Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

Ο Πολύδωρος Καλαθάκης, εκτελωνιστής πονά με ποίηση, 6 Οκτωβρίου 2014



Ο Πολύδωρος Καλαθάκης, εκτελωνιστής πονά με ποίηση, 6 Οκτωβρίου 2014

Στη λατρευτή μου κόρη Γιασεμώ

Έπλεξες τις Ελπίδες σου με νήμα από μετάξι
για να κρατάνε στ’ άδικο, να μη λυγούν στα πάθη.
Κι είπες του Ήλιου : Ήλιε μου σ’ Ευχαριστώ πολύ
που μ’ ένα αχτινοχάδι σου, με ένα σου φιλί
φώτισες το περπάτημα της νιότης μ’ ένα πρωινό
κι’ άνοιξα τις φτερούγες μου, φτωχό σπουργίτι ταπεινό
για νάβρω την αληθινή της γνώσης πεθυμιά
στου κόσμου την αλλόφρονη και στείρα ερημιά.

Κι’ είτανε το φτερούγισμα της νιότης σου θριαμβικό!
Μα μεσ’ το φως του, τ’ άπλετο το τόσο δημιουργικό
που η γνώμη γέμισε το νου με χίλια δυό νοήματα
ήρθεν ο χάρος βιαστικά με ξέφρενα χτυπήματα
σου πήρε σκέψη αρίφνητη και τη θωριά τη λαμπρινή
κι’ αντί να γράψεις με χρυσά γράμματα μια περγαμηνή
του Μάρτη ένα πρωινό γεμάτο φως και μάγια
άφησες το παιγνίδισμα της λευτεριάς τα χάδια
κι’ έσβησες με χαμόγελο στα χείλη σου παντοτεινό.
καμάρι μ’ κοσιεφτά χρονώ, κόρη γλυκειά μου Γιασεμώ.

Ο Πατέρας σου
Πολύδωρος Καλαθάκης

Αναδημοσίευση από τον «Εκτελωνιστή» φύλλο 34 Ιούνιου ς 1980



Δεν Μπορώ
Δεν μπορώ να υποφέρω το χαμό σου
-καταιγίδα που σε βρήκε ξαφνικά-
σε στιγμή που η ΧΑΡΑ το λογισμό σου
ενανούριζε σαν μάνα στοργικά.

Δεν μπορώ να συνηθίσω στο χαμό σου
-μια εκτέλεση ωμή Σιβυλλική-
που τη νιότη και τον όλβιο στοχασμό σου
τούς εδήωσε Κλωθώ σατανική.

Δεν μπορώ να τον πιστέψω το χαμό σου
και παλεύω μαχητής χιμαιρικός
κι αν το δάκρυ μου ποτίζει το Σταυρό σου
περιμένω να φανείς μέσα στο φως.

Ο Πατέρας σου
Πολύδωρος Καλαθάκης

Αναδημοσίευση από τν «Εκτελωνιστή» φύλλο 38 Νοέμβριος 1980




Ο Στέλιος Γεράνης κάνει κριτική σε ποιήματα του εκτελωνιστή Πολύδωρου Καλαθάκη
Ένας πατέρας θυμάται, δακρύζει και ζυμώνει τον πόνο του με ποιήματα

Λοιπόν συνάδελφοι, φαίνεται πως η τσιμεντένια ζούγκλα που μας συντηρεί, το μολυσμένο νέφος που μας «προστατεύει» και η βρωμιά που μας πολιορκεί, δεν έχουν κατορθώσει να διαβρώσουν τον ψυχικό μας κόσμο και να σκοτώσουν την ευαισθησία μας. Όπως αμύνεται η φύση στην  καταστροφή, έτσι αμύνεται και η ανθρώπινη καρδιά στη σκλήρυνση. Αυτό που λέμε «ανθρωπιά» όσο και αν έχει πάρει τον κατήγορο, στις μέρες μας, κάτι απομένει ακόμα που μπορεί να αναστηλώσει το ανθρώπινο πρόσωπο και να αντιμετωπίσει την ασκήμια, την κακοποίησης και το έγκλημα που μας κυβερνά.

Υπάρχουν και εκδηλώνονται γύρω μας άλλοτε ομαδικά και αγανακτισμένα κι άλλοτε μεμονωμένα, συγκινητικές αντιστάσεις τόσος στην φυσική καταστροφή όσο και στην ανθρώπινη εκμηδένιση.

Ένα μεμονωμένο δείγμα πονεμένης αντίστασης, διάβασα στον «Εκτελωνιστή» που εκφράζεται μέσα από δύο συγκινητικά ποιήματα του συνάδελφου Πολύδωρου Καλαθάκη, εμπνευσμένα από τον πρόωρο και άδικο χαμό της κορούλας του Γιασεμώς. Κι αυτά τα ποιήματα δεν ήταν απλοϊκά και άτεχνα στιχουργήματα , σαν αυτά που διαβάζουμε συχνά στις μαρμάρινες ταφόπετρες των νεκροταφείων, αλλά γνήσιες και πηγαίες εκφράσεις συντριβής, με τέλεια ανθρώπινη επένδυση.

Έτσι αποδεικνύεται πως ο ανθρώπινος πόνος καταπραΰνεται κατά τρόπο ιδανικό με τη λυρική εκείνη εξομολόγηση που γίνεται ποίημα. Και τα δύο ποιήματα του Καλαθάκη γίνονται τελικά πνευματικές πράξεις αθανασίας που συντηρούν τη μορφή και τη μνήμη του αδικοχαμένου κοριτσιού.
Ωστόσο αυτές οι  πνευματικές πράξεις του Πολύδωρου δεν πρέπει νάναι τυχαίες. Η αρτιότητα της μορφής τους και το βαθύτατα ανθρώπινο της ουσίας τους, μας κάνει να πιστεύουμε πως ο πληγωμένος συνάδελφός μας καλλιεργεί την ευαισθησία του, ακόμα και μέσα στην τσιμεντένια ζούγκλα που καθημερινά κυκλοφορεί και παλεύει. Βλέποντάς τον κανείς να τσακίζεται στα Τελωνεία, με τις διασαφήσεις στα χέρια του, δεν ήταν δυνατόν να υποπτευτεί την πνευματική του ευγένεια και την ανθρωπιά που έκρυβε στην ψυχή του. Ανάμεσα σ’ αυτού ς ήμουν, δυστυχώς κ’ εγώ. Και ομολογώ την πλάνη μου, γιατί πίστευα, παρασυρμένος  από επιδερμικές εντυπώσεις πως ο Καλαθάκης ήταν ένας τίμιος επαγγελματίας που τα ενδιαφέροντά του τα εξαντλούσε στο μεροκάματο και στην ποδοσφαιρική του ομάδα. Τώρα όμως που ανακάλυψα πως έκρυβε μέσα του, και τον ποιητή, του στέλνω τη συγγνώμη μου και του εύχομαι να πραΰνει τον πόνο του με τις γνήσιες λυρικές του εξομολογήσεις, που είναι ικανές να κρατούν πάντα Ζωντανή τη μορφή και το πνεύμα της αδικοχαμένης κορούλας του.

Αναδημοσίευση από τον «Πανεκτελωνιστή» φύλλο 3-4 Δεκ. 1980 – Ιαν. 1981

       
Το Blog Λογοτεχνία – Πολιτιστικά  Εκτελωνιστών δέχεται να φιλοξενήσει κείμενα συναδέλφων, αξιώματα και πολιτιστικά δρώμενα  που αναδεικνύουν τον εκτελωνιστικό πολιτισμό

E-mail = ggioggaras@Gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου