Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

Πως πεθαίνει κανείς; Διήγημα αξιοπρέπειας και υπερηφάνειας 23 Μαΐου 2014



Πως πεθαίνει κανείς; Διήγημα αξιοπρέπειας και υπερηφάνειας 23 Μαΐου 2014


  
Πως πεθαίνει κανείς;


Η γιαγιά-Ειρήνη είχε περάσει τα ογδόντα πέντε της χρόνια και παρέμενε ζωηρή, δραστήρια και απαιτητική. Είχε άποψη για όλα, για τα εγγόνια των παιδιών της, για τις νύφες  των αγοριών της, αυτές που δίνουν ζωή και χαρά στην οικογένεια. Είχε άποψη για την πολιτική εξουσία και τους ανθρώπους της.
Το νέο κυκλοφόρησε γρήγορα. Η γιαγιά- Ειρήνη, η μανιάτισσα, πήρε τηλέφωνο και ζήτησε να δει τις νύφες της, όχι τα αγόρια της. Τα αγόρια της, άνδρες με παιδιά, τα είχε γεννήσει και τα ήξερε. Ήξερε τις  παλαβομάρες τους, ήξερε τις δυσκολίες τους, τις ικανότητές τους.
Οι νύφες της ήταν το κύριο πρόβλημα για αυτή. Εκεί εστίαζε όλην την προσοχή της. Το χαμόγελο στα χείλη, η βαθειά πίστη στη συνοχή της οικογένειας, η δύναμη για τα δύσκολα, αυτά μέτραγαν γι αυτήν από χρόνια. Τα είχε περάσει βήμα, βήμα και τα ήξερε. Ήταν παιδί ανδρών που διαχειριζόντουσαν εξουσία.
Πρώτη κατέφθασε στο σπίτι της η Μαριγούλα. Της είχε κάνει ένα εγγόνι που ανέβαινε την κλίμακα της κοινωνίας. Μπήκε στο Πολυτεχνείο, μια δύσκολη υπόθεση για εκείνη την εποχή, προσελήφθη στη ΔΕΗ, έγινε ένα δυνατό στέλεχος της. Τον σκεπτόταν και ένιωθε υπερήφανη. Είχε κάνει και αυτή κάτι καλό αφαιρούσε εξουσία από τους τρίτους και την πρόσθετε στη γενιά της.
-Λοιπόν μητέρα, μάς ζήτησες;
-Ήθελα να σας δω. Σας αποθύμησα (και χαμογέλασε με περίσκεψη. Δύσκολα χαμογελούσε. Ήταν η εποχή που η γιαγιά –Ειρήνη βρισκόταν περισσότερο χρόνο στο κρεβάτι των γηρατειών, παρά στην πολυθρόνα του μπαλκονιού. Τα είχε φάει τα χρόνια της με το κουτάλι).
-Μητέρα  τη περασμένη Δευτέρα σε επισκεφθήκαμε ξανά. Μας φαίνεται παράξενη αυτή η πρόσκληση. Μήπως δεν είσαι καλά; Νιώθεις άσχημα;
-Καλά είμαι, καλά είμαι. (Σιγά που θα τους έλεγε την αλήθεια…..  από το στόμα της έβγαινε μια φωνή αυταρχική, δύσκολη, ιδιόρρυθμη. Η νύφη της την ήξερε, την είχε αποδεχθεί έτσι όπως ήταν. Η γιαγιά –Ειρήνη ξανακοίταξε τη νύφη της. Την αγαπούσε περισσότερο αυτή τη νύφη από την άλλη. Της είχε αδυναμία. Ίσως γιατί ταίριαζε και ο χαρακτήρας της. Ακόμα και στις διαφωνίες τους συμφωνούσαν ……………..).
-Μαριγώ πέρασαν τα χρόνια. Μεγάλωσα πολύ. Τα έζησα. Είναι καιρός ………
-Μητέρα άφησε τις επιθυμίες σου, άφησε τες να περιμένουν ……. Να! Να θυμάσαι ……… θα έλθει ο καιρός ……..
-Δεν ξέρω τι έπαθα σήμερα. Ήταν από το πρωί μια μέρα αναμνήσεων. Θυμάμαι τα παλιά. Θυμάμαι πως μεγάλωσα αυτά τα αγόρια, τον άνδρα τον δικό σου και αυτόν της Μαρουσώ. Τότε τις δύσκολες εποχές του εμφυλίου. Όλα ήταν αμφισβητούμενα. Είχα πάρει το Γιάννη, τον εγγονό μου και γιό σου, να δει τον πατέρα του στη φυλακή, πολιτικός κρατούμενος, αριστερής ιδεολογίας σε αντίθεση με την επικρατούσα.  Ήταν η εποχή που το αριστερό φρόνημα ήταν απαράδεκτο στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας. Το ΕΑΜ, το ΕΛΛΑΣ, το ΕΔΕΣ, η Συμφωνία της Βάρκιζας, όλα μίλαγαν για αίμα και σκοτωμούς. Φρικτές εποχές για εμάς τις μανάδες. Αυτός ο γιος μου και άνδρα σου, απέκτησε σε εκείνη την εποχή το ζάχαρο, παλιο-αρρώστια, απόκτησε πρόβλημα υγείας διαρκείας. Υπόφερε από ζάχαρο, παλιοαρρώστεια. Το διαιτολόγιο στη φυλακή όμως…………………….
-Τι τα θυμάσαι αυτά τώρα μητέρα;
-Πρέπει βρε παιδάκι μου να οικοδομούμε τα καλά πάνω στα άσχημα. Είναι μέρος της ζωής μας. Πήγαμε λοιπόν με το Γιάννη, οκτάχρονο παιδί στη φυλακή. Ο γιο σου ήθελε να έρχεται μαζί μου, εντυπωσιακή η επιθυμία του. ……….. είχαμε μαζί μας ένα μπουκάλι γάλα. Το κρατούσα στα χέρια μου, ήταν για τον Πέτρο, τον άνδρα σου, μια βοήθεια φαγητού ……..Εκεί στην αίθουσα επισκεπτών είχαμε καθίσει και περιμέναμε να βγει ο γιος μου. θα τον έβλεπε και το παιδί του. Ο ένας πίσω από τον άλλο, οι φυλακισμένοι ερχόντουσαν, ερχόντουσαν, δύο , πέντε, εννέα. Ήντουσαν πολιτικοί κρατούμενοι. Άκου ……. Άκου για τα αριστερά τους φρονήματα. Μήπως το αριστερό χέρι δεν κάνει την ίδια δουλειά με το δεξί; Η δουλειά είναι αυτή που μετράει όχι το μέσον …. Τέλος πάντων. Μου ήλθε μια ζαλάδα στο μυαλό, με κυρίευσε μια απογοήτευση. Σε αυτό το μπουντρούμι είχαν φυλακίσει το γιο μου ……. Εγώ τον προόριζα να προσφέρει στην κοινωνία όχι να γίνει δούλος, αιχμάλωτος, άπραγος μέσα σε τέσσερεις ξερούς τοίχους. Τότε, εκείνη τη στιγμή άνοιξε η εσωτερική πόρτα της αίθουσας επισκέψεων. Είδα το γιο μου καταβεβλημένο, χαμένο στις σκέψεις του, είδα ………  Γύρισε η λογική μου ανάποδα και του φώναξα:
«Υπάρχουν σαράντα πολιτικά κόμματα σε αυτό πήγες να γίνεις μέλος;»
Ήταν δυνατή η φωνή μου. Ο εγγονός μου Γιάννης κοίταξε γύρω του φοβισμένος. Μου τράβηξε το φουστάνι να σταματήσω. Αδιαφόρησα. Οι άλλοι επισκέπτες των φυλακισμένων σταμάτησαν προς στιγμή. Τι να έκαναν; Έδωσα το γάλα στο γιο μου χωρίς δεύτερη κουβέντα, δεν ήθελα να συνεχίσω τα σχόλιά μου. «Ήσουν πάντα αναρχική μάνα», μου είπε ο γιος μου. «Λάθος κάνεις. Είμαι  μια μάνα και τα παιδιά μου τα θέλω να είναι αρχηγοί, όχι φυλακισμένοι, να είναι αετοί, είμαι Σαρτιάτισσα». «Ήσουν πάντα ξεροκέφαλη και κυριαρχική ……..». «Ήσουν πάντα αγέρωχη και υπερήφανη».
-Έχει και συνέχεια μητέρα; Θυμάμαι που μου το διηγιόταν ο μικρός μου γιος. Έλεγε ο μικρός: «Αυτή η γιαγιά είναι υπερήφανη, έχει μεγάλη δύναμη μέσα της». Έβγαζε συμπεράσματα και το παιδί.
-Αργότερα, όταν πήραμε  το δρόμο του γυρισμού, ο Γιάννης , ο εγγονός μου, παρατήρησε με το κοφτερό μυαλό του: «Γιαγιά όταν φώναξες: υπάρχουν σαράντα πολιτικά κόμματα σε αυτό πήγες να γίνεις μέλος, όλοι γέλασαν. Δεν το έδειξαν, ακόμα γέλασαν και οι δεσμοφύλακες. Ήταν γέλιο μετ΄ εμποδίων».
-Δεν φοβήθηκες μητέρα τους φύλακες, τους φυλακισμένους, την ειρωνεία των αριστερών φυλακισμένων;
-Ήταν οι ηττημένοι Μαριγώ, ήταν οι ηττημένοι, …..ήθελα πάντα τα παιδιά μου να είναι αρχηγοί των νικητών, αυτών που επικρατούν. Οι επιλογές στη ζωή είναι κάτι πολύ σημαντικό. Ο γιος μου έκανε λανθασμένη επιλογή, διάλεξε τους νικημένους  …… Μα νικά πάντα η μάνα, προέχει πάντα η αγάπη για το παιδί. Με αφήνει αδιάφορη ο κίνδυνος. Κατανοείς; Η αγάπη για το παιδί……..
-Έλα μητέρα μην τα σκέπτεσαι αυτά. Έχουν περάσει. Περασμένα ξεχασμένα.  Ο εγγονός σου έγινε επιστήμονας, διακρίθηκε  στην επαγγελματική του σταδιοδρομία, απόλαυσε αυτές τις επιτυχίες της οικογένειας ………
Εκείνη τη στιγμή, κτυπά και μπαίνει στη μεγάλη κρεβατοκάμαρα η άλλη νύφη η Μαρουσώ. Είχε  τη δική της αγάπη για την πεθερά. Πότε την έδινε πλουσιοπάροχα, πότε την περιόριζε. Η πεθερά της δεν το έβαζε κάτω ακόμα σε αυτή την ηλικία, σχεδόν απαιτητική στις προτιμήσεις της.
-Λοιπόν μητέρα, καλά; Είσαι καλά; (Λέει η Μαρουσώ).
-Καλύτερα για την ηλικία μου δεν γίνεται …….
-Τι κουστομπολεύεται με τη Μαριγώ;  
-Θυμόμαστε το παρελθόν. Το βαρύ παρελθόν της κομματικής διαμάχης, τότε την εποχή του Εμφύλιου……. Θυμάμαι την αντιπαράθεση ολόκληρου του κόσμου. Κέρδισε τη μάχη στην Ελλάδα η οικονομική δύναμη της Αμερικής. Η οικογένεια ήταν πολυπληθείς και εύρωστη.. δεν την άγγιξαν ούτε Τούρκοι, ούτε Άγγλοι, ούτε Βενετοί. Έπρεπε να το είχε προβλέψει.
-Τα πολιτικά ας τα αφήσουμε ……..Πως πάει η υγεία σου;  Σε βλέπω λιγάκι χλωμή. Με συγχωρείς για την επόμενη ερώτησή μου ……… (Το είχε σκεφθεί από νωρίς και το είχε πάρει απόφαση. Θεώρησε ότι θα φανεί χρήσιμη έστω και μία φορά. Θα νιώσει η πεθερά και την ανάγκη της ). Είμαι  όμως υποχρεωμένη να την κάνω ………. ) Πέρασαν λίγα λεπτά σαν ώρες. Η γιαγιά –Ειρήνη φαινόταν ότι βρισκόταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, ήταν ευκαιρία.) Να πω στον γνωστό μου παπά να έλθει να σε κοινωνήσει; Να έλθει να ψάλλετε μαζί την προσευχή της προσέγγισης στο Θεό ………
Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη σκέψη της και η γιαγιά –Ειρήνη ανασηκώθηκε στο κρεβάτι, ακούμπησε τους αγκώνες της πιο στέρεα για να βγαίνει η φωνή πιο καθαρή: «Δεν θέλω παπάδες , όπως δεν θέλω και γιατρούς. Οι παπάδες με κάνουν να νιώθω ψεύτικη. Στην πατρίδα μου,  τη Μάνη, όταν ο γάιδαρος γερνούσε, ο ιδιοκτήτης του τον πήγαινε σε ένα έρημο μέρος, τον περδούκλωνε, έδενε τα μπροστινά πόδια του και ……. αυτός γινόταν γρήγορα  ………χώμα. Είμαστε χώμα, ξαναγυρνάμε στο χώμα.
-Μητέρα  ……… δεν φοβάσαι τη μετάβαση (δεν ήθελε να πει τη λέξη θάνατο), δεν θέλεις βοήθεια σε αυτή τη μετάβαση ………. Μπορεί να αναστηθείς, έτσι λέει η χριστιανική θρησκεία η πιο αληθινή …….
-Έλα τώρα Μαρουσώ. Είδα τη ζωή να γεννιέται, είδα και τον θάνατο μέσα στη φύση, στα φυτά, στα ζώα, στα πουλιά, στους ανθρώπους. Ο παπάς είναι, παραδέχομαι μια βοήθεια …… εγώ δε τη θέλω, ξέρω τον προορισμό μου. Να πω όμως και για τους γιατρούς. Θεραπεύουν το σώμα και αρρωσταίνουν το μυαλό των ανθρώπων. Κάποιος μου έλεγε, δεν θυμάμαι πότε: «οι παλαιοί άνθρωποι πέθαιναν υγιείς ενώ οι σημερινοί πεθαίνουν άρρωστοι». Τα κόκκαλα γέρασαν, ψάχνουν να βρουν διέξοδο προς την πηγή τους ………………….το χώμα. Δεν μου χρειάζονται τέτοιοι βοηθοί.
Η νύφη της, η Μαρουσώ, απογοητεύτηκε αλλά δεν επέμενε. Ήξερε με πόση αξιοπρέπεια αντιμετώπιζε τη ζωή, σίγουρα με την ίδια θα αντιμετώπιζε και το θάνατο. Έμενε ήσυχη αν και στεναχωρήθηκε που δεν μπόρεσε να της φανεί χρήσιμη έστω και την τελευταία στιγμή. Θα το συζήταγε το βράδυ με το σύζυγό της και γιο της. Έψαχνε να βρει κάτι άλλο για να φανεί χρήσιμη, δεν της ερχόταν στο μυαλό τίποτε.
Η φωνή της γιαγιάς –Ειρήνης ακούστηκε για μια ακόμη φορά απευθυνόμενη στην νύφη της Μαρουσώ:
-Θέλω να με αφήσεις μόνη με τη Μαριγώ. (Δεν ήξερε το παρακαλώ. Διεκδικούσε αυτά που πίστευε ότι της ανήκαν. Ήθελε αυτή τη στιγμή να είναι μόνη με τη Μαριγώ. Δεν επιθυμούσε ούτε τα παιδιά της, ούτε τα εγγόνια της να βρίσκονται δίπλα της. Έτσι είχε αποφασίσει ……………….)
Όταν η πόρτα έκλεισε με δύναμη, δεν έκανε καμιά παρατήρηση. Δεν την ενδιέφερε ακόμα και αν ήταν θυμός. Γύρισε γύρω γύρω το βλέμμα της μήπως και κρυφάκουγε κανένας  …….. σιγουρεύτηκε.
-Λοιπόν Μαριγώ, να σε ερωτήσω; Μείναμε οι δύο μας χωρίς την Μαρουσώ. Οι άνθρωποι δεν είναι κακοί αλλά έχουν περιορισμένες κεραίες κατανόησης. Πως πεθαίνει κανείς;
 Η Μαριγώ δεν παραξενεύτηκε καθόλου. Ήξερε τα καμώματα της πεθερά της. Ήξερε τη σκληράδα της. Δεν περίμενε τέτοια ερώτηση, όμως το προσπέρασε …… σκέφτηκε λιγάκι, ήθελε να πει τη γνώμη  της με λίγα λόγια, απλά, κατανοητά.
-Μητέρα (χαμογελώντας λιγάκι), ντύνεσαι ανάλογα, ξαπλώνεις στο κρεβάτι, σταυρώνεις τα χέρια σου, κλείνεις τα μάτια σου και  ……. πεθαίνεις …….
Η γιαγιά- Ειρήνη ξεκίνησε το τελετουργικό της διαδικασίας. Το έκανε να φαίνεται σαν πρόβα; Διαισθανόταν κάποια μεταβολή; Ήταν αποφασισμένη για το ταξίδι; Η αλήθεια, η πραγματικότητα είναι, ότι μόλις έφτασε στο στάδιο «κλίνεις τα μάτια σου», το τελευταίο στη σειρά του τελετουργικού ………….. πέθανε.

Λέξεις 1.636

Ιούνιος 2012


E-mail =info@bookstars.gr


Το Blog Λογοτεχνία – Πολιτιστικά  Εκτελωνιστών δέχεται να φιλοξενήσει κείμενα συναδέλφων, αξιώματα και πολιτιστικά δρώμενα  που αναδεικνύουν τον εκτελωνιστικό πολιτισμό

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου