύριακου. Χθες έχασε ο Ολυμπιακός του Πειραιά. Ο Επόπτης είναι φανατικός οπαδός. Σε κάθε ήττα γίνεται πιο στρυφνός, πιο πεισματάρης στις θεωρήσεις των διασαφήσεων. Λες και ξεσπά την πίκρα του, επάνω στα δουλεμένα χαρτιά του Τελωνείου “
“Δεν το πιστεύω” λέει ο Γρηγόρης.
“Καλά που ζεις εσύ;”
“Συνήθως αποφεύγω τις κακοτοπιές”
Στην παρέα προστέθηκε και ο Άρης. Ένας, ένας οι εκτελωνιστές, όσοι είχαν φορτία στην Πέτρινη πλησίαζαν να καλημερίζουν και να κουβεντιάσουν για λίγο. Μάθαιναν και το πρωινό κλίμα της δουλειάς τους. Μάθαιναν για τις διαθέσεις των Ελεγκτών και των Εποπτών. Τα κακά νέα κυκλοφορούσαν γρήγορα. Έκαναν φτερά να καλύψουν όλες τις περιοχές του λιμανιού.
“Έχασε με 3-2 ο Ολυμπιακός από τον Παναθηναϊκό” λέει ο Γιάννης “άσκημο παιχνίδι. Ασυντόνιστοι οι παίκτες του. Αυτός ο Σιδέρης δεν έκανε κανένα σουτ στη μικρή περιοχή”.
“Αυτή είναι η δυστυχία μας. ο Επόπτης θα είναι όλο νεύρα. Δεν τολμάω να πάω για θεώρηση της διασάφησης” λέει ο Ντίνος.
“Αυτό είναι το πρόβλημά μας κάθε φορά που χάνει ο Ολυμπιακός. Να δούμε ποιος θα πάρει σήμερα επάνω του την μπόρα. Εγώ πάντως δεν θέλω να είμαι ο πρώτος”.
Ο Άρης δεν είχε ποτέ συννεφιασμένο πρόσωπο. Δεν περίμενε να χαλαρώσει από τις έννοιες της ημέρας. Δεν περίμενε ακόμα.
“Να διακόψω την αφήγηση των περιστατικών» λέει ο Πέτρος Πέτρινος « Γνωρίζω ότι κάθε ένας κουβαλάει πολλές από τις παραξενιές του ανθρώπου γενικά. Τις κάνει διήγημα, ανέκδοτο, καυστική σάτιρα για να διορθώσει χαρακτήρες. Θα έχουμε χρόνο να κουβεντιάσουμε και άλλες φορές για τον άνθρωπο –εξουσία. Το μόνο που δεν μπορεί να επιτύχει είναι να περάσει απαρατήρητος. Θα γίνει ανέκδοτο, σάτιρα, διήγημα, είτε θα γίνει ήρωας μεγάλος, ανεπανάληπτος, αξιόλογος, ένα παράδειγμα για μίμηση. Μέσος όρος δεν υπάρχει. Στην παρέα μας, μην ξεχνάμε είναι και ο Μάικ από τη Βομβάτη, τη μακρινή χώρα της Ανατολής. σήμερα πρέπει να είναι η δική του ημέρα για την περιπέτεια του. Είναι ο φιλοξενούμενος μας να του αφιερώσουμε τη μέρα.

Η παράλογη πλευρά της εργασίας

Όταν ο έρωτας έχει τα δεκανίκια του.
Όταν η υπαλληλική εξουσία παρουσιάζει δολοφονικά
δείγματα γραφής.
Όταν ο φίλος και ο γνωστός γίνονται αδιαφανή 
μείγματα.
Όταν το δώρο χάνει τη σημασία του.
Όταν οι γκρίζες περιοχές γίνονται ακόμα πιο
γκρίζες.
Ο εργαζόμενος θέλει μόνο την ανεξαρτησία του.




***


«Λοιπόν Μάικ» λέει ο Πέτρος Πέτρινος της παρέας «πες μας κάτι από τη δική  σου καθημερινή περιπέτεια της δουλειάς. Έχω την εντύπωση ότι οι τελωνειακές διατυπώσεις σε όλο τον κόσμο είναι ίδιες. Οι Τελώνες είναι παντού οι ίδιοι. Καραδοκούν να πάρουν φόρους. Όπως είναι για παράδειγμα ο θάνατος ………που παίρνει ζωές»
«Μπα, να φας τη γλώσσα σου, πρωί -πρωί» διακόπτει ο Νίκος που είναι προληπτικός. Το χέρι του ήδη έχει κάνει το σημείο του σταυρού, τα χείλια του πήραν το σχήμα του φυσερού και άρχισαν να φυσούν στο κόρφο του.
«Κατανοώ το μεγάλο ενδιαφέρον σας και σας ευχαριστώ» λέει ο Μάικ Μυρτ “Πρέπει να ξέρετε, το ίδιο ενδιαφέρον έχω και εγώ, σαν εκπρόσωπος της δεύτερης δικής μου χώρας. Στην καρδιά μου παραμένει πάντα η Ελλάδα»».
«Λοιπόν Μάικ Μυρτ, εκτελωνιστή της Βομβάτης, του Ινδουμιστάν, περιμένουμε με αγωνία»
Ξεκινά να μιλά με το δικό του ξεχωριστό τόνο φωνής ο Μάικ.
«Θα σας διηγηθώ μια όμορφη περιπέτεια τελωνειακών διαδικασιών. Οι σχέσεις των ανθρώπων καμιά φορά διασταύρωναν περίεργα μονοπάτια. Συνέβηκε σε δικό μας συνεργάτη, στον Γκρέγκ. Ο Γκρεγκ είναι ένας  τελωνειακός εκπρόσωπος επίσημα αδειούχος, κάτι σαν τον εκτελωνιστή στην Ελλάδα»
“Ξέρεις ότι οι τελωνειακοί εκπρόσωποι στην Ελλάδα λέγονται εκτελωνιστές;”
“Ναι! Ναι!! Μην απορείτε πως τα ξέρω, πρόλαβε και με ενημέρωσε ο πρόεδρος του Συλλόγου σας, όταν πίναμε καφέ στα γραφεία»
«Δεν θέλουμε Μάικ θλιβερά γεγονότα. Εύθυμα θέλουμε που γίνονται σοβαρά, που καταγγέλλουν με τον τρόπο τους κατευθυνόμενες  μεθοδεύσεις».
Ο Μάικ Μυρτ αρχίζει έναν αγώνα αφήγησης. Πρώτα ήρεμα. Η φωνή έβγαινε από το στόμα του και δυνάμωνε όταν πρόφερε τα σύμφωνα. Η ξενική προφορά  έδινε μια ιδιαίτερη νότα στον ήχο της φωνής του. Το καρύδι στο λαιμό του Μάικ έκανε στην αρχή παλινδρομικές κινήσεις και ύστερα έπαιρνε ένα πιο γρήγορο ρυθμό. Το ακροατήριο κρατούσε μια σιγή ξεχωριστή. Όλα έμοιαζαν περίεργα. Η ξενική προφορά, η σιγή που επικρατούσε στην παρέα, δημιουργούσε περιβάλλον με ανατολίτικη λαγνεία.
Παλιός συνεργάτης ο Γκρεγκ, με καλές αποδόσεις στη δουλειά του, με καλές επαγγελματικές σχέσεις στο εργασιακό του περιβάλλον. Ήταν αγαπητός στα Τελωνεία, στις αποθήκες και στους αποθηκάριους, στους οδηγούς των φορτηγών αυτοκινήτων, σε όλο το κύκλωμα της εισαγωγής και εξαγωγής εμπορευμάτων. Όμως τα πιο περίεργα πράγματα συμβαίνουν μόνο σε αυτούς που θέλουν  ……….. να  προσέχουν στις συναλλαγές τους.
Είναι ο Γκρεγκ ένα νέος άνθρωπος τριάντα πέντε χρόνων, ύψους 6 πόδια κοντά στο 1, 90 του μέτρου, με γερές πλάτες και κορμοστασιά ευλύγιστη. Η σωματική του διάπλαση ταιριάζει για τις καθημερινές διαδρομές που έκανε. Διαδρομές που γινόντουσαν με εντατικούς ρυθμούς αλλά και με την αντιμετώπιση του απρόβλεπτου. Οι τελωνειακές διαδικασίες όπως ξέρετε, θέλουν καλή φυσική κατάσταση, ατσάλινα νεύρα. Πρέπει να τρέξεις στο υπόστεγο των εμπορευμάτων, να προλάβεις τον προέλεγχο, να  πάρεις σειρά στο συνάλλαγμα. Όλα αυτά τα σημεία είναι της τελωνειακής διαδικασίας για απελευθέρωση των εμπορευμάτων και έχουν ένα χρονικό περιορισμό. Πρέπει να προλάβει ο εκτελωνιστής ακόμα και αν δεν βιάζεται. Φοβάται  μήπως του συμβεί το απρόβλεπτο. Τα σημεία αναφοράς σε μια τελωνειακή διαδικασία είναι πολλά και “αποθανατίζονται” στην διασάφηση. Ένα εκτελωνιστής πρέπει να έχει μέσα του, σας είναι γνωστό, και αυτό το έχει ο Γκρεγκ, την έρευνα, την αναζήτηση. Μόνο έτσι μπορεί να τα βγάλει πέρα. Η επαγγελματική του ικανότητα είναι το τρίπτυχο αναζήτηση- έρευνα-ταχύτητα.
Ο Γκρεγκ στην ιδιωτική του ζωή, στις βραδινές του εξόδους, στις κυριακάτικες αργίες του, αναζητά τη γυναίκα και τη διαφορά. Εκεί δείχνει στον γυναικόκοσμο που τον περιβάλλει το μεγάλο του ταλέντο. Δείχνει τη γενναιοδωρία του. Ξοδεύει χρήματα, αυτή είναι η μεγάλη του απόλαυση. Να κερδίζει χρήματα και να τα ξοδεύει. Αυτό κατά ένα μέρος το έμαθε στο Τελωνείο. Μια μεγάλη ροή ρευστού χρήματος περνούσε από τα χέρια του. Είχε “συνηθίσει” στη διάθεσή του. Πότε στους Ταμίες της Τράπεζας του Ινδουμιστάν για τους δασμούς και φόρους, πότε στον Οργανισμό Λιμένα για τα φορτοεκφορτωτικά. Είχε συνηθίσει να έχει μεγάλο αριθμό χαρτονομισμάτων στην τσέπη του. Πώς να μην άρεσε στις γυναίκες; γαλαντόμος με πολλά λεπτά έστω και αν δεν είναι δικά του. Τα δωράκια στις γυναίκες που τον τριγύριζαν ήταν αποτέλεσμα και ένας κανόνας για τον Γκρεγκ.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο στους άνδρες που λατρεύουν οι γυναίκες είναι το προσόν της ανατροπής. Οι ανατροπές στην συμπεριφορά του ήταν ένα καθημερινό φαινόμενο στα Τελωνεία. Είχε εκπαιδευτεί στα φαινόμενα για πολλά χρόνια. Δεν ήταν οι αποθηκάριοι σε θέση να τον βοηθήσουν για την ανεύρεση του φορτίου που έπρεπε να τελωνίσει. Χρησιμοποιούσε την ευγένεια στους τρόπους του, χρησιμοποιούσε τα επιχειρήματα, την ένταση στην συζήτηση . Ανατροπές σε όλα τα επίπεδα, από τους απλούς υπαλλήλους των Τελωνείων ως και τους γενικούς Διευθυντές. Ανατροπή στους εργάτες αλλά και στους αποθηκάριους. Ανατροπές στους οδηγούς φορτηγών αυτοκινήτων αλλά και στους παραλήπτες.
Η γυναίκα δίπλα του ήξερε ότι δεν θα πλήξει, δεν θα βρεθεί σε στασιμότητα, θα ήταν σε μια εγρήγορση, πράγμα που κατέληγε σε μια ερωτική προσμονή. Μπορούσε ο Γκρεγκ να ξεστομίσει μια φράση με ευγένεια τόσο εύκολα, όσο μια με βρώμικο περιεχόμενο, είτε ροζ σκηνών, είτε σε λεξιλόγιο του θρησκευτικού χώρου.
Ο Γκρεγκ ήταν άνθρωπος απόφασης. Όταν αντιμετώπιζε το πρόβλημα, το γύρναγε στο μυαλό του, το μελετούσε. Έβρισκε την αρχή και τις παραμέτρους που το διαμόρφωναν. Ύστερα σιγά, σιγά χρησιμοποιούσε τα δικά του επιχειρήματα να κατακρημνίσει τις αιτίες δημιουργίας του προβλήματος. Έψαχνε μέχρι τέλος, πιο πέρα δεν υπήρχε, έκανε την υπέρβαση του. Στις γυναίκες αυτή η τακτική της υπέρβασης ήταν καθοριστική. Η γυναικεία φύση από μόνη της κάνει υπέρβαση, γεννά παιδιά, δημιουργεί τα υπέροχα αισθήματα του έρωτα, έχει μια πολύ στενή σχέση με το θάνατο, δημιουργεί καταστρεπτικά συναισθήματα,. Αναλογιστείτε τον πόλεμο της Τροίας, που αιτία του ήταν η ωραία Ελένη;
Ο Γκρεγκ συχνά χρησιμοποιούσε την υπέρβαση για να διεκπεραιώνει τελωνειακές διαδικασίες. Είχε αποκτήσει μια δεξιοτεχνία απαράμιλλη. Οι νεαρές κυρίες που ζούσαν στο περιβάλλον του, γνώριζαν αυτή την ικανότητά του.
Φίλοι μου, κάπως έτσι στη χώρα μου ξεκινάει ένα τελωνισμός εμπορεύματος. Η πρόταση κλισέ που ακούγεται σ’ όλα τα Τελωνεία του κόσμου, είναι: “Κύριε Τελώνη έχω να τελωνίσω μαγιό. Θα τους ρίξουμε μια ματιά;” Την ίδια πρόταση ξεστόμισε και ο Γκρεγκ όταν βρέθηκε στα ελεγκτήρια με μια στοίβα από διασαφήσεις και τιμολόγια στα χέρια. Ο Γκρεγκ ήταν ο μόνος που είχε την ευθύνη για τους τελωνισμούς σε αυτές τις αποθήκες. Μαζί του είχε και δύο νέους στην ηλικία συνεργάτες για τις βοηθητικές δουλειές. Έπρεπε να μαθαίνουν μέχρι να ενσωματωθούν στο κύκλωμα.
«Τι γράφει το τιμολόγιο;» απαντά ο ελεγκτής υπηρεσίας.
«Μαγιό για όμορφες κοπέλες» ανταπαντά ο Γκρεγκ.
«Μαγιό της Δασμολογικής Κλάσης 6004…….»
«Ναι, ναι!  από αυτά είναι. Να τα στείλω χημείο;»
«Φυσικά πως θα μάθουμε τη σύνθεση των ινών;»
Ο συγκεκριμένος Ελεγκτής, με το όνομα Αριέλ, είναι ένας άνδρας στα πενήντα του. Έμεινε ανύπαντρος. Βοήθησε οικονομικά την οικογένεια με τη θέση του στο Δημόσιο. Προσπάθησε και χρηματοδότησε ένα σπιτάκι  για την αδελφή του, προίκα στους γάμους της. Τώρα μένει με τους γέροντες γονείς του στο νοίκι, σε ένα διαμέρισμα στην Κυψέλη, την πιο πολυσύχναστη συνοικία της Βομβάτης. Βλέπει στον ήλιο και η ζέστη το καλοκαίρι είναι αφόρητη, χωρίς να μπορεί να κάνει κάτι.
Ο Ελεγκτής αποδείχτηκε ότι στερήθηκε τον έρωτα και την συντροφιά της γυναίκας. Οι γυναίκες θέλουν έξοδα και αυτός τα έφερνε τσίμα- τσίμα. Έπαιρνε τις βαρύτερες υπηρεσίες στο Τελωνείο για να βγάλει κάποια παραπανίσια έξοδα αλλά και να μην κάθεται και ξοδεύεται. Τα άτιμα, χωρίς να τον ρωτήσουν εμφανιζόντουσαν έτσι, απρόβλεπτα.
Πήγαινε που και που σε ένα γνωστό οίκο ανοχής. Όμως και εκεί έπρεπε να πληρώσει και να μετρήσει το χρόνο του. Δεν τον ευχαριστιόταν τον έρωτα. Θέλησε να βρει κάποιους φίλους που «γνώριζαν» από αυτά. Όλες οι προσπάθειες έμειναν άκαρπες. Τους περισσότερους γνωστούς ακόμα και φίλους, τους απέκτησε στη δουλειά του. Γνώριζε πολλούς εκτελωνιστές. Γνώριζε πολλούς τελωνειακούς όλοι αυτοί ήσαν φίλοι του. Μίλαγαν για τα ταξίδια τους, για τον έρωτα και τα συναισθήματα, για το σεξ, για τις εύκολες γυναίκες, για τα γλέντια τους. Αυτός άκουγε με μισάνοικτο στόμα και επικροτούσε. Είχαν ιστορίες να του διηγηθούν. Αυτός ήταν ένα μεγάλο μηδενικό, κενός. Έψαχνε μέσα του να βρει τι έφταιγε ……
Σαν μαθητής τον βασάνιζε ο ερωτισμός του. Ήταν μαθητής με ιδιαίτερες συμπεριφορές. Δεν επιθυμούσε να μιλά για τις απλές καθημερινές ανάγκες της μαθητικής ζωής, αν είχε διαβάσει τα “Αρχαία”, αν είχε λύσει τις ασκήσεις της “Άλγεβρας”. Οι συμμαθήτριες και οι συμμαθητές του μιλούσαν συνέχεια για τα μαθήματα τους. Υπόφεραν, κρυβόντουσαν, παρακαλούσαν το θεό, προσευχόντουσαν να μην τους σηκώσει στο μάθημα της “τριγωνομετρίας”, οι ασκήσεις ήταν δύσκολες. Ο Αριέλ τα θεωρούσε όλα φυσιολογικά και αδιαφορούσε, τον προβλημάτιζε ο ερωτισμός του. Όλες τις συζητήσεις τις μετέτρεπε σε ερωτικές. Εκεί τον έκαμαν πέρα, τον παραμέριζαν οι άλλοι. Έβλεπε τις συμμαθήτριές του σχεδόν γυμνές. Έβλεπε τις καμπύλες τους, τα νάζια τους και η “φύση” του επαναστατούσε. Προσπαθούσε να συγκρατηθεί με όλα αυτά και κλεινόταν στον εαυτό του. Έχανε την επαφή με τους συμμαθητές του. Μπέρδευε την καθημερινότητα με τον αναδυόμενο ερωτισμό της εφηβείας του.
Όταν ήταν νεαρός ο Άριελ είχε γνωρίσει την Κάιτ μια κοπελίτσα που αγωνιζόταν να μπει στο Πανεπιστήμιο της Βομβάτης. Αυτός ήταν στο τρίτο έτος του Οικονομικού Τμήματος. Είπαν μια καλημέρα, ύστερα έγιναν δύο, ύστερα τρεις και βρέθηκαν να πηγαίνουν βόλτα στο πάρκο. Στεναχωρήθηκε λιγάκι   που δεν την ξαναείδε για τη γνωστή καλημέρα. Όταν προσπαθούσε να διασταυρώσει τους δρόμους του, κατάλαβε ότι τον απόφευγε. Απόρησε και προσπάθησε να βρει την αιτία. Μήπως επειδή της πρόσφερε μόνο στραγάλια στη βόλτα του πάρκου ή μήπως για την πρόταση του να πάνε σινεμά τον επόμενο μήνα στις 20, ημέρα Τρίτη που θα του περίσσευαν χρήματα για το εισιτήριο;
Αναρωτιόταν συνέχεια με την περίεργη συμπεριφορά της γυναίκας. Είχε τη συνήθεια να καταγράφει τα έσοδα και τα έξοδα του με κάθε λεπτομέρεια. Ρουπίες 1,20 για καφέ, ρουπίες 1,50 για τσιγάρα, ρουπίες 0,40 για πασατέμπο. Αυτή η εμμονή του στην λεπτομερή καταγραφή των εξόδων του, φαίνεται θα την ενόχλησε. Αναλογιζόταν πάντα: Πως θα τα έβγαζε πέρα με τα έξοδα που ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια μπροστά του, τότε ξεχνούσε την Κάιτ και την περιφρονητική αδιαφορία της……
Την δεύτερη φορά που συναντήθηκαν περνούσαν από ένα μαγαζί με λουλούδια, της άρεσαν τα τριαντάφυλλα, κατακόκκινα στη βιτρίνα ζωηρά, ζωηρά. Της υποσχέθηκε ότι θα της αγοράσει ένα την επόμενη εβδομάδα, να το βάλλει πρώτα στο πρόγραμμα των εξόδων του. Και αυτό δεν της άρεσε. Μα ο ρομαντισμός αρέσει στις γυναίκες. Τα τριαντάφυλλα είναι σύμβολα ρομαντισμού. Τι να συμβαίνει άραγε; Μια Πέμπτη η Κάιτ του πρότεινε χαρούμενη να την συνοδεύσει σ’ ένα πάρτι. Μια καλή της φιλενάδα έκανε πάρτι γενεθλίων. Θα ήταν μια επίσημη χαρούμενη βραδιά. Τα όμορφα κουστούμια, οι λαμπερές τουαλέτες των γυναικών θα εντυπωσίαζαν τους παρευρισκόμενους . “Θα με συνοδεύσεις, έτσι δεν είναι;” είπε ναζιάρικα ή Κάιτ. Ο Αριέλ την κοίταξε με απορία. Ήταν έτοιμος να πει “βέβαια, μετά χαράς”, αλλά δεν είχε επίσημο κουστούμι, δεν είχε καν κουστούμι, δεν είχε κατάλληλη φορεσιά για το πάρτι και έδειξε στεναχωρημένος. “Ξέρεις, έχω ραντεβού με ένα συμφοιτητή  μου, να κάνουμε μαζί την εργασία στη βιβλιοθήκη “ “Μα θα περάσουμε ωραία” επέμενε η Κάιτ. “Το ξέρω” Ας όψεται η φτώχεια μου μουρμούρισε. .Μπορεί όλα αυτά να ήταν η αιτία που δεν συνέχισαν το δεσμό   ………
Όταν ο Άριελ γνώρισε την Νορ είχε τελειώσει το Πανεπιστήμιο και αναζητούσε εναγωνίως δουλειά. Οι προτιμήσεις του στρεφόντουσαν προς το Δημόσιο, θα είχε εξασφαλίσει <τον άρτον τον επιούσιον>. Μια δουλειά σε ιδιωτική επιχείρηση είχε πολλά ρίσκα. Του είχαν όμως πει ότι είχε καλύτερες απολαβές. Για μια μακροχρόνια απολαβή με κινδύνους δεν μπορούσε να περιμένει. Σε αυτή τη χρονική στιγμή η Νορ ήταν ένα κοριτσόπουλο που ήθελε να γευτεί τη ζωή της. Πήγαινε στα πάρτι των φίλων της, πήγαινε στους κινηματογράφους, πήγαινε στις πρεμιέρες θεατρικών έργων, πήγαινε εκδρομές. Μια δύο φόρες του ζήτησε να τη συνοδεύσει.
Η βραδινή έξοδός της προϋπόθετε αυτοκίνητο και γεμάτο πορτοφόλι. Δεν είχε την κατάλληλη ενδυμασία, ένα σακκάκι και ένα παντελόνι δεν ήταν ότι καλύτερο για τις δεξιώσεις. Ήταν και χειμώνας. Ήταν  απαραίτητο το παλτό, πώς να δικαιολογηθεί ότι δεν είχε κουστούμι και παλτό. Αρνήθηκε να τη συνοδεύσει. Η Νορ του γύρισε την πλάτη και αυτός πορεύτηκε την πτώχεια του και τη μοναξιά του. Δεν πρόλαβε να φαντασιώσει το ερωτικό του σφρίγος.
Φίλους από το Γυμνάσιο και το Πανεπιστήμιο δεν απόκτησε. Όταν προσπαθούσε να ενσωματωθεί σε μια παρέα, τον απόβαλλαν γρήγορα. Τα προσωνύμια, τα παρατσούκλια που κέρδιζε από μια τέτοια προσπάθεια τον εκνεύριζαν. Τον φώναζαν σπαστικό, γκρινιάρη, βαρετό, λεπτολόγο, ενοχλητικό, γραφικό, ψείρα. Κοροϊδευτικά, κατάμουτρα τον έλεγαν <ο κύριος ψείρας>. Δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί ενοχλούσε την παρέα ο προγραμματισμός του, η λεπτομέρεια με τους αριθμούς των εξόδων, η υπομονή του και η πειθαρχία στο χρόνο που περνούσε δίπλα του. “Με αυτό τον απροσάρμοστο θα κάνουμε παρέα” ισχυριζόντουσαν. Αυτός πίστευε ότι ήταν εύπλαστος, και καλότροπος. Όταν έπιαναν την κουβέντα για γυναίκες, ήταν η αποθέωση των χαχανητών τους. Υποστήριζαν ότι η γυναίκα θέλει να ακούει “παραμύθια» να της δίνεις όνειρα να οραματίζεται, δεν θέλει να ακούει “χρωστάω 1,20 ρουπίες από το ρεφενέ της Παρασκευής. Θέλει να ακούει επιτυχίες  από τον κατακτητή <άνδρα> για να ενδώσει από μόνη της στην πολιορκία του.
Μετά ήλθε η επιτυχία του να προσληφθεί στο Υπουργείο Οικονομικών Υποθέσεων. Είχε πλέον στα χέρια του και αυτός μια δουλειά να ζήσει και ένα κομμάτι εξουσίας να απολαύσει. Άρχισε να βλέπει τους γνωστούς του, με άλλο μάτι. Είπαμε δεν είχε φίλους. Τώρα τον είχαν αυτοί ανάγκη και όχι αυτός. Μερικοί του ζήτησαν “ρουσφέτια». Άρχισε να απομακρύνεται ακόμα περισσότερο από τη ανθρώπινη συμπεριφορά του. Οι γυναίκες τον έβλεπαν σαν <πολιτικό μέσο> για το στόχο τους. Επιδίωξε να δημιουργήσει κάποια σχέση από τέτοιες επαφές. Δεν τα κατάφερε. Εξέπεμπε αρνητικά κύματα σεξουαλισμού. Δεν μπορούσε να ελέγξει ολοκληρωτικά την κατάσταση. Ξέφευγαν οι γυναίκες από την πρώτη κιόλας συνάντηση. Συνέχισε να αναρωτιέται: “Κάποτε οι σχέσεις μου με τις γυναίκες δεν καρποφορούσαν γιατί δεν είχα χρήματα, δεν είχα ρούχα να ντυθώ, δεν είχα αυτοκίνητο, δεν πούλαγα παραμύθι. Τώρα τα έχω όλα αυτά και παραπανίσια. Τι να έφταιγε άραγε;”
Φοβόταν να πλησιάσει ελεύθερα τη γυναίκα, να δημιουργήσει μια ανθρώπινη σχέση, όχι αποκλειστικά σεξουαλική, μήπως δεχτεί την απόρριψη. Μερικοί άνθρωποι δεν δέχονται καθόλου την απόρριψη. Νιώθουν, ότι όλος ο κόσμος τους έχει αποβάλλει από το σύστημα της ζωής. Πιστεύουν ότι θα συναντήσουν και δεύτερη και τρίτη απόρριψη. Η αλήθεια είναι άλλη. Η απόρριψη είναι μέσα στο μυαλό τους όχι στους ανθρώπους που συναναστρέφονται. Έτσι τσαλαβουτούσε πότε στους οίκους ανοχής της Βομβάτης, πότε στις γκαρσόνες των βραδινών μπαρ. Στιγμιαίες χαρές του κορμιού γευόταν. Ήθελε να τις μεγαλώσει σε χρόνο, να νιώσει και αυτός δεσμευμένος διαχρονικά. Τελικά  έστρεφε την προσοχή του σε ότι <έφτανε το χέρι του>, στους οίκους ανοχής, στις εφήμερες γκαρσόνες των μπαρ και στους εκτελωνιστές που έβλεπε καθημερινά.
Οι φοβίες ήταν πανταχού παρούσες στην ιδιωτική του ζωή. Άρχισε να παραδίδεται στη μοναξιά του, στο δωμάτιο του, στο κρεβάτι του. Στην υπηρεσία του στο Τελωνείο, υπήρχε μια άλλη ατμόσφαιρα. Πολλές φορές γινόντουσαν πράγματα προς όφελος του, χωρίς να τα περιμένει. Αποφάσισε να κάνει ένα βήμα μπροστά. Να μεταφέρει την εξουσία της υπηρεσίας στην ιδιωτική του ζωή, στους εκτελωνιστές που πίστευε ότι τους είχε του χεριού του.
Το βράδυ που ξάπλωνε στο κρεβάτι μόνος σκεφτόταν συνέχεια μεταξύ ξύπνου και ύπνου. Προσπαθούσε να ανακαλύψει τον κατάλληλο εκτελωνιστή που θα του εμπιστευόταν το πρόβλημα του και θα τον έβαζε στο κύκλωμα των γυναικών. Το σκεπτόταν σοβαρά. Ο Πήτερς, του Γραφείου Μοντ, τελώνιζε καθημερινά κοντέινερ με πλαστικές ύλες, μάλλον δεν τα κατάφερνε με τις μικρούλες, ορεγόταν μόνο τις μεγάλες. Ο Ντιντ, του Γραφείου Λόιντ, τελώνιζε καθημερινά ανταλλακτικά αυτοκινήτων, είχε ειδικότητα στις παντρεμένες, όποιας ηλικίας. Ουφ όχι.!!! Ο Γκρεγκ  είναι αρρενωπός άνδρας, δεν καυχιέται για τις κατακτήσεις του, όμως φαίνεται ότι γυρνάει με κοπέλες. Ο κύκλος του έχει από όλα, παντρεμένες, ελεύθερες, αρρεβωνιασμένες, γυναίκες μιας κάποιας ηλικίας αλλά και νεαρές υπάρξεις. Γυναίκες που ξέρουν να απολαμβάνουν τη ζωή. Ο Γκρεγκ έρχεται τακτικά στο ελεγκτήριο. “Να δω τι μπορώ να κάνω. Πως θα τον εγκλωβίσω; Τα φορτία του έχουν κάποιες μικροδυσκολίες. Αρκεί να τις μεγαλώσουμε κάπως. Τον προσεγγίζω με το μαλακό στην αρχή. Ύστερα βλέπουμε».
Μπροστά στα μάτια του, εκείνη την Τρίτη, είχε τον εκτελωνιστή, αυτόν που είχε επιλέξει για τη βοήθεια στην ερωτική του καταξίωση, για την ερωτική του καταξίωση που ονειρευόταν τα προηγούμενα βράδια στη μοναξιά του κρεβατιού του. Δεν έπρεπε ν’ αφήσει την ευκαιρία να πάει χαμένη. Δίσταζε όμως. Δεν έπρεπε να βιάσει τα πράγματα. Σκέφτηκε να ενεργοποιηθεί στην επόμενη συνεργασία, μια μέρα είναι περνάει εύκολα, θα έκανε υπομονή.
Την άλλη μέρα η τύχη του χαμογέλασε. Το ίδιο σκηνικό παρουσιάστηκε μπροστά του: Ο Γκρεγκ μπροστά στα ελεγκτήρια με μια στοίβα από διασαφήσεις στα χέρια του.
«Γκρεγκ;»
«Ναι κύριε Ελεγκτά»
«Καμιά μικρούλα και για μένα»
“Κύριε Ελεγκτά ντροπή!” Είχε μάθει να μιλά ξεδιάντροπα ο Αριέλ. Αυτό το δικαίωμα του το έδινε η “εξουσία” αλλά και η απειρία του. Συνέχισε χωρίς να περιμένει απάντηση.
«Ξέρω ότι έχεις επιτυχίες, αν και δεν το δείχνεις,. Έχεις μεγάλο κύκλο γνωριμιών ……..να βοηθήσεις και εμένα να μου χαμογελάσει ο έρωτας»
«Κύριε Ελεγκτά δύσκολα μου βάζετε»
«Όχι και δύσκολα Γκρεγκ. Μάλλον εσύ μου φέρνεις δύσκολα προϊόντα στο Υπόστεγο. Δύσκολα και αμφισβητούμενα  στους δασμούς». Προσπάθησε ο Αριέλ να δείξει το μέγεθος της εξουσίας που είχε. Οι άρνηση στην εξουσία σημαίνει πολλές φορές ανυπακοή
«Να τελωνίσουμε τα μαγιό κύριε Ελεγκτά» συνέχισε σε επαγγελματικό τόνο τη συζήτηση ο Γκρεγκ. Δεν ήθελε να εμπλακεί σε αλλά θέματα, ιδιαίτερα με γυναίκες. Ήταν κακό προηγούμενο. «Τα δέκα κιβώτια από τα πενήντα περιέχουν σουτιέν  και κυλλοτάκια στρινγκ» έκανε πως δεν κατάλαβε τον υπαινιγμό της δυσαρέσκειας που του ξεφούρνισε ο Ελεγκτής.
«Να τα μετρήσουμε κύριε εκτελωνιστά;” Ο αυστηρός τόνος που πρόφερε το <εκτελωνιστά> προοιώνιζε άσχημες εξελίξεις. Συνέχισε ο ελεγκτής στον ίδιο τόνο. “ Έχετε κιβωτολόγιο;» τώρα οι φράσεις απέκτησαν σιγά, σιγά πληθυντικό αριθμό.
“Εκτελωνιστά, Εκτελωνιστά, Εκτελωνιστά” λέξη κλειδί για τυπικότητες και πρωτόκολλα.  «Μου επιτρέπεται φίλοι μου να χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη, έστω και αν είναι άγνωστη στην πατρίδα μου στο Ινδουμιστάν. Κάτι με σπρώχνει να την συμπαθήσω. Έχει μια διάθεση μαγνητισμού. Ας είναι !!!”
Ήλθε η στιγμή για να αρχίσουν τα δύσκολα. Τώρα θα περάσουμε από συμπληγάδες. Ξεκίνησε ένας έλεγχος σε βάθος. Ο έλεγχος που απαίτησε ο ελεγκτής ευτυχώς, δεν εμφάνισε κάποιες παρατυπίες. Ο ελεγκτής πήρε το υπηρεσιακό του ύφος και προσπάθησε να τηρήσει το γράμμα της διαδικασίας όσο το δυνατόν καλύτερα. Ο εκτελωνιστής έμεινε ευγενής, χαμογελαστός και εξυπηρετικός. Ο τελωνισμός των μαγιό κάποια στιγμή τελείωσε, είχαν περάσει τρεις ώρες. Με φυσιολογικές συνθήκες θα χρειαζόντουσαν μόνο δέκα λεπτά. Τελείωσε μία εξέταση που μπορούσε να χαρακτηρισθεί και «ιερά».
Φάνηκε ότι ξεχάστηκε η ερωτική κουβέντα που ξεκίνησε, χωρίς να ολοκληρωθεί και από τα δύο μέρη. Ο Αριέλ έκανε μια νύξη ο Γκρεγκ προσπάθησε να ξεφύγει από την άρνηση.



***


«Μάικ εμείς εδώ στον Πειραιά έχουμε ξεπεράσει αυτές τις δυσκολίες στις ανθρώπινες σχέσεις” λέει ο Πέτρος Πέτρινος “Οι ελεγκτές μας δεν συγχύζουν την υπηρεσιακή τους ιδιότητα με τις προσωπικές τους ανάγκες. Αντιμετωπίζουν ώριμα, αποστασιοποιημένα,  τη συναλλαγή μαζί με τους εκτελωνιστές»
“Δηλαδή εδώ στην Ελλάδα οι  ελεγκτές δεν ασκούν πιέσεις”
“Πως!!! Πως ! γίνονται και αυτά. Έχουμε και εμείς τέτοια φαινόμενα. Όμως τα ξεπερνάμε. Την άλλη μέρα είναι όλα πάλι ήρεμα και ξεχασμένα”
“Μα εδώ είναι η διαφορά μας’ λέει ο Μάικ “  έχουμε συνέχεια ……….”
Ο Πέτρος Πέτρινος συγκράτησε στο μυαλό του τη διαδικασία του Χημείου στα Τελωνεία της Βομβάτης, όπως είχε αφηγηθεί  ο Μάικ και βιάστηκε να ρωτήσει: “Βλέπω έχετε και στη μακρινή πατρίδα σου γνωμάτευση από Χημείο!!!”
Ο Μάικ χαμογελά με κατανόηση. Δεν σχολίασε την παρατήρηση του Πέτρου Πέτρινου και  συνέχισε την αφήγηση θέλοντας να αποφύγει κάτι που τον πονάει:
Ο Γκρεγκ, ο εκτελωνιστής μας,  το μεσημέρι πήγε στο γραφείο για να παραδώσει όλα τα αποδεικτικά έγγραφα του τελωνισμού. Έπρεπε να ετοιμάσει δουλειά για την άλλη μέρα, να κάνει το πρόγραμμά του.
Να σας εξομολογηθώ. Νιώθω σαν ένοχος, σαν κλέφτης. Μα με ενθουσιάζει η λέξη εκτελωνιστής, έρχεται συνέχεια στα χείλια, άθελά μου. Πρέπει να είσαστε υπερήφανα για τον επαγγελματικό σας τίτλο. Από όσα ξέρω σε όλες τις χώρες του κόσμου έχουν ένα περιφραστικό όνομα, κάτι σαν εκπρόσωπος “Customs agent“. Το όνομα “εκτελωνιστής” εννοιολογικά περιέχει την ουσία της δράσης: σας τελωνίζω εκτελωνίζω, εκτελωνιστής. Αλλά να πάω πάλι στην ιστορία μας: .
«Τι συμβαίνει Γκρεγκ; γιατί καθυστέρησες σήμερα; Το ξέρεις ότι ο πελάτης φώναζε; Tην άλλη φορά να προσέξεις σε παρακαλώ. Κινδυνεύουμε να τον χάσουμε», τον αποπήρε ο προϊστάμενος. Συνήθιζε ο επικεφαλής του εκτελωνιστικού γραφείου τέτοιες παρατηρήσεις. Δεν έπρεπε να τον παρατηρήσει. Είπα προηγούμενα ότι ήταν ένας καλός συνεργάτης. Είχε καλές επιτυχίες με τις συναλλαγές του. Ας είναι, ήταν ένα λάθος».
«Κύριε Γκυρμ προέκυψαν προβλήματα με τον ελεγκτή» λέει ο Γκρεγκ.
«Προβλήματα!! Τι είδους προβλήματα; τι ζητάει; Να του δωρίσεις μαγιό;»
«Όχι αυτό γίνεται κάθε φορά που τελωνίζω. Τώρα ζητάει μικρούλες» λέει ο Γκρεγκ.
«Τι ζητάει;» ερωτά ξαφνιασμένος ο προϊστάμενος.
«Να του προμηθεύσω μία μικρούλα………. Όπως το ακούσατε. Με πέρασε για προαγωγό. Να μην πω καμιά άλλη άσκημη κουβέντα»
«Δηλαδή σου ζήτησε τι;»
«Να του πλασάρω μια μικρούλα, τάχα από τις γνωριμίες μου»
«Έμαθε από κάπου, ότι έχεις πορτέλο; Με συγχωρείς κιόλας για την απρεπή φράση μου»
 «Δεν γνωρίζω κύριε Γκυρμ»
«Σε γνωρίζω από παιδάκι. Ξέρω την οικογένειά σου αρκετά καλά. Πολλές φορές έχω φιλοξενηθεί σε τραπέζι γεύματος των γονιών σου. Άνθρωποι αξιοπρεπείς και με συναίσθηση της αποστολής τους. Μήπως πρέπει να ενεργήσουμε δικαστικά;»
«Πιστεύω κύριε Γκυρμ ότι δεν έχει επίγνωση των λεγομένων του. Υστερεί σε επικοινωνία»
«Άλλο και τούτο. Όλο προβλήματα σου παρουσιάζονται Γκρεγκ. Πετυχαίνεις για συνεργασία δημοσίους υπαλλήλους, κελεπούρια πρώτοις !!!»

Επικράτησε για λίγο σιωπή στα γραφεία. Τέτοιου είδους συζητήσεις για πρώτη φορά ακουγόντουσαν στο γραφείο. Ήταν νέα ήθη που εισχωρούσαν στην κοινωνία. Οι συνάδελφοι του Γκρεγκ άρχισαν να χαμογελούν. Έβλεπαν εξελίξεις στον ορίζοντα.
Φαίνεται ότι κάποια υπόγεια δύναμη ενώνει τις “ατυχίες» αυτών που φέρουν το όνομα Γρηγόρης. Μπορεί ο εκτελωνιστής της Βομβάτης να ονομάζεται Γκρεγκ, όμως ποιος ξέρει ;;; μπορεί η προέλευση να είναι ελληνική. Εκείνα τα παλαιά χρόνια, τα χρόνια του Μεγάλου  Αλέξανδρου, με τις εκστρατείες του και τους μικτούς γάμους του, ν'  άφησε ίχνη ελληνιστικής  ρίζας. Γκρέγκορυ, το όνομα, η λατινική έκφραση του Γρηγόρη, μετά γίνεται περισσότερο εύκολα Γκρεγκ.
«Στην συζήτηση μπαίνει αιφνίδια η Νότις, η κοπέλα που δούλευε στο Γραφείο σαν γραμματέας. Άκουσε το διάλογο και θέλησε να συμμετάσχει στη συζήτηση. Της άρεσαν οι περιπέτειες. Μια κοπέλα σαν τα κρύα τα νερά. Όμορφη, ψηλή, σωματικά καλοφτιαγμένη, με τέλειες καμπύλες. Γεννημένη για το σεξ και για να εμπνέει τον έρωτα. Ενέπνεε φαντασιώσεις. Η όλη της η εμφάνιση σου θύμιζε ερωτικές σκηνές σε ανατολίτικα παλάτια.
«Σου ζήτησε μικρούλα Γκρεγκ; αλήθεια;» απευθύνεται στο Μάικ.
«Ναι σου λέω Νότις, ναι, ο άνθρωπος δεν είναι καλά ……….έχει παραισθήσεις».
«Σαν τι άνθρωπος είναι Γκρεγκ;»
«Γεροντοκόρος και σπαγκοραμμένος. Την τρίχα την κάνει τριχιά».
«Αλήθεια;»
«Έχει εμφάνιση;»
«Καλός είναι. Αδρά χαρακτηριστικά. Περνά απαρατήρητος. Μεσαίου αναστήματος. Ξεκίνησε και η φαλάκρα στο κεφάλι του. Φαντάζομαι, κάνει ότι είναι δυνατόν για να κρατήσει μαύρα τα μαλλιά του»
«Μπορεί και να τα βάφει;»
«Κάποια τεχνάσματα θα χρησιμοποιεί για να τα διατηρεί μαύρα, φρέσκα μαύρα!! “Καταλαβαίνεις;»
«Πως, πως καταλαβαίνω»
Για δύο λεπτά επικράτησε πάλι σιωπή ….. στη μεγάλη αίθουσα των γραφείων. Οι εκτελωνιστές που παρευρίσκονταν, έσκυψαν πάλι  τα κεφάλια τους στα χαρτιά. Ξεκίνησαν την ίδια ρουτίνα. Ο προϊστάμενος κούνησε δεξιά και αριστερά το κεφάλι του και ξεκίνησε την διαδικασία να πάρει τηλέφωνο με σκοπό να συνεχίσει την καθιερωμένη ρουτίνα. Ο Γκρεγκ ίσιωσε σε στοίβα τα πολλά χαρτιά που είχε μπροστά του. Η αμηχανία ήταν έκδηλη στο πρόσωπό του. Η Νότις ακούγεται να λέει:
«Θα έλθω μαζί σου την επόμενη φορά που θα τελωνίζεις σε αυτόν. Θα λύσω το πρόβλημα του Γραφείου από μόνη μου» και απευθύνεται χαμογελώντας στον προϊστάμενο “ κύριε Γκυρμ θα μου το επιτρέψετε;”
Κουνά το κεφάλι του συγκαταβατικά ο προϊστάμενος. Γνώριζε το ατίθασο του χαρακτήρα της στις ερωτοδουλειές και πρόβλεπε με σιγουριά ότι θα έλυνε το πρόβλημα μια και έξω.
“Δεν πρέπει να έλθεις μαζί μου Νότις. Θα χαλάσουμε την πιάτσα. Δεν βλέπω τι μπορείς να κάνεις στα ελεγκτήρια” λέει με  απορία ο Γκρεγκ.
«Έχω τον σκοπό μου. Μόνο να μην σου ξεφύγει κουβέντα, να συμπεριφέρεσαι συγκρατημένα, να ακολουθείς τη δική μου λογική»
«Έλα τώρα Νότις, θέλεις να μπεις σε περιπέτεια; Αφού δεν είσαι αδειούχος εκπρόσωπος στα Τελωνεία, καταλαβαίνεις τη δυσκολία και ύστερα είσαι έξυπνος άνθρωπος. Άνδρες σαν και αυτόν δεν απολαμβάνουν τις στιγμές τους, δεν ζουν, παραμένουν στο περιθώριο. Ύστερα Νότις εσύ είσαι κουκλάρα, όμορφη. Οι αναλογίες σου είναι τέλειες. Προσελκύεις τα μάτια των ανδρών. Πολλοί θα ήθελα να σε είχαν στο κρεβάτι τους, καλύτεροι σε όλα από τον Ελεγκτή. Έχεις απολαύσει τη ζωή σου. Γνωρίζω από πρώτο χέρι τις ερωτικές σου απολαύσεις. Απολαμβάνεις τον έρωτα με τις δικές σου προϋποθέσεις. Τον ερωτικό σου σύντροφο που βρίσκεις, τον διαλέγεις με τους δικούς σου όρους»
«Έλα τώρα Γκρεγκ, τα παραλές. Έχω κάνει μια κάπως έντονη ερωτική ζωή. Απόλαυσα και απολαμβάνω τον έρωτα με ένταση. Δύο κορμιά πρέπει να ενώνονται με δύναμη και πάθος. Να ζητούν να γίνουν ένα. Το αρσενικό να μπαίνει στο θηλυκό με χαρά και κυρίαρχη διάθεση. Το θηλυκό να απολαμβάνει με συγκρατημένη υπομονή τις ηδονές της στιγμής. Να μην θέλει να ξεκολλήσει το αρσενικό από τις ενοχές του. Το θηλυκό να θέλει να πνίξει μέσα του το ζωντανό κύτταρο. Αξίζει να παίξω λιγάκι μετά από όλα αυτά με τον ελεγκτή».
«Όπως θέλεις Νότις”. Ο Γκρεγκ πείστηκε προς στιγμή με τα επιχειρήματά της. Δεν θέλησε να συνεχίσει περισσότερο. Προσπαθούσε να βρει με τη φαντασία του το τέλος  αυτής της περιπέτειας. Θα έβγαινε μαζί του η Νότις; και μέχρι ποίου βαθμού θα προχωρούσε; Και αν έβγαινε στη διαδρομή κανένας εκβιασμός; Φοβόταν. Πάλι όμως είχε εμπιστοσύνη στη Νότις και στο σταθερό χαρακτήρα της. Μπορεί, όλη αυτή η περιπέτεια να κατέληγε σε φιάσκο. Ύστερα απευθύνθηκε πάλι στην Νότις: 
«Ξέρω ότι απόλαυσες τον ρομαντικό έρωτα κάτω από το φως του φεγγαριού με το αγόρι σου. Ξέρω ότι απόλαυσες τον συζυγικό έρωτα με τον άνδρα σου. Ξέρω ότι απόλαυσες τον ζωώδη έρωτα στα κράσπεδα του δρόμου με το άγριο αρσενικό. Σου έχω εκτίμηση στο παιχνίδισμα του έρωτα. Ας είναι » και ο Γκρεγκ αποδεχόμενος τη γνώμη της, έστρεψε το κεφάλι του στην στοίβα από διασαφήσεις που ετοίμαζε για την άλλη ημέρα”.



***


«Μάικ, στην παρέα μας έχουμε και εκπρόσωπο των τελωνειακών. Μήπως ζητάς να βγάλεις κάποια απωθημένα σου; Μήπως ζητάς να στεναχωρήσεις τους παρευρισκόμενους; Οι κοπελιές σας έχουν τέτοιες προωθημένες συμπεριφορές;» λέει ο Πέτρος Πέτρινος
«Όχι βέβαια. Η Ελλάδα είναι πολλά ναυτικά μίλια μακριά από τη σημερινή πατρίδα μου. Πέρασα ωκεανούς και στεριές για να έλθω επισκέπτης εδώ. Ξεθύμαναν τα πάθη μου στο αεροπλάνο. Όσον αφορά τις κοπελιές μας, έχουν το σωστό μέτρο για τον έρωτα, σαν ένα αναγκαίο εργαλείο ζωής»
«Βλέπω τον τελωνειακό συνεργάτη μας να συνοφρυώνεται κιόλας. Έχω ακούσει πολλά για τη μερίδα των τελωνειακών ελεγκτών και τους εκβιασμούς που κατά καιρούς δημιουργούν και όχι μόνο. Άνθρωποι είναι με αδυναμίες. Πολλές φορές είναι κυρίαρχη, η μίμηση, η ανάγκη, η συνήθεια».
“Οι εκβιασμοί και οι παράπλευρες ενέργειες της εξουσίας” συνέχισε ο Πέτρος Πέτρινος “είναι τμήμα από τη δουλειά που κάνουμε. Το σύστημα δημιουργεί μορφές εκβιασμού που δεν βρίσκονται σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες. Όλα αυτά μου θυμίζουν μια περίπτωση εκβιασμού. Έτυχε σε μένα. Βγάζει γέλιο η περίπτωση. Να δείτε που θα με ακολουθήσουν και άλλοι ομιλητές ……..
Σ’ έναν αρχόμενο τελωνισμό ένας τελωνειακός ζήτησε από τον εκτελωνιστής, ένα ολόκληρο κεφάλι, σχεδόν πέντε κιλά, από άσπρο τυρί της Δανίας, να πάρει δώρο. Όποιος έχει το μέλι δίπλα του είναι πειρασμός. Το φορτηγό- ψυγείο που το μετέφερε από το εξωτερικό, είχε προσωρινά σταθμεύσει στον προαύλιο χώρο του Τελωνείου για τους απαραίτητους ελέγχους. Ο Ελεγκτής έδωσε στον εκτελωνιστή τα κλειδιά και ζήτησε να τοποθετήσει το ασπροτύρι, στο πορτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου του. Σαν πρώτη εκτίμηση φαίνεται μια λογική πράξη. Ήταν όμως Αύγουστος μήνας, ήταν πρωί, ο ήλιος ανέβαινε στο ουρανό και η θερμοκρασία το μεσημέρι να κτυπάει τους σαράντα βαθμούς. Το άσπρο τυρί στις τρεις η ώρα το μεσημέρι είχε ξινίσει. Εντελώς άχρηστο για να φαγωθεί. Κυριάρχησε ο παράπλευρος εκβιασμός της εξουσίας. Το ατέλειωτο θέλω της εξουσίας, η σύμπραξή της με την αστείρευτη βουλιμία. Αν δεν του έδινε ο εκτελωνιστής αυτό που ζήτησε, θα δημιουργούσε σε βάρος του προηγούμενο.
Ο τελωνειακός της συντροφιάς, ένας μέσα σε δέκα εκτελωνιστές, καθόταν στα καρφιά από ώρα. Έβλεπε ότι η ζυγαριά του κεφιού, μέσα από το πικρόχολο χιούμορ, έγερνε από τη μεριά των εκτελωνιστών. Η αδικία είχε προτίμηση στους εκτελωνιστές. Γινόντουσαν αδικημένοι ήρωες. Ήταν τα εύκολα θύματα. Κάτι έπρεπε να κάνει. Δεν μπορούσε να το ανεχθεί αυτό. Σκάλιζε τη μνήμη του  να βρει ανάλογες συμπεριφορές των εκτελωνιστών στα ελεγκτήρια. Στριφογύριζε στη πλαστική καρέκλα του και αναζητούσε το καλύτερο περιστατικό. Κάποια στιγμή πίστεψε ότι το βρήκε. Τότε σήκωσε ψηλά, το δεξί του χέρι, να επιβάλλει ησυχία και άρχισε τη δική ταυ ιστορία. Οι τελωνειακοί “διατάσσουν” ακόμα και αν είναι σε φιλική συντροφιά. Μια συνήθεια που γίνεται απάνθρωπη όσο μεγαλώνει η δημοκρατική συνείδηση των πολιτών.
Μια ημέρα τελώνιζα πλακίδια δαπέδου. Ήλθε ο πρώτος εκτελωνιστής, συμφωνήσαμε τη δασμολογική κλάση, αφού συμβουλευτήκαμε το δελτίο χημείου. Του έκλεισα τη διασάφηση και συνέχισα με τους υπόλοιπους που περίμεναν. Εκείνη την ημέρα φαίνεται ότι είχαν την τιμητική τους τα πλακίδια. Λες και όλοι οι εκτελωνιστές για εκείνη την ημέρα, είχαν συνεννοηθεί να τελωνίζουν πλακίδια τοίχου. Τελώνισα μια διασάφηση, τελώνισα δεύτερη διασάφηση, στην τρίτη διασάφηση ο εκτελωνιστής ζήτησε την κατάταξη των πλακιδίων σε άλλο κωδικό δασμολογικής κλάσης, με τον ίδιο εισαγωγικό δασμό. 
-      μα πως θα σου κατατάξω το εμπόρευμα σε άλλο κωδικό. Από το πρωί έχω τελωνίσει για τρίτη φορά σήμερα το ίδιο εμπόρευμα. “επέμενα εγώ”.
-      δεν είναι το ίδιο κύριε Ελεγκτά !!!
-      είναι το ίδιο εργοστάσιο, το ίδιο δείγμα, το ίδιο μέγεθος.
-      μα κύριε Ελεγκτά, σε αυτή την κλάση παραλαμβάνουμε τακτικά.
-      δεν συμφωνώ, αύριο το πρωί στο μικρό συμβούλιο των Εποπτών.
Ποιο ήταν το μυστικό σε αυτή την περίπτωση; ανακαλύψαμε ότι αυτός ο κωδικός δασμολογικής κλάσης δεν χρειαζόταν έγκριση εισαγωγής από το Υπουργείο Εμπορίου. Είχαν ποσοστώσεις όλοι οι κωδικοί των πλακιδίων εκτός από αυτόν που είχε προταθεί από τον εκτελωνιστή. Γινόταν παραβίαση της απαγόρευσης εισαγωγής πλακιδίων σε επίπεδο ποσότητας. Η ελληνική βιομηχανία έπρεπε να προστατευθεί. Αυτός ο εκτελωνιστής και ίσως μερικοί άλλοι, γινόντουσαν παραβατικοί.
Ο τελωνειακός γύρισε το βλέμμα του στα πρόσωπα της παρέας. Ήθελε να δει τις αντιδράσεις τους. Ήθελε να κερδίσει τις εντυπώσεις. Δεν μπόρεσε να βρει σημάδια τέτοιου θαυμασμού. Άρχισε να σκέπτεται από μέσα του τη ματαιότητα αυτής της προσπάθειας. Η εξουσία είναι πάντα μισητή ακόμα και όταν κάνει καλό, πόσο μάλλον όταν ελέγχει για παράνομη πράξη. Άρχισε να συλλογίζεται ότι δεν μπορούσε να συνυπάρξει με τους άλλους <τους ελεγχόμενος>. Σκέφτηκε να φύγει από την παρέα, όμως τον κράτησε η περιέργεια της διήγησης του ξένου, του Ανατολίτη.

«Μα ξεστρατίσαμε από τη διήγηση που μας κάνει ο φιλοξενούμενος συνάδελφος, ο Μάικ, από την Βομβάτη» επεσήμανε ο Πέτρος Πέτρινος “Άλλωστε θέλουμε να μάθουμε για τον ερωτιάρη ελεγκτή της Βομβάτης. Μας κρατάει σε αγωνία η ερωτική του αναζήτηση».
Λάθη που παρασύρουν τον άνθρωπο να περάσει από το σωστό στην περιοχή του γκρίζου. Συνηθίζεις με τα κακό και τις επιθέσεις του. Προσπαθείς να δεις πάντα την καλή πλευρά του, μα υπάρχει καλή πλευρά;


***


Ο Μάικ ξαναπιάνει την αρχή της αφήγησης. Επιθυμεί να βάλει την παρέα στο σωστό σκηνικό.
Ένα κύμα από ανθρώπους περνά την κεντρική είσοδο του λιμανιού της Βομβάτης. Η ώρα είναι επτά το πρωί. Η μάζα του κόσμου πυκνώνει όσο περνά η ώρα. Είναι στην πλειονότητά τους εκτελωνιστές. Ο Γκρεγκ βιάζεται να βεβαιώσει τις διασαφήσεις του στον Οργανισμό Λιμένα. Ύστερα να καταχωρήσει στο Τελωνείο για να ακολουθήσει ο τελωνισμός του εμπορεύματος στο λιμενικά υπόστεγα. Τον ακολουθεί κατά πόδας η Νότις. Το βήμα της είναι σταθερό και σίγουρο. Νομίζεις ότι έχει περπατήσει τον ίδιο δρόμο για πολλά χρόνια. Τα κτιριακά συγκροτήματα είναι σε παράλληλη διάταξη κτισμένα. Τα λιμενικά υπόστεγα βρίσκονται όσο είναι δυνατό πιο κοντά στη θάλασσα, κοντά στα Ντοκ που γίνονται οι φορτοεκφορτώσεις των πλοίων. Οι διοικητικές υπηρεσίες του Λιμένα και του Τελωνείου είναι εγκατεστημένες σε δύο κτίρια που συγκοινωνούν μεταξύ τους. Είναι μια γέφυρα που τα ενώνει. Μια γέφυρα που τις ώρες εργασίας νιώθεις την ένταση να κυριαρχεί στον αέρα. Συνεργάζονται για τα φορτία που εισάγονται και εξάγονται. Ακολουθούν σε διάταξη τη ροή εργασίας απελευθέρωσης των φορτίων από τελωνειακές δεσμεύσεις, από υποχρεώσεις πληρωμής δασμών και λοιπών φόρων. Οι διοικητικές υπηρεσίες δεν απέχουν πολύ από τα Λιμενικά Υπόστεγα, μια λουρίδα άσφαλτο τα χωρίζει.
Ο Γκρεγκ έχοντας δίπλα του τη Νότις, βρίσκεται να διασχίζει την πύλη της εισόδου και να προχωρά σκυφτός προς τον Οργανισμό Λιμένα. Ο πελάτης ενδυμάτων του γραφείου έφερε άλλη μια παρτίδα από μαγιό γυναικεία και γυναικεία εσώρουχα. Είχε ένα άγχος που συνέχεια μεγάλωνε. Το πρόβλημα του τελωνισμού με τον ελεγκτή Άριελ Ντοντάμι δεν θα το ξεπέρναγε. Θα προσπαθήσει να αποφύγει τη διαδικασία του τελωνισμού με τον ελεγκτή Άριελ Ντοντάμι. Ήλπιζε σε ένα θαύμα, μετά πάλι απελπιζόταν. Σκέφτηκε να προσευχηθεί. Κοίταξε δίπλα του. Η Νότις φαινόταν να έβγαζε μια δύναμη. Μετά ένοιωθε αδύναμος, σκεπτόταν: Υπόγειες δυνάμεις φέρνουν συνήθως τη συγκυρία που δεν επιθυμείς. Η τύχη νικιέται, η προσευχή δεν εισακούγεται. Αναρωτιόταν αν ο ίδιος διάλογος, ή ίδια καθυστέρηση, η ίδια επιμονή του ελεγκτή για «μικρούλες» θα συνεχιζόταν και σήμερα. Σήμερα ένιωθε λιγάκι πιο ευδιάθετος βέβαια. Είχε μαζί του και τη Νότις. Δεν μπορούσε να ξέρει τι ετοίμαζε το διαβολοκόριτσο. Ο Γκρεγκ περπατούσε δίπλα σε μια Νόρις, φρέσκια, καλοντυμένη, ευδιάθετη. Πίστευε κρυφά μέσα του ότι η δουλειά του τελωνισμού θα πήγαινε ρολόι σήμερα, χωρίς προβλήματα. Η Νότις μιλούσε με μισόλογα για το σχέδιο που είχε καταστρώσει, το σχέδιο που αφορούσε τον ερωτύλο κύριο Αριέλ Ντοντάμι. Ο Γκρεγκ δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του <προαγωγό>. Τον έρωτα τον ένιωθε σαν κάτι φυσιολογικό, που περνά από τη στερεά γη στα πόδια του και μεταδίδεται σε κάθε άγγιγμα προς το θηλυκό. Ξυπνούσαν τα νιάτα μέσα του και το απολάμβανε. Κάθε ξενύχτι σε ξενοδοχείο του Λιμανιού του έδινε δύναμη για το επόμενο κυνηγητό του. Ονειρικές βραδιές για τον Γκρεγκ με την καθημερινή του σύντροφο.
Όταν πλησίασαν τα ελεγκτήρια, η Νότις τον σταμάτησε ευγενικά και προχώρησε μόνη της προς το μέρος του Ελεγκτή. Έβλεπε ο Γκρεγκ από μακρυά να χαμογελούν η Νότις με τον Αριέλ. Δεν μπορούσε να ξέρει το ενδιαφέρον θέμα που κουβέντιαζαν. Θα ήταν κάτι σχετικό με την ερωτική αναζήτηση του Ελεγκτή; Ευχόταν από μέσα του να μη τους διακόψει κανένας Εκτελωνιστής. Οπωσδήποτε δεν ήταν ούτε υπηρεσιακό, ούτε φιλοσοφία. Η φαρδιά χειρονομία της Νότις που υπονοούσε <ελεύθερο το πεδίο> έκανε  τον Γκρεγκ να μορφάσει, αλλά και να μπει στη διαδικασία εργασίας της ημέρας. Τα βήματα του τον παρέσυραν στο ελεγκτήριο, άλλη μια μέρα στον καιάδα της ρουτίνας. Ήλπιζε με τη γυναικεία μεσολάβησή της στις εύκολες λύσεις μέχρι να έλθει το απόγευμα.
Στο πεζοδρόμιο της οδού Νοταρά αργά το απόγευμα της ίδιας μέρας, περπατά ο Αριέλ Ντοντάμι και η Νότις. Συμβαδίζουν κουβεντιάζοντας. Βαδίζουν στο δεξιό τμήμα της «Νοταρά». Μόλις έχουν στρίψει την «Τσαμαδού». Μπροστά στα εκατό μέτρα κρεμόταν στην πρόσοψη του κτιρίου η επιγραφή <HOTEL>. Οι πεζοί σε εκείνο το τμήμα της πόλης ήταν λίγοι. Η εμπορική κίνηση ήταν έντονη μόνο στην «Τσαμαδού» και στη «Βασιλέως Γεωργίου», την αμέσως παράλληλη οδό. Όσο προχωρούσε το ζευγάρι προς το «Ζάνειο Ορφανοτροφείο» τόσο ο κόσμος αραίωνε. Είχαν μόλις περάσει το νεοκλασικό κτίριο του κεντρικού ταχυδρομείου, με τις φαρδιές πόρτες και τα σιδερόφρακτα παράθυρα. Η αρχιτεκτονική ήταν ενδιαφέρουσα στην εξωτερική του πλευρά. Στο εσωτερικό δέσποζε το όμορφο, υψηλό, μεγάλο αίθριο πάνω από τα κεφάλια των επισκεπτών. Αριστερά η «Καθολική Εκκλησία», ναός πίστης των πρώτων κατοίκων που αποτελούσαν μια μικρή ζωντανή μειονότητα από την εποχή που κτίστηκε η πολιτεία. Η «Καθολική Εκκλησία», οι καλόγριες, το «Saint Paul» είναι εστίες θρησκευτικής πίστης του καθολικισμού, κατάλοιπα ακόμα, από τα πρώτα χρόνια ανεξαρτησίας της Βομβάτης. Μια πανσπερμία πληθυσμού που κληρονόμησε η Αυτοκρατορία, στο νεοσύστατο κράτος.
«Με συγχωρείς Μάικ” λέει ο Πέτρος Πέτρινος “μας περιγράφεις γνωστή περιοχή του Πειραιά, μήπως παίζεις κανένα παιχνίδι;”
«Για λόγους καλύτερης γλωσσικής παρουσίασης, ο αναγνώστης μπορεί να βάλλει τις δικές του αντίστοιχες λέξεις στους δρόμους ή στα άλλα γνωρίσματα του Πειραιά: Νοταρά, Τσαμαδού, Βασ. Γεωργίου, Καθολική Εκκλησία, Τζάνειο Ορφανοτροφείο. Σε κάθε λιμάνι υπάρχει και η ιστορία των δρόμων.
“Όχι !! όχι !! Πέτρο, μπορεί να ταιριάζει η περιοχή αυτή της Βομβάτης με τον δικό σας Πειραιά αλλά δεν είναι” και πεισματικά συνεχίζει.
«Σε βεβαιώνω δεν είναι ο Πειραιάς» και χαμογέλασε.
“Καλά, καλά. Ακούμε τη συνέχεια”
Για μια στιγμή προβληματίστηκε ο Αριέλ, να μπει στο πρώτο ξενοδοχείο ή στο δεύτερο στα τριάντα μέτρα πιο κάτω; Αυτός ήταν ο στόχος του. Να περάσει δύο ώρες αξέχαστης ερωτικής συνεύρεσης.  Ήταν ασυνήθιστος βέβαια σε τέτοιες διαδικασίες. Μόνο τις τελωνειακές διαδικασίες γνώριζε καλά. Εκεί κανένας δεν μπορούσε να τον παραπλανήσει. Οι ερωτικές διαδρομές στο γυναικείο σώμα..ήταν κάτι ξένο γι’ αυτόν. Οι διαδρομές δεν μοιάζουν με τις διαδικασίες του Τελωνείου; τοιχίο, ψηλό σηκωνόταν σε τέτοιες σκέψεις. Ήταν δυσάρεστα όλα αυτά και τα έβαζε, τα τακτοποιούσε θα έλεγα, στο πίσω μέρος του μυαλού του, σε μια άκρη να τα θυμηθεί όταν πρέπει.

Η Νότις εκείνη την ημέρα φορούσε ένα  κόκκινο εφαρμοστό φόρεμα. Τα μανίκια ήταν αρκετά φαρδιά και έδιναν μια αίσθηση αρμονικού συνόλου σε κάθε κίνηση του χεριού. Οι καμπύλες της, επιφανειακά αφανείς, όμως για αυτούς που ξέρουν να φαντάζονται ήταν προκλητικές. Οι μαύρες της γόβες με τακούνι δέκα πόντους κατέληγαν σε αιχμηρή μύτη. Είναι αρκετά υψηλή και λυγερόκορμη και της ταιριάζουν όλα τα είδη ρούχων. Αυτό που σήμερα προτίμησε να φορέσει ξεπερνά κάθε προσδοκία. Οι νεαροί άνδρες όταν ρίχνουν τη ματιά τους, προσπαθούν να καλύψουν το ξαφνικό φούσκωμα μπροστά στο παντελόνι τους. Βοηθά και η περιοχή που βρίσκονται  στις φαντασιώσεις. Ξενοδοχεία, όμορφα στολισμένες γυναίκες, αραιή κίνηση του κόσμου. Ο Αριέλ καμαρώνει δίπλα στη «μικρούλα». Και τι μικρούλα σκέπτεται: με θαυμαστικό. Επί τέλους η φορτική συμπεριφορά του στον Γκρεγκ, τον εκτελωνιστή, έδωσε καρπούς. Χρειάζονται και αυτά καμιά φορά. “Αφού έχω τον τρόπο μου», σκέπτεται, “γιατί να μην επωφεληθώ;”
Λίγο ακόμα και θα έφταναν στον προορισμός τους, έτσι αδιάφορα, ξένοιαστα χωρίς κόπο και δυσθυμία. Βήμα, βήμα προχώρησαν:
Στη ρεσεψιόν, στην κοπέλα που τους κοίταξε αδιάφορα.
Στην πόρτα του Ξενοδοχείου.
Στο ασανσέρ.
Στο διάδρομο προς το δωμάτιο.
Στο κοίταγμα του πελώριου με μέγεθος κλειδιού που τοποθετήθηκε στην κλειδαριά.
Στον άγνωστο χώρο του δωματίου.
Στο κρεβάτι ή μάλλον δίπλα από το στρωμένο κρεβάτι ………

Αυτό το στόχο έχει βάλει ο Αριέλ. Το κρεβάτι του ξενοδοχείου. Φυσικά και θα το πληρώσει αυτός. Ε!! καλά τώρα να μην τον θεωρήσουν και τσιγκούνη “οι συνεργάτες του;»
«Σιγά βρε Μάικ!! με τη διήγησή σου, βάζεις κάποιες λεπτομέρειες που μας εκπλήσσουν. Έχει η Βομβάτη οδούς όπως Νοταρά, Βασ. Γεωργίου, Τσαμαδού ή Καραολή και Δημητρίου; ή έχει λιμενικά υπόστεγα όπως τα περιέγραψες; Μόνο το λιμάνι του Πειραιά έχει. Μήπως μας πειράζεις; Μήπως αυτό το γεγονός έγινε στον Πειραιά;»
« Όχι σοβαρολογώ και η Βομβάτη έχει τέτοιους δρόμους και τέτοια υπόστεγα για την εναπόθεση φορτίων, όπως το λιμάνι της Νέας Υόρκης ή το Λιμάνι του Φέλιτοουν του Ενωμένου Βασιλείου»
«Μας αφήνεις άλαλους με τους φανερούς παραλληλισμούς σου»


***


«Άριελ !!» οι δύο πεζοπόροι από πολύ ώρα μιλάνε στον ενικό. Ο Αριέλ ακούει τη φωνή της “μικρούλας» δίπλα του.
«Δεν ακούς;»
«Πως σε ακούω»
«Σε ρώτησα αν είσαι παντρεμένος»
«Όχι»
«¨Έχεις κανένα δεσμό;»
«Ναι ….. όχι»
‘Έχεις κανένα δεσμό σοβαρό;» επιμένει η Νότις, υψώνοντας τη φωνή της.
«Δεν έτυχε ……………»
«Μοναξιές Ε!!! Αριέλ»
«¨Όχι ακριβώς …..»
«Μπορείς να συντηρήσεις σπίτι;»
«Ε καλά τώρα. Ας αλλάξουμε κουβέντα. Να βρούμε κάτι πιο ευχάριστο. Άλλωστε φτάσαμε στο ξενοδοχείο»
“Το μυαλό σου στο κρεβάτι το έχεις;” ψιθύρισε μέσα από τα δόντια της η Νότις.
“Είπες κάτι Νότις; δεν άκουσα”
¨Τίποτα. Κάτι δικό μου” και για να αλλάξει ατμόσφαιρα.
«Σου αρέσει η μουσική Άριελ;»
«Μου αρέσει ο Τσιτσάνης, ο Βαμβακάρης» ήταν περήφανος για τη λαϊκή του μουσική προτίμηση. Βέβαια δεν ήξερε το γιατί.
«Αυτοί είναι διασκεδαστές. Σου αρέσει ο Μότσαρτ;»
«Δεν καταλαβαίνω αυτή τη μουσική» απάντησε με ντροπή ο Αριέλ.
Η κουβέντα συνεχίστηκε σε αυτό τον ρυθμό. Η Νότις ξεκίναγε ένα θέμα και ύστερα πήγαινε σε άλλο. Ήθελε να ανεβάσει το ερωτικό ηθικό του Αριέλ και ας ήταν πρώτο ραντεβού. Ένα πρώτο ραντεβού κρεβάτι, έδειξε ότι το επιθυμούσε. Ο Αριέλ απαντούσε μονολεκτικά, μηχανικά. Άνοιγε την πόρτα του ξενοδοχείου …….. έδινε τα στοιχεία του ………… με την σκέψη στην ευχάριστη και εύκολη σημερινή μικρούλα που βρισκόταν δίπλα του. Δεν τον άφηνε η γλυκιά προσμονή να έχει ………. λογική. Είχε αποφασίσει να μπει στο πρώτο ξενοδοχείο της Νοταρά. Από μακρυά έβλεπε το μεγάλο κτίριο του Τζανείου Ορφανοτροφείου. Και τι με αυτό; το ορφανοτροφείο πρόσφερε ωφέλιμο έργο στα άστεγα παιδιά, αυτός πρόσφερε ανακούφιση στο γενετήσιο ένστικτο του.
Η «μικρούλα» και «τι μικρούλα» τον μετέφερε συνέχεια σε φανταστικούς παραδείσους και στην ικανοποίηση των χρόνιων απωθημένων του. Μια μικρούλα πανέμορφη, καλοντυμένη, καλός συζητητής, χωρίς αναστολές στον έρωτα. Έτσι πάντα ήθελε τη γυναίκα, χωρίς υποχρεώσεις και ντροπές. Μια εύκολη διέξοδο στην σεξουαλική του ορμή.
«¨Έλα Αριέλ γδυνόμαστε; είδες εγώ; σου αρέσω;»
Το δωμάτιο του ξενοδοχείου ήταν μικρό, μόλις χωρούσαν τα απαραίτητα μιας κλασικής επένδυσης επίπλων. Ένα διπλό κρεβάτι, δύο κομοδίνα στις άκρες του, μια τουαλέτα με έναν καθρέπτη, το απαραίτητο σκαμπό, η εντοιχισμένη ντουλάπα και το χρήσιμο σκεύος από ξύλο για τις βαλίτσες. Βέβαια η πελατεία του ξενοδοχείου, τα ερωτευμένα ζευγαράκια, δεν είχαν ανάγκη από ένα τέτοιο έπιπλο, να όμως που υπήρχε!!! Ο αέρας του δωματίου δεν είχε ακόμα καθαρίσει τις μυρωδιές από τις  ανθρώπινες ζωές που πέρασαν το προηγούμενο δίωρο στον ίδιο χώρο, ακολουθώντας την ίδια ιεροτελεστία. Αισθανόσουν το αντάμωμα του γυμνού σώματος με τις οσμές του στον αέρα, τη μυρωδιά του γενετήσιου πόθου που ερεθίζει τις αισθήσεις, την αίσθηση της απογοήτευσης του θύματος ή την ολοκληρωτική απόλαυση μιας νίκης που προσωρινά χάνεται, όμως καρποφορεί την αιωνιότητα.
Ο Αριέλ ξεκινά τις γνωστές κινήσεις απαλλαγής από τα ρούχα που φορά. Βγάζει το σακάκι και ξεκουμπώνει τα κουμπιά του παντελονιού. Δεν είχε έλθει ακόμα η σειρά του εσώρουχου. Έπρεπε να έμενε γυμνός από τη μέση και πάνω. Επιτέλους στο τελικό αποτέλεσμα. Ήλθε η ποθητή στιγμή και ο Αριέλ βρισκόταν στο δωμάτιο του ξενοδοχείου εντελώς γυμνός. Η Νότις περίμενε με το σουτιέν και την δαντελένια κυλοτίτσα της. Αμήχανα ο Αριέλ γυρνά προς τη Νότις και την κοιτάζει. Το μόριό του έχει ξεκινήσει την αιμάτωσή του. Ένοιωθε τις ορμές του ακμαίες και δεν ήξερε πως να ξεκινήσει, πώς να συμπληρώσει το κενό. Ένα κενό που μεγαλώνει όταν δεν υπάρχει συναίσθημα. Προσπάθησε να θυμηθεί παρόμοιες σκηνές που είχε δει στον κινηματογράφο. Δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει μεθόδους βία.
Η Νότις, για μερικές στιγμές, τον κοιτάζει κατάματα. Ύστερα φέρνει το βλέμμα της προς τα κάτω, στον γυμνό ανδρισμό του. Το πρόσωπο της παίρνει μια κοροϊδευτική έκφραση. Μισανοίγει τα χείλια της και τσαχπίνικα λέει:
«Αλήθεια θέλεις να εισχωρήσεις μέσα μου; Σε ρωτάω από περιέργεια. Θα πρέπει βέβαια να γελάσω με αυτό που βλέπω στα σκέλια σου. Είναι όπως διαπιστώνω η μοναδική σου αρετή» λέει η Νότις χαχανίζοντας.
Ο Αριέλ δάγκωσε τη γλώσσα του και άρχισε να ιδρώνει. Ένοιωθε στις αρχές να αναβαίνει σταδιακά ο ανδρισμός του. Μετά τις ενοχλητικές  παρατηρήσεις της Νότις πέρασε στην αντίθετη πλευρά της διέγερσης, πέρασε στο μαρασμό. Τόλμησε όμως να τραυλίσει στην επιθετική τακτική της Νότις:
«Ξέρεις  ……………. δεν  μου έχει ξανασυμβεί. Πάντα ένοιωθα τη σκληράδα να ανεβαίνει μέσα μου με γρήγορους ρυθμούς …………. Σε παρακαλώ κάνε υπομονή»
Η Νότις δεν άντεχε άλλο να προσποιείται. Πέρασε στην τελευταία φάση του σχεδίου της:
«Ρε, μασκαρά» του είπε άγρια και σκληρά «άλλο να σκληραίνει ο ανδρισμός  στην μοναξιά σου και άλλο να σκληραίνει μαζί με γυναίκα και για τη γυναίκα. Η γυναίκα θέλει  αγάπη και φιλότιμο για να ξαπλώσει στο κρεβάτι, όχι «πάσα» από τον ένα άνδρα στον άλλο. Η γυναίκα δεν είναι αντικείμενο είναι φλόγα, μαζί και θάλασσα, είναι ανεμοστρόβιλος.
«Θα πω στον Γκρεγκ, τον εκτελωνιστή, τα κατορθώματα σου …………. την σεξουαλική σου πτώχεια» και παίρνει το φόρεμα της από την καρέκλα, το φορά σβέλτα, αρπάζει την τσάντα και κτυπά πίσω της την πόρτα.


***


Οι φωνές στη συντροφιά διασταυρώθηκαν στον αέρα σε μια οχλοβοή, ο ένας συμπλήρωνε μια φράση, ο άλλος ξεκίναγε μια λέξη, ένας τρίτος φώναζε λίγο περισσότερο για να ακουστεί μέσα στη φασαρία.
«Να σχολιάσω μέχρι εδώ;» ήταν η φωνή του Πέτρου Πέτρινου.
«Όχι εσύ, εγώ να σχολιάσω, είναι η σειρά μου» επεμβαίνει ο Χρήστος.
«Ένας, ένας και θα ακούσω την κριτική σας ………» φωνάζει σηκώνοντας τα χέρια ψηλά ο Μάικ.
«Εγώ γελάω πλατειά για το κάζο που έπαθε ο ελεγκτής. Του χρειαζόταν. Άκου να θέλει να του κάνουμε τον νταβατζή» χασκογελάει ο Γρηγόρης που δεν βρισκόταν από την αρχή στην αφήγηση του Μάικ. Είχε πέντε εφόδια να τελειώσει στην αποθήκη της DHL  και δεν πρόλαβε τη σύναξη. Δεν χρειαζόταν όμως εξηγήσεις για να καταλάβει. Ήταν μια από τις πολλές ιστορίες που κυκλοφορούσαν στα ελεγκτήρια, στα κλουβιά που δεν είχαν πουλιά να κελαηδούν, είχαν ανθρώπους που έχυναν ιδρώτα και αίμα, είχαν όμως και ανθρώπους που νόμιζαν ότι ήταν εξουσία αλλά γελιόντουσαν.
Ένας πικραμένος εκτελωνιστής σχολίασε  «και ο νταβατζής μεσολαβητής είναι. Μόνο που είναι ψυχών όχι χαρτιών ………..»
«Ήθελες τα και παθές τα» σχολίασε ένας άλλος.
«Τώρα βλέπουμε Μάικ το στόχο σου”
«Δεν ήταν μόνο μια ερωτική ιστορία, ήταν και ξεπεσμός  μαζί. Η εξουσία που δίδεται σε κάθε υπάλληλο όσο ψηλά και αν βρίσκεται, δεν εφαρμόζεται μόνο στις υπηρεσιακές ανάγκες, περνά και στις ανθρώπινες σχέσεις. Φαίνεται ότι και σε τέτοιες παρεκτροπές βρίσκονται δρόμοι να την κόψουν, να την καυτηριάσουν να την σταματήσουν» μιλά ο θυμόσοφος της παρέας.
«Έχει την εύθυμη πλευρά του το περιστατικό κύριοι,  έστω και αν υπάρχει ηθικός ξεπεσμός» λέγει ο Μάικ.
Ο Μάικ συνεχίζει την διήγηση σαν να ήθελε να εκπλήξει περισσότερο τους συναδέλφους του προγονικού του Πειραιά, της δεύτερης πατρίδας του, όπως υποστήριζε.
Την άλλη μέρα στα Ελεγκτήρια των Αποθηκών ρωτούσαν για την απουσία του ελεγκτή Αριέλ Ντοντάμι. “Μα καλά τι έπαθε ο άνθρωπος, μια χαρά ήταν εχθές”. “Έτσι ξαφνικά αρρώστησε; έτσι ξαφνικά χάθηκε από το γνώριμο περιβάλλον της δουλειάς του”; Φήμες κυκλοφόρησαν  ότι έφυγε με ξαφνική μετάθεση για ένα Τελωνείο στα σύνορα της χώρας.
Ο ελεγκτής που βρισκόταν στην παρέα ένιωθε άβολα. Έβλεπε τη διαφορά που είχαν μεταξύ τους, οι τελωνειακοί και οι εκτελωνιστές. Το πρόβλημα με τους τελωνειακούς είναι ότι γίνονται σημεία αναφοράς. Το κακό πουλάει μόνο, το κακό μόνο στεναχωρεί, το κακό μόνο διασκεδάζει. Ο ελεγκτής έστω και αν κάνει πολλά καλά, δεν ακούγονται, δεν προβάλλονται, δεν πουλάνε ……. Γύρισε στο διπλανό του και αφού χαμογέλασε του είπε “τελικά φίλοι δεν γίνονται ποτέ, οι εκτελωνιστές με τους τελωνειακούς”
«Μάικ» ρώτησαν το συνάδελφο τους από τη Βομβάτη «εσύ πρέπει να ξέρεις τι συνέβη στον κο Αριέλ Ντοντάμι»
Ο Μάικ  έμεινε αμίλητος. Έκανε την προσευχή του στο όνομα της Νότις, θα μπορούσε πιο ανθρώπινα ο Γκρεγκ να διεκπεραιώσει από εδώ και πέρα τη δουλειά του. Ήξερε βέβαια ότι ήταν προσωρινό μέχρι να βρεθεί κάποιο άλλο εμπόδιο …………. 

11 Νοεμβρίου 2011

Λέξεις 10.040

Σημ: Οποιαδήποτε ομοιότητα με την πραγματικότητα είναι εντελώς συμπτωματική


Δείτε πίνακα διηγημάτων στην Ανάρτηση της 12/4/2014


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου