Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2015

Γιάννης Τερζής, Ο Εκτελωνιστής με την απέραντη αγάπη για τον Μόλυβο Λέσβου, 3 Ιανουαρίου 2015



Γιάννης Τερζής,  Ο Εκτελωνιστής με την απέραντη αγάπη για τον Μόλυβο Λέσβου, 3 Ιανουαρίου 2015

Χαρά της γαλήνης

Παρθένος τόπος, αλήθεια, ομορφιά που επιβάλλεται αθόρυβα, απαλά, χωρίς  ξιπασμούς και ζεστά κυλά στις φλέβες σου, ανακατώνεται, γλυκαίνει το αίμα σου κι’ ακόρεστα σ’ αρέσει. Έτσι είδα το Μόλυβο.

Κλέβοντας μερικές ημέρες απ’ τον καθημερινό μόχθο βρέθηκα στο πολυτραγουδισμένο νησί, τη Λέσβο. Προορισμός μου  ο Μόλυβος. Τον είχα γνωρίσει, κρατούσα έντονες τις πρώτες μου εντυπώσεις κι’ εξεπλήρωνα μια υπόσχεση δοσμένη στον εαυτόν μου, να ξαναγευτώ τη λαγνεία του. Δεν το κρύβω , μια χαρούμενη ανυπομονησία με κρατούσε σε διέργεση μέχρι να ξεκινήσει απ’ τη Μυτιλήνη το τοπικό λεωφορείο. Σαν να μάντευε ο οδηγός του αυτοκινήτου την αγωνία μου, ξεκίνησε στην ώρα του.

Δεν πρόκειται να προσθέσω στα όσα έχουν γραφεί για τις φυσικές καλλονές της διαδρομής. Όμως δεν μπορεί ν’ αντισταθεί κανείς στην πλημμύρα της φυσικής ευφορίας , πνίγοντας τις εικόνες , καταλαγιάζοντας την αισθητική απόλαυση που η πλανεμένη θωριά σου ρουφά αχόρταγα.
Ο κόλπος της Γέρας, μια πελώρια αγκαλιά, που την άνοιξε η στερεά στη θάλασσα, και ξανάπλωσε τα μπράτσα της στοργικά να κρατήσει το πέλαγος μέσα στα σπλάχνα της. Γύρωθέ του πευκώνες και ελαιώνες απέραντοι και φρουροί στη μπούκα του τα νησάκια που πλέουν σαν νούφαρα. Τόσο μόνο προλαβαίνει ν’ αρπάξει τα’ αχόρταγο βλέμμα, όπως το λεωφορείο κατηφορίζει ανάμεσα σε κατάφυτες πλαγιές .Νέα έκπληξη παρακάτω, η λιμνοθάλασσα της Καλλονής,[1] άβαθη ακύμαντη- όπως εγώ την αντίκρισα – νωχελική που απλώνει τις γλώσσες της το χειμώνα, ποτίζει με την αρμύρα της τ’ ακροθαλασσινά χωράφια κι’ απ’ την άνοιξη αποτραβιέται διακριτικά. Η περίφημη σαρδέλα [2]της, ένα ιδιαίτερο πεσκέσι στο εύφορο νησί. Αλλά κι’ εδώ μια ματιά γρήγορη μέσα απ’ το τζάμι του αυτοκινήτου,, κι’ ωστόσο μαυλιστική. Από δω και πέρα οργιάζει η βλάστηση καταπράσινες χαράδρες μέχρι την Πέτρα, που τις περνά το λεωφορείο δαντελλωτά. Μερικές εκατοντάδες σπίτια το παραλιακό χωριό της Πέτρας που στα πόδια του η χρυσή αμμουδιά εκτείνεται μέχρι το Μόλυβο. !!...... στο κέντρο του ένας άλλος φρουρός της ψυχής και του πνεύματος, η εκκλησία της Παναγιάς της Πετρανής, που δικαιώνει την τοπική ονομασία της, επειδή ακριβός είναι κτισμένη θαρρείς από αετούς και όχι ανθρώπους, κατάκορφα στον απότομο λαξευτό βράχο. Εδώ ο ευλαβικός προσκυνητής για να φτάσει στην εκκλησιά, πρέπει να σκαρφαλώσει , δρασκελίζοντας περισσότερα από εκατό σκαλοπάτια σκαλισμένα στα πλευρά του ορθόστατου βράχου. Κι’ η πίστη, που δεν αφήνει το απελπιστικό κενό της αμφιβολίας , δίνει φτερά και στα πιο κουρασμένα γέρικα πόδια να φτάσουν ψηλά, να λειτουργηθούν!.....

Μια ανάσα εδώ του ταξιδιού, λίγο κρύο νερό και ξεκίνημα στον ανηφορικό χωματόδρομο για το Μόλυβο, που σου δίνει την αίσθηση ότι αρμενίζει, όπως ξανοίγεται κάτω απ’ τον γκρεμό, ανοιχτή θάλασσα. Ατέλειωτα τα τελευταία λεπτά της διαδρομής, μέχρι να φτάσεις στον τόπο που έχει αιχμαλωτίσει την ευαισθησία σου. βογκώντας το λεωφορείο μάς φέρνει στην «τούμπα» της ανηφοριάς, το τελευταίο ψήλωμα, κι’ εκεί, λες κι’ αυτό γοητευμένο απ’ την παραδεισένια θέα του Μόλυβου, που απλώνεται κάτω στο βάθος, κόβει ταχύτητα . Κι’ ενώ  η κορδέλα του χωματόδρομου λιγοστεύει, θαρρείς και τυλίγεται στο λεωφορείο που τώρα κατηφορίζει, μια φωνή στην πλαγιά της «τούμπας» ξαφνιάζει τους επιβάτες , τους κάνει να σηκωθούν στα καθίσματά τους περίεργοι και με κάποιο δέος. Είναι η φωνή το υ οδηγού που δείχνει , πριν ολότελα φτάσουμε πλάι του, το απολιθωμένο δέντρο[3] !!.... ένας γίγαντας των αιώνων από το φυτικό βασίλειο της προϊστορίας, νεκρός και αθάνατος!!...... Τρεις άνδρες δεν φτάνουνε ν’ αγκαλιάσουν τον απολιθωμένο κορμό του. Το μάκρος του πάνω από 20μέτρα, η ηλικία το πιθανολογείται γύρω στα 20 εκατομμύρια χρόνια(!!!). τα συστατικά του μάλλον ένα μέταλλο άγνωστο. Και μόνον αυτή η συνάντηση αξίζει τον κόπο να φτάσεις στο Μόλυβο.

 Η ομορφιά όμως ξελογιάζει τη σκέψη κι’ ολάνοιχτες οι αισθήσεις παραδίδονται στο μαγευτικό τοπίο, γιατί μπαίνουμε κι’ όλας στο Μόλυβο.

Πρώτα’ απ’ όλα ανακαλύπτουμε κυκλωμένο από μια σφιχταγκαλιασμένη συντροφιά πεύκων, κοντά στ’ ακρογιάλι, το καινούργιο τουριστικό ξενοδοχείο. Χρισμένο με γούστο, στη ρομαντική αυτή τοποθεσία, προσμένει τον  κουρασμένο ταξιδιώτη να ξαποστάσει, προσφέροντάς του κάθε άνεση. Και τα μάτια αρχίζουν το πανηγύρι τους, σχεδόν βουρκωμένα, μπροστά στην ασυνήθιστη ομορφιά που σε υποδέχεται, σ’ αυτή την πλούσια και αμόλευτη φύση.

Απ’ τα’ αριστερά, μια λουρίδα αμμουδιάς αποκάθαρσης, που τη γλείψει το κύμα και τη χαϊδεύει ο μπάτης. Σε συνέχεια καταγάλανο πέλαγος, κι’ άλλα πάλι νούφαρα, τ’ ακατοίκητα ξερονήσια στο βάθος. Ένας πράσινος τάπητας, κεντημένος με όλα τα έντονα χρώματα, της πορφυρένιας παπαρούνας , της κάτασπρης μαργαρίτας , του χρυσοπράσινου σπαρτού. Περιβόλια κι’ ελαιώνες ζερβόδεξα , στη μικρή απόσταση μέχρι το χωριό, που σαν πίνακας φωτισμένου ζωγράφου σε συνεπαίρνει. Σκόρπια τα σπίτια του Μόλυβου, με το γκρίζο απλό χρώμα τους, χωρίς κραυγαλέους τόνους, ξεχύνονται απ’ το φρύδι του βουνού μέχρι τ’ ακροθαλάσσι. Στα πόδια του το ψαράδικο λιμανάκι, με τρεχαντήρια και ψαροπούλες που τώρα λικνίζονται περήφανα, ύστερα από τη δούλεψη τους, και κατάκορφα, σαν διάδημα, το ιστορικό Κάστρο. Οι αυλόκηποι του χωριού στολισμένοι στα γιορτινά τους. Φιόρα και αγριολούλουδα μας χαρίζουν τις ευωδιές τους, προδιαθέτοντας μας για μια ευχάριστη  διαμονή. Κι’ απ’ τις δύο πλευρές πλαισιώνουν το δρόμο οι κυδωνιές, που απλώνουν τα κλωνιά τους φορτωμένα, χαρίζοντας δροσερή σκιά στους βαλαντωμένους διαβάτες.
Ασύγκριτα σε γραφικότητα τα στενά καλντερίμια, όπως στολίζονται από σφιχταγκαλιασμένα αγιοκλήματα και κληματαριές, κι’ όλο το χωριό λουσμένο στην ευωδιά.

Συμπαθητικά τα καφενεδάκια με το νησιώτικο χρώμα τους και τις κρεμαστές ταράτσες, πάνω απ’ τη θάλασσα! Εδώ πίνεις τον καφέ σου, το ούζο σου και θαρρείς πως είσαι σε γέφυρα καραβιού , ατενίζοντας το ναρκωμένο πέλαγος. Η αγορά του χωριού ανάλογη με την κίνησή του: Ελάχιστα μικρομάγαζα , που πασχίζουν να θεραπεύσουνε τις λιτές απαιτήσεις του Μολυβιάτη. Όπως όλοι οι νησιώτες , μά σε βαθμό που ξαφνιάζει , στο Μόλυβο σε καλωσορίζουν φιλόξενα οι γλυκές φυσιογνωμίες. Όλοι λες κι’ είναι στενά συγγενείς σου, γνωστοί από χρόνια, καλοί φίλοι. Πόσην αλήθεια καλοσύνη κλείνει η απλότητα και ο αυθορμητισμός ! Στις δυό πλατείες του χωριού , πλατάνια και νερά κρυσταλλένια, που τρέχουνε από παλιές μαρμάρινες πηγές. Αρκετές εκκλησίες και μια πλούσια γι’ αυτό το χωριό βιβλιοθήκη, με πολύτιμα ιστορικά χειρόγραφα. Σ’ ένα άλλο παλιό αλλά ευρύχωρο κτίριο συγκεντρώνονται κάθε χρόνο Έλληνες και ξένοι ζωγράφοι, απ’ αυτούς που ξέρουν να εκτιμούν α ευγενικό τοπίο, και με τη συμμετοχή της ελληνικής και ξένων ακαδημιών ζωγραφικής οργανώνονται έκθεση, με πίνακες που απεικονίζουν τη ζωή και τη φύση του Μόλυβου. ένα παλιό τούρκικο λουτρό που οι φιλόπονοι Μολυβιάτες επισκεύασαν και εξόπλισαν , όσο καλύτερα μπορούσαν , προσθέτει τον ανατολίτικο τόνο του. 

Κατάκορφα του χωριού βιγλίζει ολόγυρα το παλιό Κάστρο,[4] με τα γκρεμίσματά του, πληγές τα’ αδυσώπητου χρόνου στα γιγάντια τείχη του, καταμαρτυρώντας μια ιστορία κουρσάρων αιματοβαμμένη, το πέρασμα της ενετικής και της τουρκικής κυριαρχίας. Από δω το βλέμμα καλπάζει και χαίρεται το μπογάζι, που λες πως αν κάνεις μια δρασκελιά θα σαλπάρεις αντίκρυ στις μικρασιατικές ακτές , καθώς δεν απέχουν παρά ελάχιστα μίλια. Απλώνοντας τη θεριά σου στην αντίθετη ακριβώς πλευρά, καμαρώνεις την καταπράσινη Εφτελούς, την γλυκοτραγουδισμένη απ’ τον αείμνηστο ποιητή Εφταλιώτη, που τα’ όνομά της έχει στενά συνδεθεί με το έργο του. Δεν λείπει και το δασάκι, κατάφυτο από πεύκα, «τσακμάκια» όπως τα θέλουν οι Μολυβιάτες, που πάνε και κάνουν σεργιάνι στην πυκνόφυλλη σκιά τους.

Όλες αυτές οι εικόνες, που δε συναντάς   εύκολα, ούτε και γρήγορα, σβήνουν από τη μνήμη , μια συμφωνία του ουρανού και της θάλασσας , του βουνού και του κάμπου. Μέσα σε τέτοιο πανώριο περιβάλλον η ζωή κυλά ήρεμα κι’ απλά, είναι μια πραγματική γαλήνη. Καμιά βιάση ,κανέναν άγχος. Κάθε λεπτό που περνά έχει την αξία του, δεν σπαταλιέται σε άσκοπες φροντίδες. Εργάζονται και μάλιστα σκληρά οι Μολυβιάτες, μα έχουν τον ρυθμό τον ανθρώπινο και όχι της μηχανής. Και οι ξένοι ακόμη αφομοιώνονται, γαληνεύουν γίνονται Μολυβιάτες, δηλαδή ισορροπημένοι και όχι νευρωτικοί όπως έχουμε καταντήσει όλοι σχεδόν στην πολιτεία.

Το σούρουπο στο Μόλυβο αχνοβάφεται το παράδοξο μπλε μούχρωμά του. ‘όταν βραδιάσει, σκορπά το φεγγάρι χρυσές πινελιές στο γαληνεμένο γιαλό, κι’ όλα σωπαίνουν , σαν σε θεία μυσταγωγία, λες και στήνουν χορό ξαναγεννημένες εντός σου οι αποδιωγμένες μορφές του ρομαντισμού. Και το πρωινό ξύπνημα , μια ανάλαφρη ευωδιά από τα βασιλικά , τ’ αγιοκλήματα και τα γιασεμιά.
Τι άλλο    χρειάζεται ένας άνθρωπος για να συναντήσει την ευτυχία; Τυχεροί όσοι φτάνουν εδώ, τυχεροί γιατί γνώρισαν , ρη χαρά της γαλήνης , το Μόλυβο.

Γιάννης Τερζής
Αναδημοσίευση από τον Εκτελωνιστή Ιούνιο ς 1962


[1] Ένας από τους σημαντικότερους υδροβιότοπους της Λέσβου βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού, στον Κόλπο της Καλλονής. Ο υγρότοπος εκτός από φυσική ομορφιά αντάξια του ονόματός του έχει και τεράστια οικολογική σημασία. Στην ευρύτερη περιοχή του κόλπου η οποία παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία υγρότοπων (η συνολική του έκταση ξεπερνά τα 110 τ. χμ.), βρίσκουν καταφύγιο πολλά σπάνια είδη θαλάσσιων και χερσαίων οργανισμών.
Ο υδροβιότοπος του κόλπου της Καλλονής περιλαμβάνει το θαλάσσιο τμήμα του κόλπου, την ευρύτερη χερσαία περιοχή, τις αλυκές της Καλλονής και του Πολιχνίτου, τη λιμνοθάλασσα των Μέσσων, τους χείμαρρους του Τσικνιά, του Βούβαρη και του Αλμυροπόταμου και τα έλη της Σκάλας Καλλονής, της Νυφίδας και των Παρακοίλων.
Στον υδροβιότοπο του Κόλπου της Καλλονής, συναντώνται αρκετά είδη που απειλούνται με εξαφάνιση. Όπως η θαλάσσια χελώνα Caretta – caretta και η μεσογειακή φώκια Monachus – monachus. Επίσης, μπορείτε να συναντήσετε και πολλά σπάνια υδρόβια πουλιά, τα οποία ζούνε στην περιοχή είτε όλο το χρόνο είτε κατά περιόδους.

[2] Πασίγνωστη σε όλο τον κόσμο εδώ και αιώνες, η σαρδέλα Καλλονής ή παπαλίνα, που διακρίνεται από το μικρό της μέγεθος και τη μοναδική γεύση, έχει καταγραφεί στις μαρτυρίες περιηγητών που πέρασαν στο παρελθόν από το νησί.

[3]  Γενικά για τα απολιθωμένα δένδρα της περιοχής και του νησιού της Λέσβου. Μεταξύ των ευρημάτων περιλαμβάνεται ο γιγαντιαίος απολιθωμένος κορμός (Νο 1), περιμέτρου 13,7 μέτρων και διαμέτρου 3,70 μέτρων, που αποτελεί – σύμφωνα με τα στοιχεία της παγκόσμιας βιβλιογραφίας – τον μεγαλύτερο σε διαστάσεις ιστάμενο απολιθωμένο κορμό σε ολόκληρο τον κόσμο. Το δένδρο αυτό ανήκει στις Δαφνίδες. Στο κατώτερο τμήμα του κορμού αποκαλύφθηκε τμήμα του ριζικού του συστήματος, γεγονός που αποδεικνύει ότι ο κορμός βρίσκεται στην ίδια ακριβώς θέση στην οποία αναπτύχθηκε το δένδρο πριν απολιθωθεί.
Στην παράκτια ζώνη του πάρκου δεσπόζει και ο ιδιαίτερα εντυπωσιακός κατακείμενος απολιθωμένος κορμός δέντρου, μήκους 14 μέτρων. Το εντυπωσιακότερο εύρημα είναι ένας γιγάντιος κορμός δένδρου που αποκαλύφθηκε σχεδόν ακέραιος στη φυσική του θέση. Το απολίθωμα έχει συνολικό μήκος 17,20 μέτρα ενώ η διάμετρος του κοντά στη βάση του κορμού είναι 1μέτρο και 70 εκατοστά. Έχει διάταξη σχεδόν Ανατολή – Δύση και το ριζικό του σύστημα βρίσκεται ψηλότερα από το υπόλοιπο κορμό που φαίνεται ότι μετά την πτώση του έπεσε στην πλαγιά του μικρού λόφου πάνω στην οποίο είχε φυτρώσει.
Το εντυπωσιακότερο όμως είναι ότι το δένδρο αυτό αποκαλύπτει και τις συνθήκες του ενταφιασμού του μέσα σε ένα μεγάλο ρεύμα ηφαιστειακών υλικών που με την πίεση του φαίνεται να ξερίζωσε το γιγάντιο δένδρο και το έριξε στο έδαφος. Μελετώντας την διάταξη του στο χώρο μπορούμε να ανασυνθέσουμε την πορεία των ηφαιστειακών υλικών που προέρχονται από τα μεγάλα ηφαιστειακά κέντρα στα ανατολικά. Ο δυνατός χείμαρρος της ηφαιστειακής λάσπης ξερίζωσε το δένδρο και το έριξε στο έδαφος και αμέσως ο κορμός  σκεπάστηκε από ένα παχύ στρώμα ηφαιστειακής λάσπης.
Πρόκειται για εντυπωσιακό εύρημα το οποίο μετά την ανασκαφή του συντηρήθηκε ενώ συγκολήθηκαν στο σώμα του περισσότερα από 450 θραύσματα κυρίως στο τμήμα των κλαδιών και του ριζικού συστήματος.

[4]  Το Κάστρο θεμελιώθηκε κατά τους Βυζαντινούς χρόνους πάνω στα ερείπια της αρχαίας οχύρωσης, κυρίως της νότιας πλευράς. Κατά μια εκδοχή, ιδρύθηκε τον 6ο αι. επί του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, γνωστού για την οικοδομική του δραστηριότητα. Το 1128 κυριεύτηκε από τους Ενετούς και από το 1204 έως το 1287 ήταν υπό την κατοχή του Βαλδουίνου Β΄ της Φλάνδρας. Κατά μια άλλη άποψη, το κάστρο χτίστηκε μετά τα μέσα του 13ου αιώνα με σκοπό να καταστεί δυνατή η αντιμετώπιση των Τούρκων και Φράγκων επιδρομέων. Πάντως, στα τέλη του 13ου αι. πέρασε στα χέρια των Καταλανών. Το 1373 ο Γατελούζος Φραγκίσκος Α΄επέφερε ενισχύσεις και επισκευές στο κάστρο. Η σημερινή μορφή του κάστρου είναι αποτέλεσμα των εργασιών του 14ου αι. και των οθωμανικών προσθηκών μετά το 1462.
Το κάστρο της Μήθυμνας έχει σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου, με πλευρά 70 μ. Το μεγαλύτερο μέρος του είναι δομημένο κατά το ψευδοϊσόδομο σύστημα τοιχοποιίας. Χρησιμοποιήθηκαν μεγάλοι λαξευμένοι λίθοι από βασαλτικό πέτρωμα. Η ΒΑ πλευρά παρουσιάζει ομαλότερο έδαφος, που επέβαλε την οικοδόμηση υψηλότερων προτειχισμάτων για την εξασφάλιση μεγαλύτερης προστασίας. Για ασφαλέστερη οχύρωση οικοδομήθηκαν σε πυκνή διάταξη δέκα υψηλοί πύργοι τετράγωνης και κυκλικής κάτοψης περιμετρικά του φρουρίου. Στη νοτιοδυτική πλευρά υπάρχει εξωτερικό προτείχισμα και η πρόσβαση στο φρούριο γίνεται σταδιακά μέσω τριών διαδοχικών πυλών. Η πρώτη πύλη ανοίγεται στο νοτιότερο άκρο του εξωτερικού περιβόλου. Είναι οθωμανικής κατασκευής, όπως συνάγεται από εντοιχισμένη επιγραφική μαρτυρία. Στο πάνω μέρος φέρει ως κάλυψη οξύληκτο τόξο. Μεταξύ του εξωτερικού αυτού περιβόλου και του εσωτερικού δημιουργείται αύλειος χώρος εν είδει τάφρου.

Το Blog Λογοτεχνία – Πολιτιστικά  Εκτελωνιστών δέχεται να φιλοξενήσει κείμενα συναδέλφων, αξιώματα και πολιτιστικά δρώμενα  που αναδεικνύουν τον εκτελωνιστικό πολιτισμό

E-mail = ggioggaras@Gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου