Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2019

ΕΛΕΓΧΟΙ ΕΚΤΕΛΩΝΙΣΜΟΥΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ Ανάλυση κινδύνου (Risk analysis) Ολικός φυσικός έλεγχος Δειγματοληπτικός έλεγχος Αγροτικά επιδοτούμενα. Μέρος Δεύτερο Σελ. 47-84 11 Οκτωβρίου 2019

ΕΛΕΓΧΟΙ ΕΚΤΕΛΩΝΙΣΜΟΥΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ Ανάλυση κινδύνου (Risk analysis) Ολικός φυσικός έλεγχος Δειγματοληπτικός έλεγχος Αγροτικά επιδοτούμενα. Μέρος  Δεύτερο  Σελ. 47-84    11 Οκτωβρίου 2019






7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ


7.1. Οι προσδοκίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, της Επιτροπής και των επικεφαλής των τελωνειακών διοικήσεων, ότι οι τελωνειακές υπηρεσίες της Κοινότητας θα λειτουργούν «ως αποτελούσες μία και μόνο», αναλαμβάνοντας συντονισμένη δράση προκειμένου να επιτύχουν ισοδύναμα αποτελέσματα σε όλο το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, μέσω της αποτελεσματικής, αποδοτικής και ομοιόμορφης εφαρμογής των κοινοτικών ρυθμίσεων, απέχουν πολύ από το να ευοδωθούν (βλέπε σημεία 6.2 και 6.6).

7.2. Παρά τη διαδεδομένη προθυμία να προωθηθεί η χρήση της ανάλυσης κινδύνου στις τελωνειακές υπηρεσίες, η έλλειψη συντονισμού, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τον καθορισμό των εμπορευμάτων και συνθηκών που παρουσιάζουν κινδύνους, καθιστά ένα μεγάλο μέρος του ελέγχου που διεξάγεται σε τοπικό επίπεδο αναποτελεσματικό (βλέπε σημεία 6.4, 6.14 και 6.19)

7.3. Αρκετές ενδείξεις επιβεβαιώνουν ότι το μεγαλύτερο μέρος των πληροφοριών σχετικά με τομείς που παρουσιάζουν κίνδυνο κοινοποιείται στα μεθοριακά τελωνεία. Ωστόσο, ελλείψει πραγματικά αποτελεσματικής ανάλυσης του ενδεχόμενου αντίκτυπου των κινδύνων αυτών σε κάθε μεθοριακό τελωνείο, η διάθεση αυτού του όγκου των πληροφοριών κάθε άλλο παρά συμβάλλει στην ορθή κατανομή των πόρων που διατίθενται για τον έλεγχο (βλέπε σημεία 6.9, 6.32 και 6.50).

7.4. Οι μεθοδολογίες της ανάλυσης κινδύνου είναι διαφορετικές σε όλα τα κράτη μέλη όπου πραγματοποιήθηκαν επισκέψεις στα πλαίσια της έρευνας. Παρόλο που ενδεχομένως υπάρχει κοινή συμφωνία για την ανάγκη μιας μεθοδολογίας κινδύνου και παρά το γεγονός ότι οι κατευθυντήριες αρχές της Επιτροπής προσφέρουν έναν καλό οδηγό για την εφαρμογή της, οι σύγχρονες τάσεις μαρτυρούν μία μη συντονισμένη και ανομοιόμορφη εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας (βλέπε σημεία 6.6, 6.33 στοιχείο δ), 6.46 και 6.49).

7.5. Πέντε χρόνια μετά την υλοποίηση της ενιαίας αγοράς και έξι χρόνια έπειτα από την έναρξη του προγράμματος Matthaeus (( 91/341/ΕΟΚ: απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 1991 περί της έγκρισης προγράμματος κοινοτικής δράσης σχετικά με την επαγγελματική κατάρτιση των τελωνειακών υπαλλήλων (πρόγραμμα Matthaeus) (ΕΕ L 187 της 13.07.1991, σ. 41)), θα περίμενε κανείς ότι τα προγράμματα κατάρτισης και ανταλλαγών που τέθηκαν σε εφαρμογή θα είχαν αποφέρει μεγαλύτερη συνοχή. Εξάλλου, η δημιουργία κοινών εξειδικευμένων μονάδων ή υπηρεσιών σε κοινοτικό επίπεδο, για παράδειγμα σε επίπεδο σχεδιασμού και ελέγχου, θα απέφερε μια κάποια ενοποίηση των τελωνειακών υπηρεσιών, ικανή να βελτιώσει το συντονισμό μεταξύ κρατών μελών (βλέπε σημείο 6.2).

7.6. Χρειάζεται ακόμη πολλή δουλειά προκειμένου να εξασφαλιστεί η ύπαρξη ενός αποτελεσματικού, αποδοτικού και ομοιόμορφου συστήματος ανάλυσης κινδύνου το οποίο να λειτουργεί σε όλα τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή θα έπρεπε:

α) να εξασφαλίσει την ενσωμάτωση των οδηγιών της σε δεσμευτικούς κανονισμούς και τη διατύπωσή τους κατά τρόπο που να προβλέπουν την καλύτερη δυνατή προστασία για την Κοινότητα. Η κοινοτική νομοθεσία που ρυθμίζει όλους τους τομείς των τελωνειακών δραστηριοτήτων και ελέγχων θα έπρεπε να τροποποιηθεί χωρίς καθυστέρηση, προκειμένου να επιβάλει την υποχρεωτική χρήση μεθόδων συνυπολογισμού του κινδύνου και προσανατολισμού των ελέγχων.

β) να φροντίσει για τον κατάλληλο εξοπλισμό των υπηρεσιών της ώστε να εξασφαλίσει τον αποτελεσματικό συντονισμό μιας ουσιώδους ανάλυσης όλων των δεδομένων που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη και ιδιαίτερα στους τομείς των εμπορευμάτων και των τελωνειακών καθεστώτων που παρουσιάζουν κίνδυνο. Η Επιτροπή θα έπρεπε να αναλάβει ιδιαίτερα το συντονισμό της ανάλυσης κινδύνου και των σχετικών προγραμμάτων ελέγχου σε ό,τι αφορά τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές ή τους επιχειρηματίες Που δραστηριοποιούνται σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη.

γ) να λάβει μέτρα για να εξασφαλίσει ότι τα νέα σχέδια τελωνειακής νομοθεσίας δε θα περιέχoυν νομοθετικές απαιτήσεις που να επιφέρουν την αύξηση των κινδύνων (επαχθείς ή δύσκολες σε εφαρμογή). Η Επιτροπή οφείλει ακόμη να εξασφαλίσει την αποτελεσματική και συνεχή εποπτεία της εθνικής νομοθεσίας των κρατών μελών, η οποία σε μερικές περιπτώσεις αποτελεί εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, ώστε να εξασφαλίσει ότι η εθνική νομοθεσία δε θα δημιουργήσει επιπρόσθετους κινδύνους.

δ ) να φροντίσει ώστε οι δραστηριότητες των υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για τον έλεγχο και την παρακολούθηση να προγραμματίζονται ανάλογα με τον κίνδυνο για να συμβάλλουν στη διενέργεια ισοδύναμων ελέγχων ενός ικανοποιητικού επιπέδου σε όλα τα κράτη μέλη.

ε) να αναλάβει κατάλληλη δράση για να ενσωματώσει στις κατευθυντήριες γραμμές και στα νομοθετικά της κείμενα τις αποτελεσματικές και καινοτόμες πρωτοβουλίες των κρατών μελών, όπως για παράδειγμα τη συγκεντρωτική ανάλυση των κινδύνων των εμπορευμάτων, την ανάλυση των κινδύνων των τελωνειακών καθεστώτων, τη χρήση μονάδων πληροφόρησης σχετικά με τις φορτώσεις, τη δειγματοληπτική επιλογή εμπορευμάτων χρησιμοποιώντας αλγόριθμους κινδύνου. Είναι σημαντικό να συγκεντρωθούν οι καλύτερες από τις καινοτομίες αυτές και να εφαρμοστούν παράλληλα για να εξασφαλιστεί η πλήρης προστασία των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

στ)να απαιτήσει την εναρμόνιση του ποσοστού ελέγχων βάσει εγγράφων στα κράτη μέλη. Το Συνέδριο επεσήμανε ότι το ποσοστό των ελέγχων αυτών κυμαινόταν από 17 % σε δύο κράτη μέλη σε 100 % σε τρία άλλα κράτη μέλη. Είναι φανερό ότι όταν το επίπεδο των ελέγχων αυτών φτάνει το 100 %, όταν δηλαδή δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ των ελέγχων, η χρησιμοποίηση της ανάλυσης κινδύνου δεν αποτελεί παρά σπατάλη των διαθέσιμων πόρων και οδηγεί στη μείωση της προσοχής που απαιτείται για τη διεξαγωγή των σχετικών ελέγχων.
Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται συχνά στους ελέγχους  κατά την εισαγωγή που διενεργούνται μετά τον εκτελωνισμό. Πρέπει ακόμη να υπογραμμιστούν τα πλεονεκτήματα της εναρμόνισης των ελέγχων, ώστε να κατανεμηθεί ίσα το βάρος του ελέγχου σε όλους τους οικονομικούς φορείς της Κοινότητας.

ζ) να βοηθήσει τα κράτη μέλη να διαμορφώσουν πιο συγκροτημένα και επιστημονικά συστήματα ανάλυσης κινδύνου, παρέχοντάς τους τεχνικές γνώσεις καθώς και μέσα κατάρτισης, έρευνας και συντονισμού.

Η παρούσα έκθεση εγκρίθηκε από το Ελεγκτικό Συνέδριο στο Λουξεμβούργο κατά τη συνεδρίασή του της 16ης και 17ης Σεπτεμβρίου 1998.
Για το Ελεγκτικό Συνέδριο Bernhard FRIEDMANN Πρόεδρος

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ


1. EΙΣAΓΩΓH

Οι παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συμβάλλοντας στη διαφάνεια της πραγματικής κατάστασης σε θέματα τελωνειακού ελέγχου, βασίζουν τα συμπεράσματά τους σε μια αντίληψη διαχείρισης της τελωνειακής ένωσης που προτρέχει της τελικής φάσεως εκτέλεσης του προγράμματος «Τελωνείο 2000» και μάλιστα προχωρεί ακόμα περισσότερο.

1.2. Αν είναι αληθές ότι τα κράτη μέλη έχουν, σε ένα γενικό πλαίσιο, την υποχρέωση να ελέγχουν, είναι επίσης σαφές ότι τους έχει δοθεί η ευκαιρία να εκτιμήσουν τους τρόπους σύμφωνα με τους οποίους οι έλεγχοι ασκούνται γενικά αλλά και μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο.

Σε θέματα ελέγχου της εξαγωγής των γεωργικών προϊόντων, το Συμβούλιο έχει προβλέψει κανόνες όσον αφορά τις μεθόδους ελέγχου' μολονότι, στην περίπτωση αυτή διακυβεύονται οι τελωνειακές διαδικασίες εξαγωγής, ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της εν λόγω ερώτησης υπαγορεύεται από τους σκοπούς του ΕΓΤΠΕ και καταχωρείται στο πλαίσιο αυτό. Οι τρόποι ελέγχου στους τομείς που αφορούν την είσπραξη των φόρων κατά την εισαγωγή δεν έχουν, πάραυτα, καθορισθεί παρά σε μια μόνο περίπτωση, την περίπτωση των μπανανών.

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 87/97 της Επιτροπής της 2Οής Ιανουαρίου 1997 είχε εισάγει το άρθρο 290α και το παράρτημα 38β στις διατάξεις εφαρμογής του κώδικα ο οποίος καθορίζει τον τρόπο ελέγχου των μπανανών που τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία. 'Ομως οι συνθήκες που ευρίσκονται στη βάση αυτής της ρύθμισης είναι ιδιαίτερες και είναι σαφές ότι η έγκρισή της δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως η απόδειξη της βούλησης των κρατών μελών να αποδεχθούν μελλοντικά ότι ο τομέας αυτός θα διοικείται κατά τρόπο οριζόντιο από τις κοινοτικές ρυθμίσεις.

1.3. Η απόφαση «Τελωνείο 2000» καθορίζει το θεσμικό περιβάλλον στο οποίο οι εθνικές τελωνειακές διοικήσεις πρέπει να δράσουν. Ο στόχος της πράξης αυτής είναι να καθορίσει μια ισορροπία μεταξύ των ρόλων που καλούνται να διαδραματίσουν τα θεσμικά κοινοτικά όργανα και των ρόλων των κρατών μελών αντίστοιχα και να συντηρήσουν την ισορροπία αυτή αποδεχόμενοι την ιδέα μιας ενότητας στις εταιρικές σχέσεις. Μια έκθεση για την εφαρμογή και τις επιπτώσεις του προγράμματος «Τελωνείο 2000» θα υποβληθεί από την Επιτροπή εντός ολίγου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

2. Η ANAΓKH ΓΙA ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

2.3. Αν το Συμβούλιο ECOFIN υπογράμμισε το 1992 τη σημασία των μεθόδων ανάλυσης του κινδύνου για τους δημοσιονομικούς ελέγχους, το πλαίσιο όσον αφορά την τελωνειακή ύλη καθορίσθηκε με την απόφαση «Τελωνείο 2000» του 1996. Η απόφαση αυτή καλύπτει τις τελωνειακές ρυθμίσεις στο σύνολό τους, κατά τέτοιο τρόπο ώστε δεν είναι πια αναγκαίο, χωρίς φυσικά να εξαιρεθεί, να εισαχθούν σχετικά με τις μεθόδους αυτές εργασίας στοιχεία αναφοράς στο μηχανισμό του κώδικα. 'Οσον αφορά τις σύγχρονες μεθόδους ελέγχου, η απόφαση «Τελωνείο 2000», δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για το ρόλο της Επιτροπής: ο ρόλος αυτός συνίσταται στην «υποστήριξη» ή στην «ενθάρρυνση» των ενεργειών και αποτελούν καθήκον των κρατών μελών να καθορίσουν και να εφαρμόσουν (άρθρο 9 σημείο 1).

2.6. Στο πλαίσιο των ενεργειών που της έχουν δοθεί, η Επιτροπή το 1997 διατύπωσε «κατευθυντήριες γραμμές» που θα χρησιμοποιηθούν για τη χάραξη του «σχεδιαγράμματος του κινδύνου».

6. ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

6.1. -6.55. Η απουσία διαρθρωμένων γραμμών επικοινωνίας μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, και η έλλειψη αμοιβαίων πληροφoριών που απορρέει, εξηγούνται από το γεγονός ότι η τελωνειακή ένωση δε διαχειρίζεται από μια ενιαία τελωνειακή διοίκηση: στερείται, λοιπόν, της κατάλληλης διάρθρωσης.

Η διατύπωση των «κατευθυντήριων γραμμών» από την Επιτροπή το 1997 αποτελεί το μέσον ενθάρρυνσης της διαδικασίας σύγκλισης των μεθόδων εργασίας το οποίο, όπως διαπιστώνει το Ελεγκτικό Συνέδριο στις τεκμηριωμένες διαπιστώσεις των παρατηρήσεων του, ανήκει στο μέλλον. Οι μέθοδοι εργασίας που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη εξακολουθούν ακόμη να καθορίζονται ευρέως από άλλους παράγοντες είτε πρόκειται για την οργάνωση των υπηρεσιών, είτε για την κατάρτιση του προσωπικού, είτε για τη διαθεσιμότητα των πόρων είτε τέλος για το βαθμό μηχανοργάνωσης των διαδικασιών.

7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

7.2. Οι συνθήκες για καλύτερο συντονισμό θα πρέπει να είναι πιο ευνοϊκές οι τελωνειακές διαδικασίες θα έχουν μηχανοργανωθεί. Η εξέλιξη στο θέμα αυτό στα διάφορα κράτη μέλη αυτή τη στιγμή είναι σχετικά διαφορετική. Η ανάπτυξη των τελωνειακών διαδικασιών με διεθνική διάρθρωση όπως προβλέπεται ότι θα ισχύει με το σύστημα NTCS (New computerized transit system - - νέο μηχανογραφημένο σύστημα διαμετακόμισης) θα πρέπει να συμβάλει στον αναζητούμενο συντονισμό, εφόσον επιλεγεί ένα σύστημα εντοπισμού των εμπορευμάτων βασισμένο σ' ένα κώδικα ονοματολογίας.

7.3. Η εντατική και μη διαρθρωμένη μετάδοση κάθε είδους πληροφοριών στα περιφερειακά τελωνεία αντιπροσωπεύει βέβαια ένα πρόβλημα μεθοδολογίας που πρέπει να εξετασθεί και να επιλυθεί. Το πρόβλημα αυτό θα μπορεί να θιγεί στο μέλλον στα πλαίσια των κατάλληλων φορέων που θα κληθούν να εφαρμόσουν την απόφαση «Τελωνείο 2000».

7.5. Τα προγράμματα κατάρτισης και ανταλλαγών των δημόσιων υπαλλήλων όπως προβλέπονται στο πλαίσιο «Matthaeus» ευνοούν γενικά τη διεύρυνση των πνευμάτων και τη σύγκλιση τους συμπεριφoράς. Μακροπρόθεσμα, η εναρμόνιση των εθνικών μεθόδων εργασίας θα πρέπει επίσης να προσπορίσει οφέλη ακόμα και αν, προς το παρόν, καθορίζονται ευρέως από μια σειρά άλλων παραγόντων (βλέπε σημείο 6 παραπάνω ).

Η δημιουργία ειδικευμένων μονάδων σε κοινοτικό επίπεδο δεν έχει νόημα παρά μόνο αν οι μονάδες αυτές έχουν λειτουργικά καθήκοντα. Ένα τέτοιο καθήκον θα αντιπροσώπευε χωρίς αμφιβολία μια δομή κατάλληλη για ένα ενιαίο σύστημα τελωνειακής διοίκησης, έννοια που ξεπερνάει σαφώς το στόχο του μέσου διαχείρισης που βασίζεται στην εταιρική σχέση η οποία εκθειάζεται στο «Τελωνείο 2000».

Αντίθετα, θα μπορούσε να εξετασθεί το να αποτελέσουν τα κράτη μέλη μεταξύ τους μια διάρθρωση επιφορτισμένη με τα λειτουργικά αυτά καθήκοντα.

7.6. Οι παρατηρήσεις σχετικά με τα συναφή προς την απόφαση «Τελωνείο 2000» όρια (βλέπε εισαγωγή) επιβάλλονται επίσης στη σύσταση του Ελεγκτικού Συνεδρίου που στοχεύει να καταστήσει υποχρεωτικές της «κατευθυντήριες γραμμές» (σημείο 7.6.α)] καθώς και τις καινοτόμες πρωτοβουλίες ορισμένων κρατών μελών (σημείο 7.6.ε)]. 'Οσον αφορά τους ελέγχους των εγγράφων των οποίων η σημασία αποκλίνει από το ένα κράτος μέλος στο άλλο (σημείο 7.6.στ)], θα πρέπει χωρίς αμφιβολία, να γίνει ο διαχωρισμός μεταξύ μιας εις βάθος πράξης ελέγχου και μιας πράξης που στοχεύει να προχωρήσει σε μια πρώτη επιλογή. Η τελευταία από τις πράξεις αυτές φαίνεται πράγματι ότι θα πρέπει να συνεχίσει να εκτελείται από ανθρώπινους πόρους όσον δεν υπάρχει ένα μηχανοργανωμένο διαδικαστικό περιβάλλον.

'Οσον αφορά τέλος στην ανάγκη να εξετασθούν τα νομοσχέδια σχετικά με τους κινδύνους που θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν (σημείο 7.6.γ)], η Επιτροπή αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο θέμα αυτό.

Κατά τη διατύπωση του ετήσιου προγράμματος της ελέγχου για τον εντοπισμό ορισμένων θεμάτων που έχουν προτεραιότητα, η Επιτροπή βασίσθηκε σε μια σειρά αντικειμενικών κριτηρίων, τα οποία στηρίζονται σε μια ανάλυση των κινδύνων συνδεδεμένη με τις τελωνειακές και λογιστικές διαδικασίες που θεωρούνται ως οι πιο ευαίσθητες στο θέμα των επιπτώσεών τους στους παραδοσιακούς ίδιους πόρους. Οι έλεγχοι αυτοί συχνά δίνουν αφορμή σε συμπληρωματικούς ελέγχους από τα κράτη μέλη και, κατά συνέπεια, συμβάλλουν στην ισοτιμία της φύσεως και του επιπέδου των ελέγχων από τα κράτη μέλη (σημείο 7.6.δ)].



Γ. ΕΦΑΡΜΟΓΗ  ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΜΕΝΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΤΕΛΩΝΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ (24426/98 Ε ΤΕΛ ΠΕΙΡΑΙΑ)

 


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ : Ε ΤEΛΩNEIO ΠEIΡAIA
ΤΜΗΜΑ :ΓΕΝΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟ
Ταχ. Δ-νση: ΚΕΡΑΤΣΙΝΙ
Ταχ Κωδ 18 7 Ο 1
Πλnροφορίες: Γραφείο Διευθυντού
Τnλέφωνο, 4005870
FAX 4007072
 Kερατσίνι 31 -8 - 1998
Αριθ πρωτοκ 24426

ΠΡΟΣ  Το Σύλλογο Εκτελωνιστών Πειραιά - Aθηνών
Τσαμαδού 38
Πειραιάς Τ.Κ. 18531
ΚΟΙΝ: Υπουργείο Οικονομικών
Γενική  Δι/νση Tελωνείων και ΕΦΚ
Δ/νση 19η – Τμήμα Α.

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή  απλουστευμένης διαδικασίας Τελωνισμού των εμπορευμάτων.

Συμφώνα με το άρθρο 247 του Kαν.2454/93, περί εφαρμογής των διατάξεων του Καν.2913/92, περί Τελωνειακού  Κώδικα, ο τελωνισμός των' εμπορευμάτων διενεργείται με βάση τα στοιχεία που δηλώθηκαν από τον διασαφιστή και αυτά που προκύπτουν από τα προσαρτώμενα στη διασάφηση έγγραφα, φυσική δε εξέταση του εμnορεύματος, όταν τούτο κρίνεται απαραίτητο από την Tελωνειακή αρχή.

Αντίθετα ο εθνικός Tελωνειακός Κώδικας (N.1165/18) προβλέπει πάντοτε επαλήθευση του εμπορεύματος, είτε με δειγματοληπτικό έλεγχο, είτε με εξέταση ολοκλήρου του Εμπορεύματος, έχοντας και αυτός ως βάση τη διασάφηση και τα συνημμένα σε αυτήν δικαιολογητικά.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η κατάθεση της διασάφησης στο τελωνείο, που έχει υπογράψει ο διασαφιστής ή ο αντιπρόσωπός του, ισοδυναμεί με δέσμευση ως προς την ακρίβεια των στοιχείων της διασάφησης, τη γνησιότητα των επισυναπτομένων εγγράφων και την τήρηση κάθε υποχρέωσης, όσον αφορά την υπαγωγή των εκάστοτε εμπορευμάτων στο σχετικό καθεστώς (άρθρο 199 Καν.2454/93),

Κατά την εφαρμογή των διατάξεων περί τελωνισμού των εμπορευμάτων παρουσιάσθηκαν δυσκολίες και ειδικότερα διαπιστώθηκε αδυναμία εξέτασης όλου του εμπορεύματος στα είδη που διακινούνται με εμπορευματοκιβώτια.

Όπως και εσείς γνωρίζετε με την καθημερινή επαφή σας με τις υπηρεσίες μας, πολλές φορές, λόγω του είδους, της συσκευασίας και της τοποθετήσεως  των εμπορευμάτων μέσα στο CONTAINER,  ο δειγματοληπτικός έλεγχος, δεν είναι βέβαιο, ότι αντιπροσωπεύει όλο το εμπόρευμα, ενώ ο καθολικός είναι σxεδόν αδύνατος.

Το Yπoυργείο Οικονομικών, γνωρίζοντας τα προβλήματα αυτά και τους κινδύνους που ενέχουν για τα συμφέροντα του Δημοσίου και ενόψει της λειτουργίας των τελωνείων του 2000, θεώρησε σκόπιμo να προχωρήσει στην άμεση εφαρμογή της απλουστευμένης διαδικασίας τελωνισμού των εμπορευμάτων που καθορίζεται από τις παραπάνω κοινοτικές διατάξεις, οι οποίες, ως γνωστόν, υπερισχύουν των εθνικών νόμων, ορίζοντας ως πpώτo τελωνείο υλοποίησης του προγράμματος αυτού, την υπηρεσία μας.

Ο διαχωρισμός των εμπορευμάτων στις δύο μοpφές τελωνισμού, δηλαδή σε αυτά που Θα διενεργείται καθολικός και λεπτομερής έλεγχος και σε εκείνα που Θα τελωνίζονται βάσει των στοιχείων της διασάφησης, θα γίνεται με τη μέθοδο της ανάλυσης κινδύνου (RISK ANALYSIS),  που ήδη εφαρμόζεται σε χώρες της Ε.Ε. και προς τούτο μας δόθηκαν οδηγίες από το Υπουργείο Oικονομικών των όποίων η εφαρμογή  καλύπτει όλο το φάσμα των πιθανών περιπτώσεων  λαθραίας εισαγωγής εμπορευμάτων στη χώρα μας

Με το  νέο αυτό τρόπο τελωνισμού η διακίνηση των περισσοτέρων εμπορευμάτων μέσα στο χώρο της. Ελεύθερης Zώνης Θα είναι σύντομος και χωρίς καθυστερήσεις αφού δεν θα ακολουθούνται πολλές από τις μέχρι σήμερα διατυπώσεις (μεταφορά των εμπορευμάτων στο χώρo τελωνισμού αποσφράγισης και σφράγισης CONTAINERS, επαλήθευση κλπ.).

Η συμβολή των εκτελωνιστών για την επιτυχία του μέτρου αυτού θα είναι σημαντική, άλλωστε δεν προβλέπεται επάνοδος στο προηγούμενο καθεστώς.

Γι.αυτό το λόγο επιβάλλεται η συμπλήρωση του εντύπου της διασάφησης να γίνεται με προσοχή, χωρίς κενά και παραλείψεις και να επισυνάπτονται σε αυτή όλα τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά για τον  τελωνισμό των εμπορευμάτων, καθόσον μετά την κατάθεση της διασάφησης στο αρμόδιο γραφείο θα ακολουθείται σειρά εpγασιών και ελέγχων χωρίς να παρέxεται  η ευχέρεια στον εκτελωνιστή να δίνει αμέσως τυχόν συμπληρωματικές διευκρινήσεις.

Σε περίπτωση που θα διαπιστω9εί ότι σε κάποιο στάδιο τoυ ελέγχoυ απαιτείται η προσκόμιση συμπληρωματικών δικαιολογητικών  επαναφέρεται η διασάφηση στο γραφείο που  κατετέθη,με σχετικό σημείωμα του αρμοδίου υπαλλήλου. Τούτο Θα έχει ως αποτέλεσμα να σημειώνεται καθυστέρηση κατά τ η διεκπεραίωση όλων των σχετικών  εργασιών.

Θα πρέπει να τονισθεί ότι καμία πράξη (επαλήθευσης, εξόφληση δικαιολογητικών κλπ.,) δεν θα αναγράφεται επί της διασαφήσεως από τον εκτελωνιστή, για τη σύνταξη της οποίας είναι υπεύθυνος και αρμόδιος ο τελωνειακός υπάλληλος. Διασαφήσεις που Θα φέρουν  τέτοιες εγγραφές Θα επιστρέφονται πριν την καταxώpησή τους για αντικατάσταση.

Τέλος θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η προσκόμιση των τιμολογίων μεταφρασμένων στην Eλληνική γλώσσα θα βοηθήσει  σημαντικά στον τελωνισμό των εμπορευμάτων αλλά και στην ταχεία διεκπεραίωση όλων των σχετικών εργασιών.

Η υποχρέωση αυτή  απορρέει απo διατάξεις του εθνικού και κοινοτικού  δικαίου. Συγκεκριμένα στο άρθρο 25 παρ.5 εδ. ξ του δικού μας τελωνειακού κώδικα αναγράφεται,  ότι η τελωνειακή αpχή μπορεί να αξιώνει για τα έγγραφα που προσαρτώνται στη διασάφηση να συνοδεύονται και από μετάφραση στην Eλληνική γλώσσα. Τούτο πpοκύπτει και από την αριθμ. Δ 886/483/ 4-6-98 ΔΥΟ, με την οποία κοινοποιήθηκε συλλογή διατάξεων περί δασμολογητέας αξίας της επιτροπής Τελωνειακού Kώδικα της E.E, όπου αναφέpεται ότι το τιμολόγιο πρέπει να είναι μεταφρασμένο, εφόσον το ζητήσουν οι Tελωνειακές αρχές. Για να είναι αποδεκτή η μετάφραση αυτή θα  πρέπει να φέρει τη σφραγfδα της εταιρείας και την υπογραφή του αρμοδίου υπαλλήλου.

Ευελπιστούμε ότι με.τη συνδρομή και υπεύθυνη εργασία όλων των μελών του συλλόγου σας θα επιτύχει η σημαντική αυτή προσπάθεια που ξεκινάει η υπηρεσία μας και η οποία αποβλέπει στην αποτελεσματικότερη διασφάλιση των συμφεpόντων του δημοσίου αλλά και στην ταχεία διακίνηση των εμπορευμάτων  μέσα στο χώρο της Ελεύθερης Zώνης.




Δ. ΜΕΘΟΔΟΣ  ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥΣ ΣΤΑ ΤΕΛΩΝΕΙΑ (Ε1792/556/ΕΟΟ34/17-7-98 ΕΓΚ).



ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ σύμφωνα με τις οδηγίες που κοινοποιούνται στις τελωνειακές αρχές με σχετική εγκύκλιο. για την επιλογή των «στόχων» που θα ελεγχθούν, θα χρησιμοποιούνται πλέον τεχνικές όπως είναι η ανάλυση κινδύνου, ο οποίος προκύπτει από το είδος των μεταφερόμενων προϊόντων, την ποσότητα τη σύνθεση, τη χώρα προέλευσης, το τελωνειακό καθεστώς, την αξία και την ποιότητα.

Το πλήρες κείμενο της υπ. αρ.Ε1792/556/ΕΟΟ34 εγκυκλίου είναι το ακόλουθο:
«Μετά την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς από 1/1/93, τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με νέα κράτη-μέλη και την ταχεία ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών της με τον υπόλοιπο κόσμο και εκτιμώντας αφενός τον ουσιαστικό ρόλο που διαδραματίζουν οι ισοδύναμες μορφές ελέγχου στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε. και αφετέρου την ανάγκη χρησιμοποίησης νέων μεθόδων εργασίας από τις τελωνειακές υπηρεσίες όπως: ανάλυση κινδύνου, χρήση τεχνικών λογιστικού ελέγχου, απλουστευμένες διαδικασίες, μηχανοργάνωση των τελωνειακών διαδικασιών, σύναψη μνημονίων συμφωνιών κ.τ.λ.)κρίνουμε ότι συντρέχουν βασικοί λόγοι εφαρμογής της μεθόδου της ανάλυσης κινδύνου για τους ελέγχους σε Εθνικό επίπεδο.

Αυτό άλλωστε επιβάλλεται και από:
- το σημείο 20 του καταλόγου των 66 προτάσεων
- δράσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Μαδρίτης του Δεκεμβρίου 1995, που αναφέρει ότι απαιτούνται «σαφέστερα κριτήρια προσδιορισμού, μέθοδοι επιλογής κ.λ.π. για την συγκέντρωση πληροφοριών από τις Τελωνειακές και Αστυνομικές Υπηρεσίες» (risk analysis).
- το ψήφισμα του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου1996 για την απλούστευση των τελωνειακών ρυθμίσεων και διαδικασιών και την προτροπή της Ένωσης προς τα Κράτη μέλη να εφαρμόζουν περισσότερο την ανάλυση κινδύνου,
- τη Κοινή Δράσης της 9ης Ιουνίου 1997 που ενέκρινε το Συμβούλιο, βάσει του άρθρου Κ3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σχετικά με την καλύτερη επεξεργασία των κριτηρίων επιλογής των ελέγχων, των μεθόδων επιλογής και της συγκέντρωσης πληροφοριών τελωνειακού και αστυνομικού περιεχομένου και τέλος
- από την απόφαση 210/97 /19-12-96 του Ε. Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την έγκριση ενός προγράμματος κοινοτικής δράσης στον τομέα των Τελωνείων («Τελωνεία 2000»).

Επειδή οι τεχνικές της ανάλυσης κινδύνου, έχουν ως στόχο την επικέντρωση των ελέγχων στους τομείς υψηλού κινδύνου με ταυτόχρονη εξασφάλιση σχετικής ελευθερίας στο μεγαλύτερο μέρος των εμπορικών συναλλαγών, είναι απαραίτητο να καθοριστούν σε Εθνικό επίπεδο ορισμένες αρχές σχετικά με τις συγκεκριμένες μεθόδους εργασίας.

Αυτό είναι και το αντικείμενο της παρούσας, σε ότι αφορά στην χρησιμοποίηση τεχνικών μέσων, κριτηρίων επιλογής και ορθής χρήσης των πληροφοριών που διαθέτουν οι Τελωνειακές και Αστυνομικές Αρχές για την αποτελεσματική καταπολέμηση του λαθρεμπορίου και της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και όπλων.

Οι τεχνικές ανάλυσης κινδύνου επιτρέπουν τον προσδιορισμό και την εκτίμηση των κινδύνων αυτών, ώστε να αναπτυχθούν διαδικασίες ελέγχου ανάλογα με τον βαθμό επικινδυνότητας κάθε τελωνειακές πράξης, έτσι ώστε άλλοτε να πραγματοποιούνται:

- μόνο έλεγχοι παραστατικών σε περιπτώσεις με μειωμένο κίνδυνο.
- και άλλοτε καθολικοί φυσικοί έλεγχοι στις περιπτώσεις εκείνες που έχουν αυξημένο κίνδυνο διάπραξης τελωνειακών παραβάσεων.

Ο στόχος που επιδιώκεται με την παρούσα είναι να επιλεγούν από τις τελωνειακές υπηρεσίες στοιχεία που θεωρούνται χρήσιμα και προσαρμόζονται στις ιδιαιτερότητες των τοπικών συνθηκών, στο πλαίσιο των οποίων λειτουργεί καθημερινά κάθε τελωνειακή υπηρεσία και να εφαρμοστούν μέθοδοι εργασίας που να βασίζονται σε όσο το δυνατόν ακριβέστερα και εγκυρότερα κριτήρια για την πραγματοποίηση αποτελεσματικού τελωνειακού ελέγχου.

Στα πλαίσια του πρώτου Πυλώνα, βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών που θα δοθούν, μπορούν να καθοριστούν δείκτες κινδύνου, στους οποίους θα βασίζεται η τελική ανάλυση. Οι δείκτες κινδύνου αφορούν στις τελωνειακές διαδικασίες, στα προϊόντα (κατάταξη των εμπορευμάτων στο δασμολόγιο, στην προέλευση, τα καθεστώτα κ.λ.π.) καθώς και στους επιχειρηματίες που εμπλέκονται στη μεταφορά και στο εμπόριο των προϊόντων αυτών.

Επομένως στην ανάλυση κινδύνου εξετάζεται αν τηρούνται όλες οι διατυπώσεις που συνδέονται με την εισαγωγή, εξαγωγή και διαμετακόμιση των εμπορευμάτων, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον σε ορισμένα «υψηλού κινδύνου» προϊόντα.

Στο πλαίσιο του τρίτου Πυλώνα η προσοχή εστιάζεται κυρίως στην καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και άλλων ευαίσθητων ειδών. Προτεραιότητα δίνεται κυρίως στην πρόληψη του λαθρεμπορίου με τον εντοπισμό των αδύνατων σημείων των Τελωνειακών καθεστώτων και συστημάτων ως και με την επιτήρηση.

Σε σχέση με την επιτήρηση, πρέπει να εξεταστεί:

αφενός με ποιο τρόπο οι λαθρέμποροι μπορούν να την καταστρατηγούν (το θέμα αυτό απαιτεί μια διαδικαστική προσέγγιση σχετικά με το ποια σημεία της διοικητικής αλυσίδας παρουσιάζουν κινδύνοuς για τις τελωνειακές Αρχές) και

αφετέρου αν τα συνήθη παραστατικά έγγραφα ποu πρέπει να συνοδεύουν τα εμπορεύματα παρουσιάζουν διαφοροποιήσεις.

Και οι δύο πτυχές είναι σημαντικές για την υιοθέτηση κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με την αποτελεσματικότερη πρακτική όσον αφορά στην επιλογή στόχων ως και στις μεθόδους επιλογής.

Επειδή ως διάφοροι τρόποι μεταφοράς έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (διαφορετικές διαδικασίες), οι κατευθυντήριες γραμμές θα καταρτιστούν ξεχωριστά για τον καθένα από τους επί μέρους τομείς.

Η παρούσα αποτελεί έναν οδηγό για την εφαρμογή ενός πιλοτικού προγράμματος, σε πρώτη φάση για τη διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων με σκοπό την κατάρτιση ενδεικτικής κατάστασης μεθόδων εφαρμογής ανάλυσης κινδύνων ιδίως όσον αφορά ορισμένα εμπορεύματα, τελωνειακές διαδικασίες ή καθεστώτα που χρήζουν προσοχής και θεωρείται ότι παροuσιάζοuν αυξημένους κινδύνοuς.

Ο βαθμός κινδύνοu εξαρτάται από ορισμένους παράγοντες, οι οποίοι μπορούν να ταξινομηθούν σε ομάδες.

1. Εμπορεύματα:
-το είδος, η ποσότητα, η σύνθεση, η ποιότητα, η συσκευασία (σήμανση και αριθμοί), η καταγωγή, η προέλευση, η αξία, ο τρόπος πληρωμής.
-το τελωνειακό καθεστώς, εάν υπόκεινται και σε άλλες, μη φορολογικές διατάξεις και απαιτούνται πιστοποιητικά η άδειες ή θα πρέπει να υποβάλλονται σε ελέγχους ή σε έγκριση από άλλες Αρχές.

2. Καταγωγή ή προέλευση του εμπορεύματος:
- εάν η χώρα είναι γνωστός προμηθευτής «παράνομων» προϊόντων
- εάν η χώρα υπόκειται σε διάφορες φορολογικές ή μη διατάξεις (π.χ. ποσόστωση, μέτρα εμπορικής πολιτικής, προτιμησιακό καθεστώς.μέτρα υγειονομικής πολιτικής)
- εάν η χώρα λειτουργεί ως διώρυγα εκτροπής ορισμένων εμπορευμάτων
- η οικονομική κατάσταση της χώρας
- η πολιτική κατάσταση της χώρας (αν υπάρξει αξιοπιστία ως προς τους ελέγχους των εκδιδομένων ΠΙστοποιητικών
- αν υπάρχει διαφθορά, δωροδοκία κ.λ.π.).

3. Εμπλεκόμενοι οικονομικοί φορείς στην όλη διαδικασία (όπως: μεταφορέας, εισαγωγέας, εκτελωνιστής κ.λ.π.)
- η υπόληψη και η αξιοπιστία τους
- η οικονομική τους κατάσταση
- αν πρόκειται για νέο ή ασυνήθη εισαγωγέα ή εξαγωγέα
- αν πρόκειται για συναλλαγές ποu δεν δικαιολογούνται από οικονομικούς λόγους
- αν κατά το παρελθόν έχει υποπέσει σε τελωνειακή παράβαση (ιδίως για υποθέσεις απάτης).

4. Τελωνειακά οικονομικά καθεστώτα:
- ενεργητική τελειοποίηση
- παθητική τελειοποίηση
-μεταποίηση υπό τελωνειακό έλεγχο
- διαμετακόμιση

5. Παρατυπίες που έχουν διαπιστωθεί:
-παρατυπίες που έχουν διαπιστωθεί κατά το παρελθόν
- ο τρόπος με τον οποίο έγιναν οι παρατυπίες αυτές
- ο τρόπος με τον οποίο ανακαλύφθηκαν.

Για την πρακτική εφαρμογή των παραπάνω ακολουθεί αναλυτική διαταγή για εφαρμογή της μεθόδου αυτής σε πρώτη φάση από το Ε Τελωνείο Πειραιά πιλοτικά.



Ε. Γνωστοποίηση αλλαγής τρόπου τελωνισμού των εμπορευμάτων (με Ανάλυση κινδυνου- Ε 611/175/Δ0034/28-2-2002)



Μέχρι σήμερα στα ελληνικά Τελωνεία ο τελωνισμός πραγματοποιείται κατόπιν φυσικού ελέγχου του συνόλου των εμπορευμάτων. Η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος στην ΕΕ που εξακολουθεί ακόμη να πραγματοποιεί φυσικούς ελέγχους και ελέγχους των συνοδευτικών εγγράφων στο σύνολο (100%) των εμπορευμάτων που τελωνίζονται. Όλα τα υπόλοιπα Κ-Μ πραγματοποιούν εδώ και πολλά χρόνια κατά τον τελωνισμό των εμπορευμάτων τρία είδη ελέγχων:

Α) φυσικούς ελέγχους σε ποσοστό που κυμαίνεται από 0,1% μέχρι 20% του συνόλου (μέσος όρος ελέγχων στ Κ-Μ εκτός Ελλάδας, περίπου 5%.
Β) ελέγχους των συνοδευτικών εγγράφων σε ποσοστό από 1,2% μέχρι και 100% (μέσος όρος περίπου 45%) και
Γ) τελωνισμούς κατά δήλωση (δηλαδή χωρίς κανένα έλεγχο) ακόμη και σε ποσοστό 98,7%( μέσος όρος περίπου 50%)

Έχοντας ως στόχο την εναρμόνιση με την ανωτέρω αναφερόμενη πρακτική, σύμφωνα με τις επιταγές της ΕΕ, για ¨ομοιόμορφους» ελέγχους σε κάθε σημείο εισόδου – εξόδου του ενιαίου Ευρωπαϊκού ¨Χώρου, η Ελληνική Τελωνειακή Διοίκηση θα αρχίσει να εφαρμόζει, κατά τον τελωνισμό των εμπορευμάτων,επιλεκτικούς φυσικούς ελέγχους με τη βοήθεια του Υποσυστήματος Ανάλυσης Κινδύνων (DSS) του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Τελωνείων (ΟΠΣΤ).

Όπως είναι γνωστό εδώ και ένα χρόνο λειτουργεί στα Τελωνεία το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Τελωνείων (ΟΠΣΤ), η θέση σε παραγωγική λειτουργία του Υποσυστήματος Ανάλυσης κινδύνων θα έχει ως αποτέλεσμα την επιλογή των εμπορευμάτων που θα πρέπει να ελεγχθούν με φυσικό έλεγχο ή μόνο με έλεγχο δικαιολογητικών.

Με αφορμή την προοπτική αυτή θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε για τις επερχόμενες αλλαγές στον τελωνισμό των εμπορευμάτων.

Οι τελωνειακοί έλεγχοι θα βασίζονται από τώρα και στο εξής στο τρίπτυχο:
Α) περιορισμένοι φυσικοί έλεγχοι   μετά από την ανάλυση κινδύνου
Β) εκτεταμένοι εκ των υστέρων λογιστικοί έλεγχοι στις επιχειρήσεις και
Γ) σύναψη μνημονίων (MOU) με τον εμπορικό κόσμο, με στόχο την βελτίωση των μεθόδων ελέγχου με ταυτόχρονη διευκόλυνση του υγιούς εμπορίου.

Κατά την πρώτη φάση της λειτουργίας του υποσυστήματος, υποχρεωτικός θα είναι μόνο ο έλεγχος των συνημμένων δικαιολογητικών του συνόλου των ΕΔΕ εισαγωγής, εξαγωγής, διαμετακόμισης  που θα καταχωρούνται στο Τελωνείο.

Συνεπώς η πρώτη βασική αλλαγή που  επιφέρει η εφαρμογή της Ανάλυσης κινδύνου στα τελωνεία είναι ο φυσικός έλεγχος των εμπορευμάτων κατά τον τελωνισμό (Ενιαία Διοικητικά Έγγραφα-ΕΔΕ- εισαγωγής, εξαγωγής, διαμετακόμισης) δεν θα είναι πλέον υποχρεωτικός για το σύνολο των ΕΔΕ, αλλά θα πραγματοποιείται επιλεκτικά.

Η διαφοροποίηση αυτή θα είναι ποσοτική αλλά κυρίως ποιοτική και αυτό γιατί:
-          λιγότεροι αριθμητικοί έλεγχοι, ουσιαστικά σημαίνει καλύτεροι έλεγχοι  και συνεπώς αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου προς όφελος των νομίμων συναλλαγών αλλά και καλύτερη διασφάλιση της δημόσιας ασφάλειας και τάξης
-          διασφαλίζεται  ταχύτερη και ομαλότερη ροή των συναλλαγών συνεπώς εξυπηρετείται καλύτερα το νόμιμο εμπόριο ενώ ταυτόχρονα θωρακίζονται τα δημοσιονομικά συμφέροντα με τους εκ των υστέρων ελέγχους που θα διενεργούνται στις εγκαταστάσεις του επιχειρήσεων
-          καταργείται το καθεστώς της »ίσης  μεταχείρισης που οδηγούσε σε ισοπεδωτική αντιμετώπιση όλων των συναλλασσομένων με τα Τελωνεία, αγνοώντας παραμέτρους όπως η συνέπεια, η αξιοπιστία και το αξιόχρεο που πρέπει να «επιβραβεύονται» στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης. Κατά τη διαδικασία επιλογής ή εμπορευμάτων για φυσικό έλεγχο α συνεκτιμάται πλέον η αξιοπιστία των συναλλασσομένων και ο τρόπος τήρησης εκ μέρους τους των νομίμων διαδικασιών.
-          Απελευθερώνεται προσωπικό το οποί θα χρησιμοποιηθεί σε άλλες εξ ίσου σημαντικές δραστηριότητες με στόχο την καλύτερη εξυπηρέτηση των συναλλαγών ενώ δεν θα είναι αμελητέα η υπολογιζόμενη εξοικονόμηση κόστους, μέρους του οποίου, ως γνωστόν, μετακυλύετε επιβαρύνοντας την τελική τιμή του εμπορεύματος.

Στη πρώτη αυτή φάση  εφαρμογής του νέου συστήματος ελέγχων δεν θα είναι δυνατός ο τελωνισμός και η παράδοση των εμπορευμάτων «κατά δήλωση», δηλαδή χωρίς φυσικό έλεγχο ή έλεγχο των συνημμένων δικαιολογητικών. Είναι ευνόητο ότι απαιτείται μια μεταβατική περίοδος για αν εκτιμηθούν τα αποτελέσματα και  αποτελεσματικότητα τους συστήματος. Ο κατά δήλωση όμως τελωνισμός μέρους των εμπορευμάτων αποτελεί μεσοπρόθεσμο στόχο, σύμφωνα με τις σύγχρονες απαιτήσεις των συναλλαγών.

Από τα παραπάνω εκτεθέντα γίνεται σαφές ότι η Ελληνική Τελωνειακή Υπηρεσία  εκσυγχρονίζεται και φιλοδοξεί να διαδραματίσει ένα νέο ρόλο στο χώρο των εμπορικών συναλλαγών, δεδομένου ότι οι Δημόσιες Υπηρεσίες ως βασική αποστολή έχουν, εκτός από τη διασφάλιση των συμφερόντων του Κράτους και την εξυπηρέτηση των πολιτών. Για την επίτευξη του κοινού αυτού στόχου, απαιτείται η συνεργασία του επιχειρηματικού κόσμου.

Κάτω από αυτό το πρίσμα οι συναλλασσόμενοι με τα Τελωνεία θα πρέπει να υποβάλλουν τα απαιτούμενα για τον τελωνισμοί των εμπορευμάτων έγγραφα, έγκαιρα και κατάλληλα συμπληρωμένα, ούτως ώστε να είναι δυνατή η προεπιλογή των ΕΔΕ, τα εμπορεύματα των οποίων θα υποβληθούν σε φυσικό έλεγχο ή σε έλεγχο των δικαιολογητικών, τονίζεται ιδιαίτερα ή σημασία της έγκαιρης υποβολής των εγγράφων, από την οποία θα εξαρτηθεί η αποτελεσματικότητα του νέου συστήματος ελέγχων.

Με μνημόνια συμφωνίας τα οποία  θα υπογραφούν στο άμεσο μέλλον με τους επαγγελματικούς φορείς, θα καθορισθεί το πλαίσιο και οι λεπτομέρειες της συνεργασίας της Τελωνειακής Διοίκησης με τους συναλλασσόμενους με αυτήν. Ωστόσο πρέπει να γίνει σαφές ότι η πλήρης συμμόρφωση με τις τελωνειακές διαδικασίες ή αξιοπιστία, η έγκαιρη ειδοποίηση του Τελωνείου για οποιαδήποτε αλλαγή ή για οτιδήποτε «παράτυπο ή ασύνηθες» υποπέσει στην αντίληψη τους, θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την προσέγγιση του κοινού στόχου, όπως αυτός περιγράφτηκε αναλυτικά ανωτέρω.

Θα πρέπει να αναφερθεί ότι σχεδιάζεται η διοργάνωση ημερίδας με το θέμα αυτό στην οποία, εκτός από την συμμετοχή σας, θα ζητηθούν και οι απόψεις σας, προκείμενου να γίνει μια άμεση ανταλλαγή επωφελής εκατέρωθεν.

Τέλος εκφράζουμε την πεποίθηση ότι το νέο αυτό σύστημα       τελωνειακών ελέγχων θα διευκολύνει τις εμπορικές συναλλαγές, θα ενδυναμώσει τη συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, η οποία άλλωστε θεωρείται δεδομένη και θα έχει καλύτερα αποτελέσματα στον τομέα της καταπολέμησης του λαθρεμπορίου διασφαλίζοντας το νόμιμο εμπόριο.


ΣΤ. ΕΛΕΓΧΟΙ  ΣΤΑ ΧΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ


Αριθ. 3024187/1595/0099 (1) Διαδικασίες εξετάσεως, χρονικών ορίων διαφύλαξης τελωνειακών δειγμάτων από τις Χημικές Υπηρεσίες του Γ.Χ.Κ.και καθορισμός διαδικασιών αμφισβητήσεων και τρόπου έκδοσης δελτίων χημικής αναλύσεως.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

'Εχοντας υπόψη
1) Το Ν. 4328/23.8.1929 "περί συστάσεως του Γενικού Χημείου του Κράτους", όπως τροποποιήθηκε και ισχύει
2) Το Ν. 1821/12.5.1951 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενίων διατάξεων του Ν. 4328/1929 περί συστάσεως του Γενικού Χημείου του Κράτους".
3) Το Ν. 115/20.8.1975 "περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Ν. 4328/1929 "περί συστάσεως του Γενικού Χημείου του Κράτους".
4) Την 14871/363/13-8-1981 απόφαση Υπουργού Οικονομικών περί διαδικασίας εξετάσεως τελωνειακών δειγμάτων υπό των Χημικών Υπηρεσιών του Γ.Χ, κ,
5) Τα Π.Δ. 284/1988 και 543/1989 "Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών" (ΦΕΚ 128 και 165/Α/1988 και 229/ Α/1989), όπως ισχύουν.
6) Την υπ' αριθμ. 1039386/441/ΑΟΟ06/21-4-00 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών "Ανάθεση αρμοδιοτήτων Υπουργού Οικονομικών στους υφυπουργούς Οικονομικών"(Φ.Ε.Κ. 571Β/2000).
7) Τις διατάξεις του άρθρου 29Α του Ν. 1558/1985 (Φ.Ε.Κ. 137Α/1985). όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν. 2081/1992 (Φ.Ε.Κ. 154/Α/1992) και αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 29 του Ν. 2469/1997(38Α) το γεγονός ότι από την παρούσα απόφαdη δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΔΕΙΓΜΑΤΑ ΠΡΟΣΚΟΜΙΖΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΤΟΥ Γ.Χ.Κ. ΓΙΑ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ


Άρθρο 1 Γενικές Διαδικασίες

1. Η δειγματοληψία πραγματοποιείται από τελωνειακούς υπαλλήλους σύμφωνα με τον Τελωνειακό Κώδικα (Ν. 1165/1918, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) Κεφάλαιο Γ' ("Διασάφηση εισαγωγής και τελωνισμός εμπορευμάτων που τίθενται σε ανάλωση ή ελεύθερη κυκλοφορία", άρθρο 27) και Κεφάλαιο θ' ("Περί εξαγωγής και μεταφοράς" Άρθρο 70ε). την υπουργική απόφαση 1487/81/Φ.Ε.Κ.477/88 Τευχ Β' και τον Κοινοτικό Tελωνειακό Κώδικα [Καν (ΕΚ) 2913/.92 και 2454/93], όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν.

2. Σε ειδικές περιπτώσεις είναι απαραίτητη η παρουσία Xημικού του Γ.Χ.Κ. κατά τη δειγματοληψία όπως :
(α) σε προϊόντα που διαλαμβάνονται σε Υπουργικές Αποφάσεις (π. χ. ρητίνες PVC) ή Βασιλικά Διατάγματα (π.χ. ελαιόλαδο.τυριά, οίνοι -γλεύκη, κόκκινο πιπέρι, προϊόντα τομάτας.τερεβινθέλαιο, σαπούνια, αλκοολούχα ποτά).
(β) σε τρόφιμα σε μορφή Χύδην, εφόσον κρίνεται απαραίτητο από το Τελωνείο,
(γ) σε χύδην αιθυλική αλκοόλη, αποστάγματα πάσης φύσεως και αλκοολούχα ποτά (Νόμος Φορολογίας Οινοπνεύματος, όπως ισχύει) για περαιτέρω επεξεργασία, Για τα προϊόντα αυτά η παρουσία χημικού του Γ.Χ.Κ. κατά τη δειγματοληψία απαιτείται όχι μόνο για προϊόντα από και προς τρίτες χώρες αλλά και για τα χύδην προϊόντα ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας που καλύπτονται από Σ.Δ.Ε.
(δ) σε επικίνδυνα χημικά προϊόντα χύδην και εφ’ όσον κρίνεται απαραίτητο από το Τελωνείο.
(ε) σε ορισμένα προϊόντα των οποίων η δειγματοληψία παρουσιάζει δυσκολίες και για τα οποία έχουν εκδοθεί εγκύκλιες οδηγίες (π.χ. λιθάνθρακας, χαρτομάζα, σιτηρά).

3. Σε περιπτώσεις αυτοτελών συσκευασιών προσκομίζεται επαρκής αριθμός συσκευασιών, ώστε να είναι δυνατή η πραγματοποίηση των απαραίτητων για την εξέταση του δείγματος αναλύσεων και εξετάσεων.,

4. Σε ειδικές περιπτώσεις (π.χ. γάλατα, αλκοολούχα ποτό, PVC, κλπ), όπου υπάρχουν οδηγίες για την ποσότητα του δείγματος, πολλαπλότητα δείγματος ή τον αριθμό των αυτοτελών συσκευασιών, που πρέπει να λαμβάνονται ανάλογα και με την ποσότητα του δειγματιζόμενου εμπορεύματος, ακολουθούνται οι οδηγίες αυτές. 'Οπου υπάρχουν Κανονισμοί και οδηγίες της Ε.Κ. που καθορίζουν τρόπο δειγματοληψίας, αυτός θα ακολουθείται, ελλείψει δε αυτών η δειγματοληψία θα γίνεται σύμφωνα με διεθνείς προδιαγραφές όπως π χ. σύμφωνα με τα πρότυπα ISO.

5. Τα δείγματα ανάλογα με τη φυσική τους κατάσταση (στερεό, υγρό κ.λ.π.) προσκομίζονται στις αρμόδιες Χημικές Υπηρεσίες σε κατάλληλους κατά περίπτωση περιέκτες (π.χ. γυάλινα φιαλίδια δειγματοληψίας, χάρτινοι φάκελοι, μεταλλικό δοχεία κ.λ.π.) σφραγισμένους και επισημασμένους κατάλληλα από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, ώστε να διαφυλάσσεται η γνησιότητα και το απαραβίαστο των δειγμάτων. Οι περιέκτες πρέπει να είναι καθαροί, στεγνοί και άοσμοι. Πρέπει κατά το δυνατόν να χρησιμοποιούνται καινούριοι περιέκτες. Ειδικοί περιέκτες επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται περισσότερες φορές. Τα δείγματα δεν λαμβάνονται με γυμνά χέρια, εκτός αν αυτό απαιτείται από το είδος του εμπορεύματος Τα δείγματα πρέπει να τοποθετούνται στους περιέκτες αμέσως και χωρίς αλλοιώσεις στο σημείο δειγματοληψίας και οι περιέκτες να σφραγίζονται αμέσως.. Δείγματα τα οποία προσκομίζονται ασφράγιστα, χωρίς κατάλληλη επισήμανση ή σε ακατάλληλους περιέκτες δεν παραλαμβάνονται για εξέταση.

6. Οι ποσότητες των δειγμάτων θα πρέπει να είναι τέτοιες, ώστε να επαρκούν για την ανάλυση, την εξέταση και την ενδεχόμενη νέα ανάλυση. Επίσης να είναι αντιπροσωπευτικές του όγl<Ου και των παρτίδων του εμπορεύματος.,

7. Σε περιπτώσεις, κατά τις οποίες η δειγματίζουσα τελωνειακή αρχή έχει αμφιβολία για τον τρόπο δειγματοληψίας ή για την ποσότητα του δείγματος, που πρέπει να ληφθεί θα απευθύνεται για οδηγίες στην αρμόδια Χημική Υπηρεσία.

8. Εφόσον τα εμπορεύματα (συσκευασμένα για τη λιανική πώληση ή όχι) προέρχονται από διάφορες παρτίδες θα πρέπει να λαμβάνεται δείγμα οε επαρκή ποσότητα από περισσότερες της μιας παρτίδες ή και από όλες, όταν κρίνεται απαραίτητο.

9. Η παρούσα δεν καταργεί προϋπάρχουσες διατάξεις με την επιφύλαξη ότι δεν αντιστρατεύονται διατάξεις της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2 Διαδικασίες κατά την εισαγωγή

1. Τα παντός τύπου εισαγόμενα εμπορεύματα, δείγματα των οποίων αποστέλλονται στις αρμόδιες υπηρεσίες του Γ. Χ. Κ., λαμβάνονται εις απλούν, εκτός των περιπτώσεων που ορίζεται διαφορετικό από ειδικές διατάξεις.

2. Κατά την εισαγωγή εμπορευμάτων θα πρέπει να προσκομίζονται κατά περίπτωση, αναλόγως του είδους, τα πιστοποιητικά που προβλέπονται στο άρθρο 18 της Κοινής Απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Προεδρίας της Κυβερνήσεως με αριθμό 0780/444, Φ.Ε.Κ 841/Β/ 4.12.86, ως ακολούθως:
(α) Πιστοποιητικό καταλληλότητας (υγείας) τροφίμων, των αρμοδίων Αρχών του Κράτους που ανήκει ο Οίκος που τα αποστέλλει, για την προστασία της Δημόσιας υγείας.
(β) Πιστοποιητικό εργοστασίου αλλοδαπής ή του αρμόδιου εμπορικού επιμελητηρίου του τόπου προέλευσης που να φαίνεται το εργοστάσιο, η συνήθης εμπορική ονομασία, η αξία και η σύνθεση του προϊόντος, σύμφωνα με τις Γενικές αρχές του Τελωνειακού Δασμολογίου και λοιπά απαραίτητα για τη δασμολογική κατάταξη στοιχεία.
(γ) Τα πιστοποιητικά του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να αντικατασταθούν με υπεύθυνη δήλωση.

3. Πάγια τακτική για όλα τα εισαγόμενα προϊόντα είναι να μην εκδίδεται το Δ.Χ.Α εκ τιμολογίου. Εκ τιμολογίου θα εκδίδονται Δ.Χ.Α. μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις π.χ. επικίνδυνα προϊόντα ή αποστειρωμένες φαρμακευτικές πρώτες ύλες, που καταστρέφονται κατά το άνοιγμα της συσκευασίας.

Για την ορθή διατύπωση του Δ.Χ.Α. θα λαμβάνονται υπ' όψιν το Δασμολόγιο (γενικοί κανόνες γενικές σημειώσεις αντιστοίχου κεφαλαίου), επεξηγηματικές Σημειώσεις Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο) και Εναρμονισμένου Συστήματος (HS), Κανονισμοί (ΕΚ) που αφορούν δασμολογική κατάταξη, Αποφάσεις Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, Πίνακες Kωδικών και φορολογικών επιβαρύνσεων, δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί (όταν περιέχουν τεχνικά χαρακτηριστικά), τυχόν απαγορευτικές διατάξεις για την εισαγωγή των ειδών, αποφάσεις ΔΕΔΑΠ, ΠΕΤΑ και ΑΕΤΑ.

Επίσης θα λαμβάνονται υπ’όψιν οι ειδικές διατάξεις που ισχύουν για εκρηκτικά όπλα, πυραυλική τεχνολογία, πρόδρομες και ναρκωτικές ουσίες.

Προκειμένου για τρόφιμα θα λαμβάνεται υπ' όψιν η αντίστοιχη Κοινοτική Νομοθεσία, ο Κώδικας Τροφίμων και Ποτών και ειδικές νομοθεσίες περί Oινοπνευμάτων, αλκοολούχων ποτών και ζύθου.

Σε περιπτώσεις τροφίμων μη κανονικών θα αναφέρονται στο Δ.Χ.Α τα άρθρα του Κώδικα Τροφίμων, Προεδρικά Διατάγματα ή αντίστοιχες διατάξεις της Κοινοτικής Νομοθεσίας κ λ π, βάσει των οποίων κρίνεται μη κανονικό το τρόφιμο. Σε περιπτώσεις που απαγορεύεται η εισαγωγή κάποιου προϊόντος θα πρέπει να αναφέρονται στο δελτίο οι διατάξεις βάσει των οποίων απαγορεύεται η εισαγωγή. Σε περιπτώσεις που πρέπει να επικολληθούν ετικέτες ή σήματα ή να διορθωθούν ενδείξεις αυτό θα πρέπει να αναγράφεται στο δελτίο καθώς και οι διατάξεις, βάσει των οποίων γίνεται η διόρθωση.
'Οπου αναφέρεται δελτίο χημικής αναλύσεως εννοείται το οριστικό δελτίο χημικής αναλύσεως.

4. Επιπλέον, θα πρέπει να προσκομίζονται κατά περίπτωση πιστοποιητικά που προβλέπονται για ορισμένα προϊόντα από ειδικές διατάξεις (π.χ. γενετικώς τροποποιημένα προϊόντα).

5. Όλα τα Χημικά προϊόντα και παρασκευάσματα, που χαρακτηρίζονται σαν επικίνδυνες ουσίες, κατά την εισαγωγή τους, πρέπει να είναι κατάλληλα επισημασμένα και επί πλέον, αν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν από επαγγελματίες χρήστες να συνοδεύονται από δελτία δεδομένων ασφαλείας, το περιεχόμενο των οποίων δίνει επί πλέον πληροφορίες για τις ιδιότητες την επικινδυνότητα καθώς και οδηγίες ασφαλούς αποθήκευσης και διάθεσης αυτών.

6. Σε κάθε περίπτωση ο έλεγχος στο Τελωνείο προϊόντων για συμμόρφωσή τους προς διατάξεις που διέπουν την εσωτερική αγορά συνιστά έναν κατ' αρχήν έλεγχο και δεν δημιουργεί προηγούμενο για τον ενδιαφερόμενο.

Άρθρο 3 Διαδικασίες κατά τη μεταποίηση (τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή προς επανεισαγωγή)

1. Υπάρχουν δύο κυρίως είδη μεταποίησης που απασχολούν το Γ.Χ.Κ. :
Η τελειοποίηση προς επανεξαγωγή (τελωνειακό καθεστώς 3151), κατά το οποίο τα προϊόντα εισάγονται, τελειοποιούνται και εξάγονται και η τελειοποίηση προς επανεισαγωγή (τελωνειακό καθεστώς 2100), κατά το οποίο τα προϊόντα εξάγονται, τελειοποιούνται και εισάγονται

2. Τα δείγματα που προορίζονται για τελειοποίηση προς επανεξαγωγή, κατά την εισαγωγή, προσκομίζονται εις διπλούν. Είναι δυνατόν να ληφθούν περισσότερα των δύο δειγμάτων κατά την κρίση της δειγματίζουσας Τελωνειακής Αρχής, ώστε να καλυφθούν πιθανές τμηματικές εξαγωγές του μεταποιούμενου είδους.

3. κατά την εξαγωγή του είδους που παρήχθη κατά την τελειοποίηση προς επανεξαγωγή, η Χημική Υπηρεσία, η οποία προβαίνει στον έλεγχο του εξαγόμενου εμπορεύματος μπορεί να ζητήσει, εάν κρίνεται απαραίτητο, μέρος του δείγματος που εισήχθη προς μεταποίηση από τη Χημική Υπηρεσία, από την οποία εισήχθη το προς μεταποίηση προϊόν.
Το μέρος δείγματος αποστέλλεται από τη μια Χημική Υπηρεσία στην άλλη, σε σφραγισμένο περιέκτη ή φάκελλο, αναλόγως της φύσεως του δείγματος, επισημασμένο ως εξής :
"Μέρος του Δείγματος... της Διασάφησης Τελειοποίησης...... του .... Τελωνείου..... Το δείγμα ελήφθη από το Χημικό (ονοματεπώνυμο) της ... Χημικής Υπηρεσίας, Υπογραφή Χημικού, Ημερομηνία"

4. Τα δείγματα που προορίζονται για τελειοποίηση και επανεισαγωγή, κατά την εξαγωγή, προσκομίζονται εις απλούν. Περισσότερα του ενός δείγματα είναι δυνατόν να ληφθούν εάν πρόκειται να γίνουν τμηματικές εισαγωγές μετά την τελειοποίηση.

5. Τα δείγματα της τελειοποίησης προς επανεισαγωγή, κατά την εισαγωγή, λαμβάνονται εις απλούν. Κατά την εισαγωγή του είδους που παρήχθη κατόπιν τελειοποίησης, η Χημική υπηρεσία, η οποία προβαίνει στον έλεγχο του εισαγόμενου εμπορεύματος μπορεί να ζητήσει, εάν κρίνεται απαραίτητο, μέρος του δείγματος που εξήχθη προς μεταποίηση από τη Χημική Υπηρεσία, από την οποία εξήχθη το προς μεταποίηση προϊόν. Οι διαδικασίες που ακολουθούνται είναι αντίστοιχες με αυτές της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 4 Διαδικασίες κατά την εξαγωγή

1. Οι ακόλουθες κατηγορίες εξαγομένων εμπορευμάτων αποστέλλονται στην αρμόδια Υπηρεσία του Γ.Χ.Κ. εις διπλούν :
(α) δείγματα τυγχάνοντα επιστροφών
(β) προϊόντα ενεργητικής τελειοποίησης
(γ) όλα τα δείγματα τροφίμων, ακόμη και όταν δεν τυγχάνουν επιστροφών
Τα ανωτέρω δεν ισχύουν όπου ορίζεται διαφορετικά από ειδικές διατάξεις.

2. Τα εξαγόμενα εμπορεύματα που δεν εμπίπτουν στην περιγραφή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου προσκομίζονται εις απλούν. Επίσης είναι δυνατόν δείγματα που εμπίπτουν στην περιγραφή της παραγράφου 1 (γ) του παρόντος άρθρου να αποστέλλονται στην αρμόδια χημική υπηρεσία εις απλούν. με την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος έχει κάνει υπεύθυνη δήλωση ότι θα αποδεχθεί τα αποτελέσματα της εξέτασης του πρώτου δείγματος, εφόσον δεν επιθυμεί τη λήψη δευτέρου δείγματος

3. Τα εξαγόμενα εμπορεύματα συνοδεύονται από πρωτόκολλο /έκθεση δειγματοληψίας συμπληρωμένα από τη δειγματίζουσα αρχή στις περιπτώσεις που τυγχάνουν επιστροφών, ανεξαρτήτως της παρουσίας χημικού κατά την δειγματοληψία.

4. Η εξέταση τροφίμων προοριζομένων για εξαγωγή δεν γίνεται σύμφωνο με την Ελληνική Νομοθεσία, αφού δεν ε{ναι απαραίτητο να πληρούνται οι όροι του κώδικα Τροφίμων, εφ' όσον πληρούνται οι όροι διάθεσης στην Kατανάλωση της χώρας προορισμού (Κώδικας Τροφίμων και Ποτών, άρθρο 8) ή/και οι απαιτήσεις του εισαγωγέα, εφ' όσον Υπάρχουν. Για το σκοπό αυτό θα προσκομίζεται αποδεικτικό στοιχείο ότι ο οίκος του εξωτερικού δέχεται το προϊόν, όπως παρουσιάζεται (π.χ αντίγραφο συμβολαίου ή εμπορικής συμφωνίας)

5. Ίο ανωτέρω δεν ισχύουν για τα αλκοολούχα ποτά που εξάγονται σε τρίτες χώρες, τα οποία πρέπει εν γένει να πληρούν τους όρους του Κανονισμού ΕΟΚ/1576/89 (Καν ΕΟΚ 1576/89, όρθρο 12) όπως τροποποιήθηκε και ισχύει Επιπλέον δεν ισχύουν για προϊόντα που ρυθμίζονται από ειδικές διατάξεις.

6. Τα προς εξαγωγή τρόφιμα εξετάζονται κατ'αρχήν ως προς την καταλληλότητά τους από άποψη μακροσκοπικής, οργανοληπτική και την επισήμανσή τους με ημερομηνία λήξεως ή παραγωγής.Ο εξαγωγέας οφείλει να προσκομίζει υπεύθυνη δήλωση του παρασκευαστή οίκου ότι το προϊόν είναι κατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση Επιπλέον, οφείλει να προσκομίσει οποιαδήποτε άλλα στοιχεία ζητηθούν κατά περίπτωση, όπως π χ ή έκθεοrι ανάλυσης του εξαγόμενου προϊόντος

7. Η εξέταση της επισήμανσης είναι αναγκαία, σε κcιμίu δε περίπτωση δεν θα πρέπει να αποτελεί "προσβολή της πίστης του Ελληνικού Εξαγωγικού Εμπορίου" με ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις επί της συσκευασίας ή με αναντιστοιχία του περιεχομένου και των ενδείξεων Ιδιαίτερη προσοχή αποδίδεται στην επισήμανση ελληνικών παραδοσιακών προϊόντων, πχ. τυριά ΠΟΠ, ελαιόλαδο κ.λ.π.

8. ανάλογα με τα αναγραφόμενα στις § 1 και 3 του παρόντος άρθρου ισχύουν και για άλλα προς εξαγωγή προϊόντα, για τα οποία υπάρχουν πρότυπα ή προδιαγραφές στην Ελληνική Νομοθεσία, οι οποίες δεν είναι όμως υποχρεωτικές στη χώρα προορισμού ούτε απαιτούνται από τον εισαγωγέα-αποδέκτη.

9. Για τα προϊόντα που επιδοτούνται κατά την εξαγωγή στο πλαίσιο των δράσεων της Κοινής Αγροτικής πολιτικής, το Οριστικό Δελτίο Χημικής Ανάλυσης (με τα στοιχεία που απαιτούνται για την επιδότηση) θα πρέπει να κοινοποιείται το ταχύτερο δυνατόν και σε χρονικό διάστημα που καθορίζεται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. Αρχή του χρονικού διαστήματος θεωρείται η παραλαβή του δείγματος από την αρμόδια υπηρεσία του ΓΧΚ. Τα παραπάνω ισχύουν μόνο στις περιπτώσεις που έχουν υποβληθεί από τον εξαγωγέα όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά


Άρθρο 5 Eξέταση δειγμάτων στα πλαίσια της εργαστηριακής υποστήριξης Υπηρεσιών του Γ.Χ.Κ.

1. Στις περιπτώσεις που στα πλαίσια εργαστηριακής υποστήριξης, μέρος δείγματος αποστέλλεται από μία Χημική Υπηρεσία σε άλλη για συγκεκριμένες εξετάσεις, η υποστηρικτική μονάδα μπορεί να καταστρέφει το υπόλοιπου δείγματος, αμέσως μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της εξέτασης. Υπεύθυνη για τη φύλαξη και την καταστροφή του δείγμάτος (εφόσον έχει ληφθεί εις απλούν) ή των δειγμάτων (εφόσον έχουν ληφθεί εις διπλούν) είναι η αποστέλλουσα Χημική Υπηρεσία, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα κατά περίπτωση στο Κεφάλαιο Γ του παρόντος.

2. Σε κάθε περίπτωση, η χημική Υπηρεσία που αποστέλλει δείγματα σε άλλη Χημική Υπηρεσία για εργαστηριακή υποστήριξη, οφείλει να κοινοποιεί στην υποστηρίζουσα Υπηρεσία όλα τα διαθέσιμα στοιχεία ή έγγραφα που αφορούν το υπό εξέταση δείγμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΕΩΝ


Άρθρο 6 Γενικά περί αμφισβητήσεων

Σε όλες τις περιπτώσεις που υπάρχει διαφωνία Χημείου-ενδιαφερομένου ως προς το περιεχόμενο του Δ.Χ.Α. που οδηγεί στη δασμολογική κατάταξη του εμπορεύματος, ακολουθούνται οι διαδικασίες που προβλέπονται για τις ΠΕΤΑ (σε πρωτοβάθμιο επίπεδο) και ΑΕΤΑ (σε δευτεροβάθμιο επίπεδο) από τα άρθρα 113 και 114 του Π.Δ. 284/88 "Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών", όπως  τροποποιήθηκε και ισχύει;
Τα παραπάνω αφορούν τόσο στην εισαγωγή, όσο και στη μεταποίηση και εξαγωγή.
Ειδικότερες περιπτώσεις αμφισβητήσεων περιγράφονται στη συνέχεια :

Άρθρο 7 Εξέταση δεύτερου δείγματος ληφθέντος κατά την αρχική δειγματοληψία

1. Η διαδικασία αυτή ακολουθείται:
(α) Σε δείγματα εισαγωγής και μεταποίησης που καλύπτονται από συγκεκριμένες διατάξεις και προσκομίζονται εις διπλούν (π.χ. PVC, αλκοολούχα ποτά), για τα οποία υπάρχει ένσταση του εισαγωγέα ως προς συγκεκριμένο αποτέλεσμα της χημικής ανάλυσης, της οργανοληπτικής εξέτασης, των μηχανικών δοκιμών, των φυσικοχημικών ή άλλων δοκιμών και /ή εξετάσεων που πραγματοποιήθηκαν στην αρμόδια Χημική Υπηρεσία του Γ.Χ.Κ. τα οποία πιθανόν να καθορίσουν την τύχη του εμπορεύματος, ως προς αλλαγή δασμολογικής κλάσης ή φορολογικής μεταχείρισης (εφόσον προκύπτει από τεχνικά χαρακτηριστικά) απαγόρευση εισαγωγής, διάθεσής του στην κατανάλωση, λιανική πώληση ή βιομηχανική χρήση, διάθεση υπό όρους π.χ. αλλαγή επισήμανσης ή διάθεση μετά από κάποια επεξεργασία κ.λ.π.
(β) Σε δείγματα εξαγωγής τυγχάνοντα επιστροφών ή ενισχύσεων, οι οποίες καθορίζονται από συγκεκριμένα αποτελέσματα χημικών εξετάσεων ή άλλων δοκιμών, όπως λεπτομερώς αναγράφονται στην προηγούμενη παράγραφο και καλύπτονται από συγκεκριμένες διατάξεις της Κοινοτικής Νομοθεσίας, π.χ. Ονοματολογία των επιστροφών κατά την εξαγωγή.
(γ) Σε δείγματα τροφίμων προς εξαγωγή, τα οποία χαρακτηρίσθηκαν ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση ή παρουσιάζουν αναντιστοιχία περιεχομένου-ενδείξεων.
(δ) Σε δείγματα ενεργητικής τελειοποίησης, που προσκομίζονται κατά την εξαγωγή εις διπλούν.

2. Η κοινοποίηση των αποτελεσμάτων στις περιπτώσεις εκτροπής δειγμάτων, όπως καθορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου γίνεται ταυτοχρόνως τόσο στην τελωνειακή αρχή όσο και στον ενδιαφερόμενο ή εκπρόσωπό του. Η κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο ή τον εκπρόσωπό του γίνεται ενυπόγραφα (π.χ. με πράξη επί του στελέχους του δελτίου) ή με συστημένη επιστολή ή με FAX.
Η αίτηση για την εξέταση του δεύτερου δείγματος υποβάλλεται στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή εντός 5 εργασίμων ημερών (ευαλλοίωτα ευπαθή) ή 10 εργασίμων ημερών (λοιπά δείγματα) από την κοινοποίηση του Δ.Χ.Α.στον ενδιαφερόμενο.
Κατά την υποβολή της σχετικής αίτησης ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται στην καταβολή των προβλεπομένων ΔΕΧΕ, ΔΕΤΕ σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και στα έξοδα των χημικών αναλύσεων και εξετάσεων, που πραγματοποιούνται στο δεύτερο δείγμα και υπολογίζεται με βάση το τιμολόγιο των ιδιωτικών Αναλύσεων του Γ.Χ.Κ. Ο ενδιαφερόμενος απαλλάσσεται της πληρωμής των εξόδων της χημικής ανάλυσης, μόνο στην περίπτωση που η εξέταση του δεύτερου δείγματος ζητείται από το Τελωνείο.
Κατά την εξέταση του δεύτερου δείγματος μπορεί να παρίσταται και ιδιώτης χημικός εκπρόσωπος του ενδιαφερομένου.
Τα αποτελέσματα της δεύτερης εξέτασης είναι υποχρεωτικά για τον ενδιαφερόμενο.

3. Εξειδικευμένες διατάξεις που αναφέρονται στην παραπάνω διαδικασία και έχουν θεσπιστεί νομοθετικά για συγκεκριμένα προϊόντα (ελαιόλαδο, τυριά, οίνοι-γλεύκη, κόκκινο πιπέρι, Προϊόντα τομάτας,Τερεβινθέλαιο, σαπούνια) παραμένουν εν ισχύει ως έχουν.,

Άρθρο 8 Δεύτερη εξέταση προϊόντων προς εισαγωγή κατόπιν επαναδειγματοληψίας.

1. Eπαναδειγματoληψία διενεργείται σε οποιαδήποτε περίπτωση κρίνεται αναγκαίο από την Τελωνειακή αρχή ή την Υπηρεσία του Γ. Χ. Κ. ή και κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, εφόσον αυτή γίνει αποδεκτή από την αρμόδια υπηρεσία και κυρίως στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) δείγματα, στα οποία το αναλυτικό αποτέλεσμα της εξέτασης μπορεί να επηρεάζεται από τον τρόπο δειγματοληψίας ή από την ποσότητα των λαμβανομένων δειγμάτων.
(β) όταν δεν επαρκεί η ποσότητα των ληφθέντων δειγμάτων.
Η αίτηση για επαναδειγματοληψία υποβάλλεται στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή.η οποία κατά περίπτωση μπορεί να ζητήσει και την παρουσία χημικού του Γ.Χ.Κ. για την επαναδειγματοληψία. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί ο ίδιος ή εκπρόσωπός του να παρευρίσκεται κατά την επαναδειγματοληψία.

2. Κατά την επαναδειγματοληψία κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου καταβάλλονται μόνο τα προβλεπόμενα ΔΕΧΕ, ΔΕΤΕ. Η παρουσία ιδιώτη χημικού, εκπροσώπου του ενδιαφερομένου είναι δυνατή κατά την εξέταση του δείγματος της επαναδειγματοληψίας. Η επιθυμία του ενδιαφερομένου για εκπροσώπησή του από ιδιώτη χημικό στην εξέταση του δείγματος επαναδειγματοληψίας πρέπει να δηλώνεται στην αίτησή του.

3. Τα αποτελέσματα της επαναδειγματοληψίας είναι υποχρεωτικό για τον ενδιαφερόμενο.

Άρθρο 9 Προσφυγή στις Επιτροπές Αμφισβητήσεων

Το υποχρεωτικό του αποτελέσματος της εξέτασης του δεύτερου δείγματος και της επαναδειγματοληψίας, όπως περιγράφεται στα άρθρα 7 και 8, δεν στερεί από τον ενδιαφερόμενο το δικαίωμα προσφυγής στις αρμόδιες επιτροπές Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (ΠΕΤΑ, ΑΕΤΑ).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΔΙΑΦΥΛΑΞΗΣ ΤΩΝ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ


Άρθρο 10 Χρόνος διαφύλαξης δειγμάτων εισαγωγής

1. Τα δείγματα φυλάσσονται επί δεκαπενθήμερο από της κοινοποιήσεως του Δελτίου Χημικής Αναλύσεως (Δ.Χ.Α.), εκτός των ακολούθων περιπτώσεων.

2. Δείγματα. για τα οποία υπάρχει διαφωνία στη δασμολογική κατάταξη μεταξύ των αρμοδίων αρχών (Τελωνείου, Χημείου) και του ενδιαφερομένου φυλάσσονται μέχρι να λήξει η υπόθεση.

3. Δείγματα μη σύμφωνα με τις κατά περίπτωση ισχύουσες διατάξεις της κοινοτικής και εθνικής νομοθεσίας (π.χ. απαγορεύσεις και περιορισμοί στη διεθνή διακίνηση εμπορευμάτων σύμφωνα με τους Κανονισμούς και Οδηγίες της Ε.Ε. Διατάξεις νόμων. Υπουργικές αποφάσεις, Εγκύκλιες διαταγές κ.λ.π.) φυλάσσονται μέχρι να λήξει η υπόθεση.

4. Δείγματα καυσίμων, λοιπό εύφλεκτα, εκρηκτικό, διαβρωτικό, δηλητηριώδη, αναδίδοντα ατμούς και εν γένει επικίνδυνα υλικά:
- Εφ'όσον είναι σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και εφ' όσον δεν υπάρχει διαφωνία στην εμπορευματολογική περιγραφή μεταξύ Γ.Χ.Κ. και ενδιαφερομένου, αυτά, αμέσως μετά την έκδοση του ΔΧΑ, επιστρέφονται ενυπόγραφα στον παραλήπτη ή στον αντιπρόσωπό του ο οποίος οφείλει να είναι ενήμερος για την ορθή τους διαχείριση.
- Στην περίπτωση που υπάρχει διαφωνία στην εμπορευματολογική περιγραφή μεταξύ Γ.Χ.Κ. και του ενδιαφερομένου ή απαιτούνται πρόσθετα στοιχεία ή διόρθωση ενδείξεων στη συσκευασία του εμπορεύματος, το δείγμα φυλάσσεται μέχρι να λήξει η υπόθεση. μετά τη λήξη της υπόθεσης ακολουθείται η διαδικασία διαχείρισης τοξικών αποβλήτων του Γ.Χ.Κ.

Άρθρο 11 Χρόνος διαφύλαξης δειγμάτων μεταποιήσεων

1. Δείγματα ευαλλοίωτα ή ευπαθή φυλάσσονται για 15 ημέρες. Είναι δυνατόν ευαλλοίωτα ή ευπαθή δείγματα να διατηρηθούν οε καταψύκτες για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, τη διάρκεια του οποίου κρίνει η εξετάζουσα Χημική Υπηρεσία, εφ' όσον υφίστανται μεν υποβάθμιση των ποιοτικών τους χαρακτηριστικών, αλλά μπορούν να χρησιμοποιηθούν υποβοηθητικά κατά την εξέταση του εξαγόμενου προϊόντος.

2. 'Ολα τα υπόλοιπα δείγματα φυλάσσονται μέχρι τη λήξη της υπόθεσης (κλείσιμο μεταποίησης) ή αν αυτό δεν είναι γνωστό για 5 έτη.

Άρθρο 12 Χρόνος διαφύλαξης δειγμάτων εξαγωγών

1. Δείγματα που λαμβάνονται και αποστέλλονται στις Υπηρεσίες του Γ.Χ.Κ. εις διπλούν (δείγματα τυγχάνοντα επιστροφών, δείγματα ενεργητικής τελειοποίησης και δείγματα Τροφίμων).
Για όλα τα παραπάνω δείγματα, το υπόλοιπο του πρώτου δείγματος καταστρέφεται αμέσως μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων από την εξετάζουσα Υπηρεσία του Γ.Χ.Κ.
Για τη φύλαξη του δευτέρου δείγματος ισχύουν τα εξής:
1. 1. Δείγματα ευαλλοίωτα/ ευπαθή:
v  Προκειμένου περί δειγμάτων που δεν παρουσιάζουν προβλήματα, π.χ. ως προς τη δήλωση (δασμολογική Kατάταξη, κωδικός επιστροφών), τα αναλυτικό τους αποτελέσματα, τις επισημάνσεις κ.λ π.), το δεύτερο δείγμα διατηρείται 15 ημέρες από την κοινοποίηση του Δ.Χ.Α.
v  Δείγματα που παρουσιάζουν ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω προβλήματα
(α) Σε περίπτωση που ζητείται από τον εξαγωγέα εξέταση του δεύτερου δείγματος, το υπόλοιπο του δεύτερου δείγματος καταστρέφεται 15 ημέρες μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της εξέτασης του δεύτερου δείγματος.
(β) Σε περίπτωση που δεν ζητείται από τον εξαγωγέα εξέταση του δεύτερου δείγματος, το δεύτερο δείγμα καταστρέφεται 15 ημέρες μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της εξέτασης του πρώτου δείγματος.
1.2. Δείγματα Μη Ευαλλοίωτα/Ευπαθή.
Προκειμένου περί δειγμάτων που δεν παρουσιάζουν προβλήματα, π.χ. ως προς τη δήλωση (δασμολογική Kατάταξη, κωδικός επιστροφών), τα αναλυτικό τους αποτελέσματα, τις επισημάνσεις κλ.π. το δεύτερο δείγμα διατηρείται 6 μήνες από την κοινοποίηση του Δ.Χ.Α.
v  .Δείγματα που παρουσιάζουν ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω προβλήματα.
(α) Σε περίπτωση που ζητείται από τον εξαγωγέα εξέταση του δεύτερου δείγματος. το δεύτερο δείγμα καταστρέφεται 3 μήνες μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της εξέτασης του δεύτερου δείγματος.,
(β) Σε περίπτωση που δεν ζητείται από τον εξαγωγέα εξέταση του δεύτερου δείγματος, το δεύτερο δείγμα Kαταστρέφεται 6 μήνες μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της εξέτασης του πρώτου δείγματος.

2. Δείγματα που λαμβάνονται και αποστέλλονται στις Υπηρεσίες του Γ.Χ.Κ. εις απλούν
2.1. Δείγματα Ευαλλοίωτα/Ευπαθή.
Προκειμένου περί δειγμάτων που δεν παρουσιάζουν προβλήματα, π.χ. ως προς τη δήλωση (δασμολογική Kατάταξη), τα αναλυτικό τους αποτελέσματα, τις επισημάνσεις κ.λ.π. το υπόλοιπο του δείγματος διατηρείται 15ημέρες από την κοινοποίηση του Δ.Χ.Α.
. Δείγματα που παρουσιάζουν ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω προβλήματα.
(α) Σε περίπτωση Αμφισβήτησης (διαδικασία ΠΕΤΑ, ΑΕΤΑ) το δείγμα καταστρέφεται μετά τη λήξη της υπόθεσης
(β) Σε περίπτωση που δεν γίνεται Αμφισβήτηση, το δείγμα καταστρέφεται 1 μήνα μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της εξέτασης του δείγματος.,

2 2. Δείγματα μη Ευαλλοίωτα/ Ευπαθή.
. Προκειμένου περί δειγμάτων που δεν παρουσιάζουν προβλήματα, π χ ως προς τη δήλωση (δασμολογική κατάταξη), τα αναλυτικά τους αποτελέσματα,τις επισημάνσεις κ.λ.π. το υπόλοιπο του δείγματoς διατηρείται3 μήνες από την κοινοποίηση του Δ.Χ Α.
. Δείγματα που παρουσιάζουν ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω πρoβλήματα
(α) Σε περίπτωση αμφισβήτησης (διαδικασία ΠΕΤΑ. ΑΕΤΑ) το δείγμα καταστρέφεται μετά τη λήξη της υπόθεσης,
(β) Σε περίπτωση που δεν γίνεται αμφισβήτηση, το δείγμα καταστρέφεται 6 μήνες μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της εξέτασης του δείγματος.

Άρθρο 13 Πρόσθετες διατάξεις για το χρόνο διατηρησιμότητας των δειγμάτων και τη φύλαξη τους

1. Τα τελωνειακά δείγματα πάσης φύσεως μπορούν να διατηρηθούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αν κρίνεται απαραίτητο από τον Προϊστάμενο της αντίστοιχης Υπηρεσίας του Γ.Χ.Κ. ή αν ζητείται σχετικό από τις Tελωνειακές Αρχές. Οι χρόνοι φύλαξης των δειγμάTων μπορούν να μειωθούν στις περιπτώσεις που η Χημική Υπηρεσία ενημερώνεται εγγράφως από τις αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές ότι έχει λήξει η υπόθεση.

2. Τα δείγματα φυλάσσονται σε αποθηκευτικούς χώρους υπό συνθήκες που διασφαλίζουν την ταυτότητα, ακεραιότητα και ασφάλεια των δειγμάτων. Η πρόσβαση στους χώρους αυτούς είναι ελεγχόμενη και επιτρέπεται μόνο στα μέλη του προσωπικού της αρμόδιας Υπηρεσίας του Γ.Χ.Κ. που έχουν σχετική εξουσιοδότηση από τον Προϊστάμενο της Χημικής Υπηρεσίας.

3. Ο Προϊστάμενος της κατά περίπτωση αρμόδιας Υπηρεσίας του Γ.Χ.Κ. μεριμνά για την κατά τακτά χρονικά διαστήματα εκκαθάριση και καταστροφή των αναλυθέντων δειγμάτων.

4 Εάν κατά την εισαγωγή, ο ενδιαφερόμενος ή εκπρόσωπός του επιθυμεί την επιστροφή του δείγματος ή του υπολοίπου του (εφ'όσον αυτό έχει σημαντική αξία και εφ' όσον η επιστροφή έχει ζητηθεί κατά την προσκόμιση του δείγματος), γίνεται πράξη επιστροφής στο στέλεχος του Δ.Χ.Α,  η οποία περιλαμβάνει το ονοματεπώνυμο και την υπογραφή του παραλήπτη και την ημερομηνία παραλαβής.

5. Σε ειδικές περιπτώσεις κατά την εξαγωγή (π.χ. δείγματα μεγάλης αξίας), εάν το Δ.Χ.Α εκδίδεται από την αρμόδια Υπηρεσία του Γ Χ.Κ. αμέσως μόλις προσκομισθεί το δείγμα και ο ενδιαφερόμενος ή εκπρόσωπός του επιθυμεί την επιστροφή του δείγματος ή τoυ υπολοίπου τoυ, ακολουθούνται οι διαδικασίες της προηγουμένης παραγράφου.

6. Στις περιπτώσεις των παραγράφων 4 και 5, κατά τις οποίες επιστρέφεται το δείγμα και επομένως δεν τηρούνται οι αντίστοιχοι προβλεπόμενοι χρόνοι διατηρησιμότητας, ο ενδιαφερόμενος δηλώνει εγγράφως ότι παραιτείται κάθε αμφισβήτησης που σχετίζεται αποκλειστικά με τη χημική ανάλυση ή την εργαστηριακή εξέταση του δείγματος.

7. Στις περιπτώσεις δειγμάτων εξαγωγής που το δείγμα αφήνεται από τον ενδιαφερόμενο στην αρμόδια Υπηρεσία του Γ Χ Κ. για λεπτομερέστερη εξέταση, επιστρέφεται στον ενδιαφερόμενο εφ' όσον δηλωθεί εγγράφως στην αρχική αίτηση για εξέταση που συνοδεύει το δείγμα (π.χ. πρωτόκολλο δειγματοληψίας) και υποβάλλεται στην Υπηρεσία του Γ.Χ.Κ. Η παραπάνω επιστροφή μπορεί να γίνεται για το υπόλοιπο του πρώτου δείγματος ή/και για το δεύτερο δείγμα. Ο χρόνος επιστροφής του δείγματoς δεν μπορεί να είναι μικρότερος από τους; χρόνους που προβλέπονται της § 1. 1 και § 1.2 του άρθρου 12.

8. Δείγματα παντός τύπου μη σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις δεν επιστρέφονται στον ενδιαφερόμενο, αλλά μόνο στις Τελωνειακές αρχές, αν αυτό ζητηθεί εγγράφως από αυτές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ' ΔΕΛΤΙΑ ΧΗΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΕΩΣ


Άρθρο 14

1. Τα Δ.Χ.Α συντάσσονται από τον αρμόδιo Χημικό και υπογράφονται από τον ίδιο τόσο το δελτίο όσο και το στέλεχος.

2. Η θεώρηση των Δ.Χ.Α όσο και του στελέχους γίνεται με την υπογραφή από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας του Γ.Χ.Κ και τον Προϊστάμενο του Τμήματος ή σε περίπτωση απουσίας τους από τους αναπληρωτές τους. Στο Δ.Χ.Α. τίθενται οι σφραγίδες του χημικού που συνέταξε το δελτίο και του Προϊσταμένου που το θεώρησε.

3. Η κοινοποίηση του Δ Χ.Α. προς την Αρχή από την οποία ζητήθηκε η έκδoσή του, γίνεται είτε με διαβιβαστικό έγγραφο είτε με πράξη επί του στελέχους του Δ.Χ.Α. την οποία υπογράφει ο παραλήπτης, σημειώνοντας και την ημερομηνία παραλαβής. Προκειμένου περί προϊόντων που παρουσιάζουν εκτροπές στα αναλυτικά στοιχεία ισχύοντα αναφερόμενα στην § 2.του άρθρου 7

4. Ο χρόνος διατήρησης των στελεχών των Δ Χ.Α. είναι συνάρτηση του χρόνου διατήρησης των αντιστοίχων Διασαφήσεων Εισαγωγής-Εξαγωγής-Μεταποίησης.
Ο χρόνος διατήρησης των διασαφήσεων και γενικότερα των τελωνειακών παραστατικών καθορίζεται από το όρθρο 5 του αριθ. 57/27-12-79 Π.Δ. (ΦΕΚ 21/Α/25-1-80) περί εκκαθαρίσεως των Αρχείων της Κεντρικής και των Περιφερειακών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με την οποία οι διασαφήσεις διατηρούνται 5 έτη από την υποβολή τους στη ΔΙΕΤΑ. Η υποβολή αυτή γίνεται στο τέλος κάθε χρόνου, οπότε αρχίζει να μετρά η πενταετία. Ορισμένες, όμως, διασαφήσεις παραμένουν εκκρεμείς στα Τελωνεία και μετά το τέλος του έτους, για όσο χρονικό διάστημα χρειασθεί και μετά υποβάλλονται στη ΔΙΕΤΑ.
Με βάση τα παραπάνω, για την καταστροφή των Δ.Χ.Α., υποβάλλεται στο τέλος κάθε έτους ερώτημα από κάθε Χημική Υπηρεσία στα αρμόδια Τελωνεία, εάν υπάρχουν εκκρεμείς διασαφήσεις, ώστε να υπολογιστεί ο χρόνος διατήρησης των αντιστοίχων Δ.Χ.Α.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ' ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΚΑΙ ΟΡΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΛΤΙΩΝ ΧΗΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΕΩΣ


Άρθρο 15

1. Σε περιπτώσεις που για τη δασμολογική κατάταξη, την κανονικότητα, την εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (εισφορές κατά την εισαγωγή ή επιστροφές κατά την εξαγωγή) απαιτούνται εξετάσεις χρονοβόρες, εκδίδεται ένα προσωρινό Δ.Χ.Α, με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία, μνημονεύεται δε ότι θα ακολουθήσει οριστικό Δ.Χ.Α. με βάση τα πλήρη στοιχεία.

2. Σκοπός της έκδοσης των προσωρινών ΔΧΑ είναι η διευκόλυνση της τελωνειακής διαδικασίας κατά την εισαγωγή και εξαγωγή. Κατά την εξαγωγή τροφίμων για την έκδoση του προσωρινού δελτίου γίνεται μακροσκοπική και οργανοληπτική εξέταση και έλεγχος αντιστοιχίας ενδείξεων της συσκευασίας και περιεχομένου, στο δε προσωρινό Δελτίο αναγράφεται η φράση "'Υστερα από μακροσκοπική και οργανοληπτική εξέταση βρέθηκε προϊόν (π.χ. λάδι, τυρί) κατάλληλο για εξαγωγή. Στις περιπτώσεις που υπάρχει αναντιστοιχία ενδείξεων-περιεχομένου γίνεται κατάλληλη επισήμανση.

3. Μετά την ολοκλήρωση των χημικών αναλύσεων, εξετάσεων ή άλλων δοκιμών που πραγματοποιούνται στο δείγμα, εκδίδεται το οριστικό Δ.Χ.Α., ώστε να ολοκληρωθεί ο τελωνισμός του εμπορεύματος.

4. Στο οριστικό Δ.Χ.Α. γίνεται μνεία του αριθμού του αντίστοιχου προσωρινού Δ.Χ.Α. με την αναγραφή της φράσης "Εκδίδεται σε συνέχεια του προσωρινού Δ.Χ.Α ." της Διασάφησης, της αποστέλλουσας Τελωνειακής Αρχής κ.λ.π.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να ισχύσει από τη δημοσίευσή της.

Αθήνα 11 Δεκεμβρίου 2000 ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ

.

Αριθ.3024190/13083/0078 /2000 Καθορισμός χρονικών ορίων διαφύλαξης δειγμάτων

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

'Εχοντας υπόψη:
1. Το Ν 4328/1929 "Περί συστάσεως Γενικού Χημείου του Κράτους" (ΦΕΚ 272/Α/1929) όπως Τροποποιήθηκε από το Ν. 2343/1995 "Αναδιοργάνωση Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 211/Ν1995) και του Ν.2741/1999"Ενιαίος Φορέας Τροφίμων, άλλες ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητες του Υπουργείου Ανάπτυξης και λοιπές διατάξεις" (ΦΕΚ 199/Α/1999).

2. Το άρθρο 29Α'του Ν. 1558/1985 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικό 'Οργανα (ΦΕΚ 137/Ν1985), όπως προστέθηκε με το άρθρο 27του Ν.2081/1992 "Ρύθμιση του θεσμού των επιμελητηρίων, τροποποίηση των διατάξεων του Ν 1712/1987 για το.ν εκσυγχρονισμό των Επαγγελματικών Οργανώσεων, των Εμπόρων, Βιοτεχνών και λοιπών επαγγελματιών και άλλες διατάξεις" (ΦΕΚ 154/Α/1988) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 2469/ 1997 (ΦΕΚ 38/Α/1997).

3. Το όρθρο 1, στοιχ. Γ του Προεδρικού Διατάγματος 543/1989 (ΦΕΚ 229/Α/1989) "Τροποποίηση του Π.Δ. 284/1988 "Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών" (ΦΕΚ 128/Α/1988), καθώς και του άρθρου 6 του Προεδρικού Διατάγματος 91/1999 "Ενοποίηση, κατάργηση Χημικών Υπηρεσιών και Σύσταση Τμήματος Διασφάλισης Ποιότητας" (ΦΕΚ 98/Α/1999).

4. Την αριθμ. 1039386/441/ΑΟ006/21-4-2000 (ΦΕΚ 571/Β/21-4-2000) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών "Ανάλυση αρμοδιοτήτων Υπουργού Οικονομικών στους Υφυπουργούς Οικονομικών".

5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη οε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΔΙΑΦΥΛΑΞΗΣ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

Γενικά

Άρθρο 1

Πεδίο Εφαρμογής - Ορισμοί

1. Τα χρονικά όρια διαφύλαξης αφορούν όλα τα δείγματα που εξετάζονται από το Γ ενικό Χημείο του Κράτους (Γ.Χ,Κ) (πχ.. δείγματα τροφίμων, περιβάλλοντος, πετροχημικών, πρώτων υλών, βιομηχανικών προϊόντων, αλκοόλης-αλκοολούχων ποτών-οίνου- ζύθου κλπ], πλην των περιπτώσεων που ρυθμίζονται από ειδικές διατάξεις (π.χ. τελωνειακό δείγματα).

2. Σε όλες τις περιπτώσεις, κατά τις οποίες κρίνεται ότι τα δείγματα πρέπει να διατηρηθούν περισσότερο από τα χρονικά όρια που καθορίζονται στη συνέχεια, όπως π.χ. μέχρι ημερομηνία λήξης του προϊόντος κ.λ.π., αυτό θα γίνεται με απόφαση του υπευθύνου του εργαστηρίου.

3. Επίσης, σε όλες τις περιπτώσεις όπου αναφέρεται η φράση "Διεκπεραίωση της υπόθεσης από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ.Κ." εννοείται η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων στην αποστέλλουσα αρχή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

Αγορανομικά Δείγματα

Άρθρο 2

Ευαλλοίωτα Δείγματα

1. Κανονικό:
Το υπόλοιπο του Α' δείγματος καταστρέφεται αμέσως μετά τη διεκπεραίωση της υπόθεσης από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ.Κ.
Το Β' δείγμα καταστρέφεται ένα (1) μήνα μετά τη διεκπεραίωση της υπόθεσης από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ.Κ.

2. Μη Κανονικό :
α) Σε περίπτωση επανεξέτασης είτε αυτεπάγγελτα στα χέρια τρίτου, είτε κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, το υπόλοιπο του Α' δείγματος καθώς και το υπόλοιπο του Β' δείγματος κατασrρέφονται αμέσως μετά την διεκπεραίωση του σχετικού εγγράφου από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ.Κ.
β) Εάν ο παρασκευαστής (κύριος του είδους) δηλώσει στο Πρωτόκολλο Δειγματοληψίας ότι δεν επιθυμεί επανεξέταση, τότε το υπόλοιπο του Α' δείγματος καταστρέφεται αμέσως, το δε Β' δείγμα ένα (1) μήνα μετά τη διεκπεραίωση του εγγράφου από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ.Κ.
γ) 'Οσον αφορά τα καύσιμα ισχύει η απόφαση Α.Χ.Σ. 548/98 (ΦΕΚ 127/Β'/99 σύμφωνα με την οποία γίνεται έφεση οπωσδήποτε, οπότε ισχύει ότι και στην περίπτωση ( α).

Άρθρο 3

Μη ευαλλοίωτα δείγματα

1. Κανονικά
Τ ο υπόλοιπο του Α' δείγματος καταστρέφεται αμέσως μετά τη διεκπεραίωση του σχετικού εγγράφου από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ.Κ.,το δε Β' δείγμα δύo (2) μήνες μεTά τη διεκπεραίωση του σχετικού εγγράφου από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ.Κ.

2. Μη κανονικά
2.1 Εντός διμήνου από της κοινοποιήσεως των αποτελεσμάτων στη δειγματίζουσα αρχή πρέπει να ενημερώνεται Τo Γ.Χ.Κ. αν ο κύριος του δείγματος ή ο τρίτος από τον οποίο ελήφθη τo δείγμα επιθυμεί την κατ. έφεση εξέταση του Β. δείγματος.
α) Εάν δεν απαντήσει η δειγματίζουσα αρχή εντός του προκαθορισμένου χρόνου, θεωρείται ότι δεν επιθυμεί έφεση και τo υπόλοιπο του Α ' δείγματος και το Β' δείγμα καταστρέφονται έξι (6) μήνες μετά την κοινοποίηση του αποτελέσματος της Α' εξέτασης στη δειγματίζoυσα αρχή.
β) Εάν απαντήσει ότι δεν επιθυμεί.τότε το υπόλοιπο του Α' και το Β' δείγματος καταστρέφονται αμέσως.
γ) Εάν επιθυμεί έφεση τότε μετά την εξέταση του Β' δείγματος και τυχόν επανεξέταση του υπολοίπου του Α δείγματος, εάν υπάρχει:
γ1) Το υπόλοιπο του Α δείγματος, καταστρέφεται αμέσως μετά τη διεκπεραίωση του εγγράφου από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ Κ..
γ2) Τ ο υπόλοιπο του Β' δείγματος :
- Σε περίπτωση που αποστέλλεται η υπόθεση στο Α.Χ.Σ., καταστρέφεται έξι (6) μήνες μετά τη διεκπεραίωση της υπόθεσης από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ.Κ., δηλαδή την ανακοίνωση της απόφασης του Α.Χ.Σ. στη δειγματίζουσα αρχή.
- Σε περίπτωση που δεν απαιτείται γνωμάτευση από το Α.Χ.Σ., καταστρέφεται έξι (6) μήνες μετά τη διεκπεραίωση της υπόθεσης από την αρμόδια υπηρεσία του ΓΧΚ.
2.2 'Οσον αφορά ευαλλοίωτα περιεχόμενο μη ευαλλοίωτου δείγματος μη κανονικό (π.χ. κονσέρβα ψάρι),το τυχόν υπόλοιπο Α' δείγματος καταστρέφεται αμέσως μετά τη διεκπεραίωση του εγγράφου από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ.Κ. Για την διαφύλαξη του Β' δείγματος ισχύουν τα διαλαμβανόμενα στην παράγραφο 2.1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 4

Καταγγελία εις απλούν

Εξετάζεται από δύο χημικοuς, επανασφραγίζεται το υπόλοιπο του δείγματος και φυλάσσεται ένα ( 1) μήνα για τα ευαλλοίωτα και έξη (6) μήνες για μη ευαλλοίώτα δείγματα, μετά τη διεκπεραίωση της υπόθεσης από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Χ.Κ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

Άλλες κατηγορίες δειγμάτων

Άρθρο 5

Δείγματα για ερευνητικούς σκοπούς

Δείγματα που αποστέλλονται στο ΓΧΚ για ερευνητικούς σκοπούς εις απλούν και για τα οποία δεν απαιτείται γνωμάτευση, καταστρέφονται ένα (1) μήνα μετά τη διεκπεραίωση της υπόθεσης.

Άρθρο 6
Δείγματα απoστελλόμενα από ΣΔΟΕ, δείγματα συμβάσεων επιδοτήσεων, παρεμβάσεως κ.λ.π.

Ακολουθείται η διαδικασία των αγορανομικών εκτός αν άλλως ορίζεται.

Άρθρο 7

Δείγματα εργαστηριακής υποστήριξης

'Οταν μέρος δείγματος αποστέλλεται για πλήρη ή συμπληρωματική εξέταση οε άλλη Υπηρεσία του Γ.Χ.Κ. (υποστηρίζουσα υπηρεσία) από αυτήν που το παρέλαβε αρχικώς, στα πλαίσια της εργαστηριακής υποστήριξης των υπηρεσιών του Γ.Χ.Κ., τα χρονικά όρια για τη διαφύλαξη των δειγμάτων από την υποστηρίζουσα Υπηρεσία του Γ.Χ.Κ. έχουν ως εξής :

α) Κανονικά : Το υπόλοιπο του δείγματος καταστρέφεται αμέσως,
β) Μη κανονικά ευαλλοίωτα : Το υπόλοιπο του δείγματος καταστρέφεται ένα (1) μήνα μετά τη διεκπεραίωση του σχετικού εγγράφου και
γ) Μη ευαλλοίωτα δείγματα, μη κανονικά : Το υπόλοιπο του δείγματος καταστρέφεται έξη (6) μήνες μετά τη διεκπεραίωση του σχετικού εγγράφου.

Άρθρο 8

Δείγματα προϊόντων τα οποία διέπονται από ειδικές διατάξεις της κοινοτικής ή εθνικής νομοθεσίας

Ακολουθείται ότι ορίζουν οι διατάξεις αυτές ή απουσία αυτών ακολουθείται κατά περίπτωση η διαδικασία.των αγορανομικών δειγμάτων.

Άρθρο 9

Ιδιωτικές αναλύσεις

Το υπόλοιπο του δείγματος καταστρέφεται ένα (1) μήνα μετά τη διεκπεραίωση της υπόθεσης

Άρθρο 10

Δείγματα περιβάλλοντος

1. Τ α χρονικά όρια που καθορίζονται στο παρόν άρθρο αφορούν όλα τα δείγματα των κατωτέρω κατηγοριών, ανεξαρτήτως της αρχής η οποία τα απέστειλε.
2. Νερά διάφορα μη εμφιαλωμένα εις απλούν (πόσιμα, επιφανειακά. θαλασσινά. ιδιωτικών αναλύσεων κ.λ π.) : το υπόλοιπο του δείγματος καταστρέφεται αμέσως μετcι τη διεκπεραίωση του σχετικού εγγράφου.
3. Απόβλητα εις απλούν : το υπόλοιπο του δε:ίγματoς καταστρέφεται αμέσως μετά τη διεκπεραίωση του σχετικού εγγράφου, λόγω αλλοίωσης των ελεγχομένων φυσικοχημικών παραμέτρων.
4. Δείγματα πετρελαϊκής ρύπανσης για ταυτοποίηση: το υπόλοιπο του δείγματoς καταστρέφεται αμέσως μετά τη διεκπεραίωση του σχετικού εγγράφου, λόγω αλλοίωσης των ελεγχόμενων φυσικοχημικών παραμέτρων.
5.Δείγματα ελέγχου ρύπανσης περιβάλλοντος (αμμοβολές, δείγματα άγνωστης σύστασης, χώματα κ.λ.π.) :ένα (1) μήνα μετά την διεκπεραίωση του σχετικού εγγράφου.
6. Δείγματα βιομηχανικά για τον προσδιορισμό ελεγχομένων υπολειμματικών επικινδύνων χημικών ουσιών (αναισθητικό σπρέϋ, πυροσβεστήρες, λάδια μετασχηματιστών, ορυκτέλαια κ.λ.π ) :
α) κανονικά ένα (1) μήνα μετά την διεκπεραίωση του σχετικού εγγράφου
β) μη κανονικά έξι (6) μήνες μετά την διεκπεραίωση των σχετικών διαδικασιών.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να ισχύσει από τη δημοσίευσή της.

Αθήνα, 11 Δεκεμβρίου 2000

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ



Ζ. ΕΛΕΓΧΟΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΞΑΓΩΓΗ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΤΥΓΧΑΝΟΥΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΩΝ Η ΑΛΛΩΝ ΠΟΣΩΝ


ΘΕΜΑ : «'Ελεγχοι κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων που τυγχάνουν επιστροφών ή άλλων ποσών.
- Κοινοποίηση Καν. Ε.Κ /2655/99.

ΣΧΕΤ
α) Τ 4801/7Ο3/ΑΟΟ19/13-6-96 ΔΥΟ
β) Τ.6832/437/Α0019/2-10-97 ΔΥΟ
γ) Τ.998/84/Α0019/15-2-99 Δ ΥΟ
δ) Τ 5733/1070/Α0019/4-7-95 ΔΥΟ

Α. Σε συνέχεια των ανωτέρω σχετικών Δ ΥΟ, αναφορικά με τους ελέγχους κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων που τυγχάνουν επιστροφών σε εφαρμογή των Κανονισμών (ΕΟΚ) αρ. 386/90 και (ΕΚ) αρ. 2221/95, σας κοινοποιούμε συνημμένα για ενημέρωσή σας και εφαρμογή τον Καν. (ΕΚ) αρ. 2655/16-12-99 της ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ που τροποποιεί τους Κανονισμούς αρ. 2221/95 και 3122/94, αναφορικά με τον «φυσικό έλεγχο» κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων που τυγχάνουν επιστροφών και τον καθορισμό των κριτηρίων σχετικά με την ανάλυση κινδύνου για τα ανωτέρω προϊόντα, αντίστοιχα.
Με γνώμονα την εμπειρία και τις συστάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, θεωρήθηκαν αναγκαίες οι τροποποιήσεις των ανωτέρω Κανονισμών, για την βελτίωση της αποτελεσματικότητας των ελέγχων.

Β. Επειδή με τις νέες διατάξεις του κοινοποιούμενου Κανονισμού, τροποποιούνται ορισμένα άρθρα των Καν.2221/95 και 3122/94, οι οποίοι κοινοποιήθηκαν με τις ανωτέρω σχετικές Δ ΥΟ α,β, γ και δ αντίστοιχα, παραθέτουμε τις παρακάτω νέες οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων του ανωτέρω κοινοποιούμενου Κανονισμού.

1. Το άρθρο 2, παράγραφος 3 του Καν. (ΕΚ) 2221/95 έχει αντικατασταθεί με το νέο κείμενο, στο οποίο έχει προστεθεί η ποσότητα των 1000 Kg για τα οπωροκηπευτικά καθώς και για τα προϊόντα εκτός παραρτήματος Ι της Συνθήκης (πρώην εκτός Παραρτήματος ΙΙ).
Μπορεί να γίνει χρήση αυτής της διάταξης μόνον όταν, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου του Καν. 2221/95, τα Κράτη μέλη έχουν θεσπίσει τις αναγκαίες διατάξεις για την αποφυγή καταστρατηγήσεων και καταχρήσεων. Στη χώρα μας, χρήση αυτής της δυνητικής διάταξης, θα εξακολουθήσει να μην γίνεται από τις Τελωνειακές Αρχές. Τα δε αρμόδια τελωνεία εξαγωγής, σύμφωνα με την γενική διάταξη του άρθρου 3 του Καν. ΕΟΚ 386/90 θα συμπεριλαμβάνουν όλες τις εξαγωγές, ανεξαρτήτως ποσοτήτων, στο ποσοστό του 5% των φυσικών ελέγχων, όπως ήδη Ισχύει.

2. Στο άρθρο 5 του Κανονισμού (Ε.Κ) 2221/95 προστίθεται νέα παράγραφος.Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 21 παράγραφος 1 του Καν. (Ε.Κ) 800/99 (Δ ΥΟ Τ. 3022/237/Α0019/8-6-99), σύμφωνα με το οποίο καμμία επιστροφή δεν χορηγείται, όταν τα προϊόντα δεν είναι ποιότητας υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη κατά την ημερομηνία αποδοχής της διασάφησης εξαγωγής, προτείνει την διάταξη της νέας παραγράφου. Σύμφωνα με τη νέα αυτή διάταξη, όταν υπάρχουν συγκεκριμένες υποψίες, σχετικά με την υγιή, ανόθευτη και σύμφωνη με τα συναλλακτικά ήθη ποιότητα του προϊόντος, τα αρμόδια τελωνεία εξαγωγής, θα πρέπει να εξακριβώνουν την συμφωνία, με τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις και ιδιαίτερα με αυτές που αφορούν τους υγειονομικούς και φυτοϋγειονομικούς κανόνες. Εφόσον το τελωνείο κρίνει αναγκαία την λήψη δείγματος για διεξαγωγή εργαστηριακής ανάλυσης, θα προβεί σ' αυτήν.
Κατόπιν των ανωτέρω, γίνεται κατανοητό ότι τα αρμόδια τελωνεία εξαγωγής για τα γεωργικά προϊόντα που δικαιούνται επιστροφών, κατά την διαδικασία εξαγωγής των προϊόντων αυτών, θα εφαρμόζουν τη νέα αυτή διάταξη όπως ανωτέρω προαναφέρθηκε.

3. Όπως θα παρατηρήσετε το νέο άρθρο 5α, το οποίο έχει προστεθεί στον Καν. (ΕΚ) αρ. 2221/95, αφορά διατάξεις, οι οποίες μπορούν να εφαρμοσθούν από τα κράτη μέλη που ήδη εφαρμόζουν σύστημα ανάλυσης κινδύνου για την πραγματοποίηση των «φυσικών ελέγχων» επειδή στην χώρα μας και ειδικότερα για τις εξαγωγές γεωργικών επιδοτούμενων προϊόντων, δεν έχουμε θεσπίσει ακόμη σύστημα επιλογής με βάση ανάλυση Κινδύνων (εγκεκριμένο σύστημα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) δεν θα εφαρμόζονται από τα αρμόδια τελωνεία εξαγωγής, οι διατάξεις του ανωτέρω άρθρου.
Θεωρούμε σκόπιμο να επισημάνούμε ότι οι οδηγίες οι οποίες έχουν κοινοποιηθεί με την δ. σχετική ΔYΟ, με την οποία κοινοποιήθηκε ο Καν. (ΕΚ) αρ. 3122/94 που αφορά τον καθορισμό κριτηρίων σχετικά με την ανάλυση κινδύνου όσον αφορά τα γεωργικά επιδοτούμενα προϊόντα θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται, θα λαμβάνονται δηλαδή υπόψη τα συγκεκριμένα κριτήρια που αναφέρονται στον Κανονισμό κατά την πραγματοποίηση των «φυσικών ελέγχων».
Με την ευκαιρία αυτή υπενθυμίζουμε την υποχρέωση των αρμόδιων τελωνείων εξαγωγής και εφοδίων για την τήρηση του ελάχιστου ποσοστού 5% των φυσικών ελέγχων ανά τομέα προϊόντος και ανά τελωνείο εξαγωγής σε ετήσια βάση, κατά την εξαγωγή των προϊόντων αυτών.

4. Όπως θα παρατηρήσετε το άρθρο 9 παράγραφος 2 του Καν. (ΕΚ) 2221/95 αντικαθίσταται με νέο κείμενο. Οι διατάξεις της ανωτέρω παραγράφου αφορούν, τους ελέγχους υποκατάστασης που πρέπει να πραγματοποιούν τα τελωνεία εξόδου στα γεωργικά προϊόντα που εξάγονται από το Τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας και δικαιούνται επιστροφών, εάν το τελωνείο εξαγωγής δεν έχει σφραγίσει το μέσο μεταφοράς ή το δέμα. Σύμφωνα με τη νέα αυτή παράγραφο, ο αριθμός των ελέγχων υποκατάστασης δεν θα πρέπει να είναι μικρότερος από τον αριθμό των ημερών, κατά τις οποίες τα ανωτέρω προϊόντα εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας από το συγκεκριμένο τελωνείο εξόδου.
Ειδικότερα και για τη χώρα μας, τα τελωνεία εξόδου θα πραγματοποιούν τους ανωτέρω ελέγχους υποκατάστασης στα συγκεκριμένα προϊόντα, είτε έχει σφραγισθεί είτε όχι, το μέσο μεταφοράς ή το δέμα και με την επιφύλαξη των μέτρων ελέγχου που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή άλλων διατάξεων. οι έλεγχοι αυτοί θα πραγματοποιούνται στο μέτρο του δυνατού υπό το πρίσμα ανάλυσης κινδύνου (προαναφερόμενη δ. σχετική Δ ΥΟ).
Συνημμένα σας κοινοποιούμε παράδειγμα σχετικό με τους ελέγχους : υποκατάστασης.
Όπως θα παρατηρήσετε στο συνημμένο παράδειγμα, ο τελικός αριθμός ελέγχων υποκατάστασης σε εφαρμογή της παλιάς διάταξης ( τουλάχιστον ένας έλεγχος υποκατάστασης την ημέρα), είναι ίδιος με τον αριθμό ελέγχων υποκατάστασης εφαρμόζοντας τη νέα διάταξη. Αλλάζει όμως, η επιλογή των εξαγωγών που υπόκεινται σε έλεγχο υποκατάστασης, αφού δίδεται η δυνατότητα να μην πραγματοποιείται έλεγχος υποκατάστασης π.χ σε μία συγκεκριμένη ημέρα εντός της οποίας πραγματοποιούντα\ εξαγωγές από το συγκεκριμένο τελωνείο εξόδου, τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, από το αλλά σε κάποια άλλη ημέρα, ανάλογα με την επικινδυνότητα του προϊόντος που εξάγεται, και με την προϋπόθεση ότι ο τελικός αριθμός ελέγχων υποκατάστασης δεν θα είναι μικρότερος των ημερών κατά τις οποίες τα προϊόντα εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας από το συγκεκριμένο τελωνείο.

5. Στο άρθρο 9, όπως θα παρατηρήσετε παρεμβάλλεται νέο άρθρο 9α. Για τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το συγκεκριμένο άρθρο θα ακολουθήσουν νέες οδηγίες.

6. Το άρθρο 4 του Καν. (ΕΚ) αρ. 3122/94 καταργείται αφού όπως προαναφέρθηκε στην παράγραφο 3 της παρούσας, το νέο άρθρο 5α του κοινοποιούμενου Κανονισμού θεσπίζει διατάξεις εφαρμογής στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη εφαρμόζουν σύστημα ανάλυσης κινδύνου.





Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 386/90 του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 1990 για τον έλεγχο κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων που τυγχάνουν επιστροφών ή άλλων ποσών

 ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΑΡΙΘ. L 042 της 16/02/1990 σ. 0006 - 0007
 ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΕΕ ΣΤΑ ΦΙΝΛΑΝΔΙΚΑ: JEVAKAIO 3 ΤΟΜΟΣ : 32 σ. 36
 ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΕΕ ΣΤΑ ΣΟΥΗΔΙΚΑ: JEVAKAIO 3 ΤΟΜΟΣ : 32 σ. 36
Μεταγενέστερες τροποποιήσεις:
Τροποποίηση από 394R0163 (ΕΕ L 024 29.01.94 σ.2)
Σε εφαρμογή με 395R2221 (ΕΕ L 224 21.09.95 σ.13)


Κείμενο:

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 386/90 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ  της 12ης Φεβρουαρίου 1990  για τον έλεγχο κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων που τυγχάνουν επιστροφών ή άλλων ποσών

 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
 Έχοντας υπόψη:
 τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 43,
 την πρόταση της Επιτροπής (1),
 τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),
 Εκτιμώντας:
 ότι, σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 729/70 του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 1970 περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής (3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2048/88 (4), τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν το αληθές και την κανονικότητα των πράξεων που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), για την πρόληψη και την καταστολή των παρατυπιών καθώς και για την είσπραξη των απολεσθέντων ποσών λόγω παρατυπιών ή αμελείας·
 ότι στην ειδική έκθεσή του για το σύστημα καταβολής γεωργικών επιστροφών κατά την εξαγωγή (5), καθώς και την ετήσια έκθεσή του για το 1987 (6), το Ελεγκτικό Συνέδριο διαπίστωσε ανεπάρκειες σε ορισμένα κράτη μέλη όσον αφορά τον έλεγχο των γεωργικών προϊόντων για τα οποία χορηγούνται επιστροφές και άλλα ποσά κατά την εξαγωγή·
 ότι η οργάνωση η οποία προσφέρει, καταρχήν, τις καλύτερες εγγυήσεις χωρίς, εντούτοις, να συνεπάγεται υπερβολικές δεσμεύσεις ή διοικητικές δαπάνες σε σχέση με τα αναμενόμενα κέρδη για τα οικονομικά της Κοινότητας είναι εκείνη που συνδυάζει ταυτόχρονα τα στοιχεία του ελέγχου της υλικής διακίνησης των εμπορευμάτων και του λογιστικού ελέγχου·
 ότι, μεριμνώντας για τη βελτίωση και την εναρμόνιση των μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη, η καθιέρωση συστήματος κοινοτικού ελέγχου αποδεικνύεται αναγκαία·
 ότι ένα τέτοιο σύστημα ελέγχου πρέπει να βασίζεται κυρίως σε δειγματοληπτικούς υλικούς ελέγχους των εμπορευμάτων κατά την εξαγωγή τους, συμπεριλαμβανομένων των εμπορευμάτων που εξάγονται στο πλαίσιο απλοποιημένης διαδικασίας, καθώς και σε ελέγχους των φακέλων με τις αιτήσεις πληρωμών εκ μέρους του καταβάλλοντος οργανισμού· ότι, επιπλέον, οι λογιστικοί έλεγχοι που πρέπει να πραγματοποιούνται εκ των υστέρων στις σχετικές επιχειρήσεις από τους αρμόδιους φορείς διέπονται από τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4045/89 του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1989 σχετικά με τους ελέγχους από τα κράτη μέλη των εργασιών που αποτελούν τμήμα του συστήματος χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), τμήμα «Εγγυήσεων», και περί καταργήσεως της οδηγίας 77/435/ΕΟΚ (7).  ότι πρέπει να αυξηθεί ο αριθμός των υλικών ελέγχων περιλαμβανομένων και των αναλύσεων σε χημικά εργαστήρια, όπου είναι αναγκαίο, δεδομένης της σημασίας που έχουν οι γεωργικές επιστροφές για τον κοινοτικό προϋπολογισμό,

 ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

 Άρθρο 1
1. Ο παρών κανονισμός καθορίζει ορισμένες λεπτομέρειες ελέγχου του αληθούς και της κανονικότητας των εργασιών οι οποίες παρέχουν το δικαίωμα καταβολής επιστροφών και όλων των άλλων ποσών που συνδέονται με τις εξαγωγικές εργασίες.
2. Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, ως «εμπορεύματα» νοούνται τα προϊόντα για τα οποία χορηγούνται τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 βάσει των κοινοτικών διατάξεων που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής.

 Άρθρο 2
 Τα κράτη μέλη προβαίνουν:
 α) σε υλικό έλεγχο των εμπορευμάτων σύμφωνα με το άρθρο 3 κατά τη συμπλήρωση των τελωνειακών διατυπώσεων εξαγωγής και πριν από τη χορήγηση της άδειας εξαγωγής των εμπορευμάτων, που εκδίδεται βάσει των παραστατικών που υποβάλλονται με τη διασάφηση εξαγωγής και
 β) σε έλεγχο της τεκμηρίωσης του φακέλου της αίτησης καταβολής σύμφωνα με το άρθρο 4.

 Άρθρο 3
 1. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που απαιτούν διεξοδικότερο έλεγχο, ο υλικός έλεγχος που αναφέρεται στο άρθρο 2 στοιχείο α) πρέπει:
 α) να πραγματοποιείται δειγματοληπτικά και με συχνό και αιφνίδιο τρόπο·
β) σε κάθε περίπτωση, πρέπει να καλύπτει αντιπροσωπευτική επιλογή της τάξεως του 5 % τουλάχιστον των διασαφήσεων εξαγωγής που αποτελούν το αντικείμενο αίτησης χορήγησης των ποσών που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1.
 2. Σύμφωνα με τον τρόπο που θα καθοριστεί με τη διαδικασία του άρθρου 6, το ποσοστό της παραγράφου 1 στοιχείο β) εφαρμόζεται:
 - κατά τελωνείο,
 - κατά ημερολογιακό έτος και
 - κατά τομέα προϊόντων.
 Σύμφωνα με την ίδια διαδικασία μπορεί να καθοριστεί κατ' εξαίρεση ποσοστό ελέγχου ανώτερο του 5 % σε ειδικές περιπτώσεις και χρονικές περιόδους, βάσει αντικειμενικών διαπιστώσεων ως προς έναν αυξημένο κίνδυνο ατασθαλιών.
 Στην περίπτωση αυτή, το ποσοστό της παραγράφου 1 στοιχείο β) θεωρείται ως τηρηθέν εκ μέρους ενός τελωνείου εφόσον, λαμβάνοντας υπόψη τους ελέγχους που έγιναν στις εν λόγω ειδικές περιπτώσεις, κατά τη διάρκεια του σχετικού ημερολογιακού έτους, έχει ελεγχθεί ένα ελάχιστο ποσοστό ύψους 5 %, ανεξαρτήτως τομέα.
 3. Εφόσον δεν διαπιστώνεται αντιστοιχία μεταξύ του εμπορεύματος και της περιγραφής του στην ονοματολογία των επιστροφών με απλή οπτική εξέταση των εμπορευμάτων και η κατάταξη ή η ποιότητα αυτού απαιτεί ακριβέστατη γνώση των συνθετικών του στοιχείων, οι τελωνειακές αρχές πρέπει να επαληθεύουν την περιγραφή αυτή με τις αισθήσεις ή με φυσικές μετρήσεις οι οποίες μπορούν να φθάσουν μέχρι αναλύσεων σε εργαστήρια ειδικά εξοπλισμένα για το σκοπό αυτό.
 4. Ο έλεγχος που αναφέρεται στο παρόν άρθρο ασκείται με την επιφύλαξη των μέτρων που λαμβάνουν οι τελωνειακές αρχές ώστε τα εμπορεύματα να εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος ως είχαν κατά τη στιγμή της χορήγησης άδειες εξαγωγής.

 Άρθρο 4
 Οι καταβάλλοντες οργανισμοί προβαίνουν, βάσει των φακέλων των αιτήσεων πληρωμής και άλλων διαθέσιμων πληροφοριών, ιδιαίτερα βάσει των εγγράφων που έχουν σχέση με την εξαγωγή και των παρατηρήσεων των τελωνειακών υπηρεσιών, σε έλεγχο της τεκμηρίωσης όλων των στοιχείων των εν λόγω φακέλων τα οποία αποτελούν τα δικαιολογητικά για τη χορήγηση του συγκεκριμένου ποσού.

 Άρθρο 5
 Τα κράτη μέλη προβλέπουν το συντονισμό των ελέγχων που αφορούν τον ίδιο επιχειρηματία σε συνδυασμό με τις επαληθεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3 και στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4045/89.  Οι έλεγχοι αυτοί πραγματοποιούνται με την πρωτοβουλία ή κατόπιν αίτησης, είτε των υπηρεσιών της Επιτροπής, είτε των τελωνειακών αρχών που διεξάγουν τον υλικό έλεγχο, είτε των αρμοδίων υπηρεσιών που πραγματοποιούν τον έλεγχο του φακέλου αίτησης πληρωμής ή τον εκ των υστέρων λογιστικό έλεγχο.

 Άρθρο 6
 Οι διατάξεις που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2727/75 (1) ή, ανάλογα με την περίπτωση, στο αντίστοιχο άρθρο των άλλων κανονισμών περί κοινής οργάνωσης των αγορών.
 Μπορούν να αφορούν ιδίως:
 - τη μέθοδο υπολογισμού του ελάχιστου ποσοστού που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β), καθώς και τις ιδιαίτερες σχετικές λεπτομέρειες ή/και παρεκκλίσεις όσον αφορά τις ειδικές περιστάσεις,
 - τα εμπορεύματα που πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο αναλύσεων δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 3,
 - το συντονισμό των ελέγχων μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών των κρατών μελών καθώς και των υπηρεσιών της Επιτροπής.

 Άρθρο 7
 1. Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6, εκδίδονται μεταβατικά μέτρα σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφοι 1 και 2.
 2. Πριν από την Ιανουαρίου 1992, η Επιτροπή θα υποβάλει στο Συμβούλιο έκθεση για την πορεία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και, με βάση την αποκτηθείσα εμπειρία, θα προτείνει τις ενδεχομένως αναγκαίες τροποποιήσεις του καθεστώτος ελέγχου που προβλέπει ο παρών κανονισμός.

 Άρθρο 8
 Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Ο παρόν κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
 Βρυξέλλες, 12 Φεβρουαρίου 1990.
 Για το Συμβούλιο
 Ο Πρόεδρος
 J. WALSH
 (1) ΕΕ αριθ. C 29 της 6. 2. 1987, σ. 5.
 (2) ΕΕ αριθ. C 190 της 20. 7. 1987, σ. 144.
 (3) ΕΕ αριθ. L 94 της 28. 4. 1970, σ. 13.
 (4) ΕΕ αριθ. L 185 της 15. 7. 1988, σ. 1.
 (5) ΕΕ αριθ. C 215 της 26. 8. 1985, σ. 1.
 (6) ΕΕ αριθ. C 316 της 12. 12. 1988, σ. 68.
 (7) ΕΕ αριθ. L 388 της 30. 12. 1989, σ. 18.
 (1) ΕΕ αριθ. L 281 της 1. 11. 1975, σ. 1.


Ενδιαφέρουσες  Ιστοσελίδες
https://sxoli-ekteloniston.blogspot .com
https://ektelonistivivlia.blogspot.com
https://gnomesmetaforas.blogspot .com
https://logotexnia-ekteloniston.blogspot .com
www.bookstars.gr
Στο δεύτερο blog βιβλία και της Διαμεταφοράς

Πολιτιστική
 Εκτελωνιστική
Κληρονομιά

Πολιτιστική Επαγγελματική Κληρονομιά
Η οδός Τσαμαδού του Πειραιά
να μετονομασθεί σε
 Οδός Εκτελωνιστών




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου