Δευτέρα 11 Μαΐου 2015

Ο ΑΓΓΕΛΟΥ εκτελωνιστής Θεσσαλονίκης θυμάται την εξαγωγή της δεκαετίας του ‘60, 11 Μαΐου 2015





Ο ΑΓΓΕΛΟΥ εκτελωνιστής Θεσσαλονίκης θυμάται την εξαγωγή της δεκαετίας του ‘60, 11 Μαΐου 2015  





Μια μικρή περιπέτεια

Χειμώνας 1964. Θερμοκρασίες κάτω του μηδενός για πολλές μέρες. Το χιονισμένο τοπίο, σε κάθε σημείο που δεν πατιόταν, κυριαρχούσε στη ματιά. Όπου κυκλοφορούσαν αυτοκίνητα το χιόνι είχε μετατραπεί σε μια μαύρη γλίτσα καθώς τις νυκτερινές ώρες του χιονιά αυτό προλάβαινε να «ξαναστρώσει». Όπου κυκλοφορούσαν πεζοί ήταν απλά «καλά πατημένο».
Εκείνο το απόγευμα, γύρω στις 4.30, μόλις είχα τελειώσει την φόρτωση βαμβακιού στα βαγόνια στη ράμπα του παλαιού Σταθμού, αφού είχα καταπιεί τον ιδιαίτερα άγριο βαρδάρη εκείνης της ημέρας. Η παγωνιά ήταν ανυπόφορη, τα δάκτυλά μου λες και θα  πέφταν, και από κατάλληλο ντύσιμο ………………  άστα να πάνε. Για να περιορίσω το πιρούνιασμα της παγωνιάς που έφθανε μέχρι τα κόκαλα του 18χρονου κορμιού μου, χωρίς να μου ξεφεύγει ο αριθμός και η ποιότητα της κάθε μπάλας βαμβακιού, ούτε και η διαλογή από κάρο σε κάρο κι από βαγόνι σε βαγόνι, έβαζα (προς μεγάλη ικανοποίηση των εργατών) πλάτη στις μπάλες για να πέσουν στο βαγόνι πριν τις πιάσει ο «γάντζος» για να τις ντανιάσει.
Μακάρι να ήμουνα στο ντάνιασμα μέσα στο βαγόνι όπου δεν φυσούσε και το κρύο ήταν λιγότερο. Όμως έπρεπε να παρακολουθώ τα κάρα του Αϊβαλιώτη και να τσεκάρω τις παρτίδες. Κάθε λάθος θα το πλήρωνα μόνος μου  με πολλαπλό κόπο αργότερα στο γραφείο όπου είχε βέβαια καλοριφέρ, δεν υπήρχε όμως αρκετός χρόνος, αφού έπρεπε να δακτυλογραφήσω τα ζυγολόγια  βαγόνι- βαγόνι (εις εξαπλούν έγραφε η πίστωση[1]), να συμφωνήσω τις ποσότητες στο εκκοκκιστήριο, να γράψω τα συγκεντρωτικά τιμολόγια και ύστερα και το τηλεγράφημα στον παραλήπτη του εξωτερικού (ανακεφαλαιωτικό έγραφε η πίστωση) και να το πάω στο τηλεγραφείο (ΟΤΕ σήμερα) όσο πιο γρήγορα  γινόταν γιατί μετά από όλα αυτά (νηστικός τις πιο πολλές φορές όλη μέρα ) να προλάβω να κάνω και τα μαθήματά μου, γιατί στις 7 το απόγευμα άρχιζε η πρώτη ώρα στο Β΄ Νυκτερινό της οδού Ικτίνου.
Έπρεπε να είμαι διαβασμένος για να συντηρήσω το καλό όνομα που είχα όλες της προηγούμενες χρονιές της μαθητικής μου ζωής και να μην απογοητεύσω τους καθηγητές  μου, που τις προηγούμενες είχαν την καλοσύνη να μου απονέμουν «έπαινο επιμελείας και χρηστότητας» με φαρδιά – πλατειά την υπογραφή του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων (έτσι έγραφε το χαρτί). Δουλειά κι Άγιος ο Θεός. Τι ωραία χρόνια!! Κι ας ήταν με στερήσεις ……..
Μάζεψα όλα τα χαρτιά μου, τα βόλεψα στις τσέπες μου, σήκωσα το γιακά μου για ν’  αποφύγω το σφυροκόπημα του βαρδάρη που τώρα , καθώς είχα κατεύθυνση νοτιοανατολική προς το γραφείο, σημάδευε το σβέρκο μου, σταύρωσα τα χέρια μου μπροστά στο στήθος μου και έχωσα τις παγωμένες παλάμες μου βαθιά στις μασχάλες μου για να τις ζεστάνω.
Οι γραμμές του τρένου συνεχίζονταν δίπλα απ΄ το «πασσάζο» και μέχρι μέσα στο λιμάνι, τέμνοντας λοξά το δρόμο που οδηγεί στην έξοδο προς τα σφαγεία, ήταν κι αυτές γεμάτες μαύρη γλίτσα, μα γλιστρούσαν κιόλας και ξαφνικά(έτσι γίνεται πάντα) χάνω την ισορροπία μου.
Τα πόδια μου ανοίγουν το ένα δεξιά και το άλλο αριστερά, πέφτω κάτω. Ευτυχώς πρόλαβα να βγάλω τα χέρια μου και δεν τσακίστηκα, έκανα να σηκωθώ ένα λεωφορείο ερχόταν αργά και μεγαλόπρεπα κατά πάνω μου. Είδε το πείσμα μου ο οδηγός και έκοψε λίγο (άλλωστε δεν έτρεχε κιόλας) αλλά δεν σταμάτησε γιατί υπολόγιζε ότι θα προλάβαινα να σηκωθώ και να φύγω από τη διαδρομή του.
Όμως δεν υπολόγιζε σωστά, όπως κι'  εγώ δεν κατάλαβα αμέσως ότι το αριστερό μου παπούτσι σφηνώθηκε στις γραμμές. Προσπαθούσα να σηκωθώ, γλιστρούσα και ξανάπεφτα συνέχεια. Ευτυχώς το λεωφορείο είχε σταματήσει στο μισό μέτρο πριν με λιώσει στις ρόδες του. Προς στιγμή μου φάνηκε σαν τεράστιος μηχανικός δράκος. Μόλις σιγουρεύτηκα ότι ζω άκουσα μια βροντερή σειρά από ευγενείς προσφωνήσεις όπως «βουτυρόπαιδο», «τσογλάνι του κερατά», «μ….σμένο κ…παιδο»  και διάφορα άλλα γαλλικά. Δεν με ένοιαζε γι’  αυτό, ήξερα ότι δεν μείωνε εμένα αλλά τον εαυτό του.
Άλλο πράγμα με απασχολούσε εκείνη τη στιγμή, το παπούτσι μου το αφιλότιμο δεν έβγαινε με τίποτε. Και αφού δεν έβγαινε αυτό από τις ράγες, το έβγαλα εγώ από το πόδι μου, τώρα προσπαθούσα να το βγάλω με τα χέρια μου. Το λεωφορείο έμενε ακίνητο, ο οδηγός επέμενε γαλλικά, παραμέρισα, πέρασε το λεωφορείο, τα ήδη παγωμένα πόδια μου ήταν κατά το ήμισυ ξυπόλητα . φυσικά η παγωμένη γλίτσα του δρόμου έβαψε μαύρο τον αστράγαλό μου, που δεν ήταν ακόμη παγωμένος.
Πέρασαν ακόμη μερικά αυτοκίνητα μέχρι να ελευθερωθεί η γραμμή για να ξαναπροσπαθήσω να πιάσω τη λεία μου. Ένας οδηγός από ένα μικρό φορτηγό, πρώτα περίεργος , ύστερα εξυπηρετικός, έβγαλε ένα μικρό λοσταράκι και με λιγότερο κόπο από όσο έκαναν τα παγωμένα χέρια μου κατάφερε να μου βγάλει το παπούτσι απ’  τη φωλιά του. Ήταν όμως κάπως διαφορετικό  από ότι όταν το φορούσα λίγο πριν. Έλειπε η μισή σόλα που προτίμησε τη σιγουριά της ράγας. Δεν είχα και  πολλές επιλογές εξάλλου είχα ήδη χάσει πέντε ολόκληρα λεπτά.
Με ενάμιση παπούτσι πια αποφάσισα αμέσως να κερδίσω τον χαμένο χρόνο. Σε πέντε λεπτά βρισκόμουν στο ζεστό γραφείο με παγωμένα χέρια και πρόσωπό, ζεστό και ιδρωμένο απ’  το τρέξιμο σώμα, αλλά και υγρά και παγωμένα πόδια, ιδίως το αριστερό. Επόμενη κίνηση: Έβγαλα το ενάμιση παπούτσι και τις κάλτσες μου, τα έβαλα κοντά στο καλοριφέρ και στρώθηκα στη γραφομηχανή για τα καθέκαστα.
Λίγο αργότερα ήρθαν και άλλοι συνάδελφοι για το απογευματινό ωράριο. Είδαν τα παπούτσια και τις κάλτσες, είδαν τα χάλια μου, ο ένας λύθηκε στα γέλια , οι άλλοι με παρότρυναν να φύγω για το σπίτι.
Τι πράμα; Από τώρα στο σπίτι; Δεν είναι ακόμη ούτε έξι, θα αρρωστήσει η μάνα μου άμα με δει  ……… αααψού!!! Νωρίς, νωρίς τα προμηνύματα, εξάλλου έχουμε και μπόλικο ακόμη γράψιμο, ο κυρ-Βασίλης  περιμένει «συμφωνία» στοιχείων στο εκκοκκιστήριο, έχουμε και το τηλεγράφημα,  έχουμε και το σχολείο, τι λέτε βρε παιδιά, αφήστε με τώρα, δεν γίνεται, εξάλλου να  ……… σχεδόν έχω στεγν …………… ααααψού!!!! Βρε το άτιμο.
Θέλετε να μάθετε τι έγινε μετά; Όλα έγιναν και μάλιστα σωστά και στην ώρα τους. Είχα ήδη ποτιστεί με το πείσμα του Εκτελωνιστή (του γαϊδάρου το είχα από μικρός).
Για να μη μελαγχολήσετε απ’  όσα σας είπα μέχρι τώρα, θα σας πω και κάτι ευχάριστο που προέκυψε στη εξέλιξη και μάλιστα το ίδιο βράδυ:  Απέκτησα καινούργια παπούτσια, καθώς μου χορηγήθηκαν με ευχαρίστηση και αμεσότητα τα «καθημερινά» παπούτσια του αδελφού μου που τα είχε ήδη βαρεθεί και βιαζόταν να φορέσει τα καινούργια του που ήταν και μοντέρνα. Βέβαια μου ήταν λίγο μεγάλα ……………   αλλά με δύο ζευγάρια κάλτσες (που το χειμώνα έχουν την  ικανότητα να ζεσταίνουν τα παγωμένα πόδια), βολεύτηκε εύκολα η κατάσταση.
Τι ωραία χρόνια!!! Κι ας ήταν με στερήσεις και περιπέτειες.
Αγγέλου – Μνήμες.

Αναδημοσίευση από της Κατα-θέσεις Οκτώβριος 1997    


[1] Εννοεί την ενέγγυα πίστωση, όπου υπάρχει λεπτομέρεια σύνταξης των απαραίτητων εγγράφων που συνοδεύουν την εξαγωγή

Στο blog που βρισκόσαστε υπάρχουν:
166 αναρτήσεις σε 2.100 προβολές σελίδων
με λογοτεχνία, πολιτιστικά, φωτογραφίες για Εκτελωνιστές
Πίνακας προηγούμενων
 στην ανάρτηση της 31 Μαρτίου 2015

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου